Ο Ήλιος ήταν προσωποποίηση του ουράνιου σώματος του Ηλίου, που μυθολογήθηκε και λατρεύτηκε ως θεός σε όλους σχεδόν τους λαούς της Γης, είτε με το ίδιο όνομα που δηλώνει το ουράνιο σώμα του Ηλίου σε κάθε γλώσσα είτε με ποικίλα άλλα ονόματα.
Η ανατολή και η δύση του Ηλίου, το μεγαλόπρεπο θέαμα του γενικά και η διαπίστωση του ρόλου αυτού του ουράνιου σώματος στην ανάπτυξη και τη συντήρηση της ζωής ώθησαν την φαντασία στο να πλάσει ποικίλους σχετικούς μύθους. Έτσι οι αρχαίοι Έλληνες, όπως και πολλοί άλλοι λαοί, φαντάστηκαν τον ηλιακό δίσκο σαν μάτι του ουρανού, που επιβλέπει από ψηλά κάθε μορφή ζωής πάνω στη Γη, ακόμα και σαν ολόκληρο πρόσωπο, που τα πλούσια χρυσόξανθα μαλλιά του ένα γύρω από αυτό ή ένα στέμμα ή ένα στεφάνι είναι οι ακτίνες του. Και αφού αυτό το πρόσωπο φαίνεται να κάνει κάθε μέρα μια μεγάλη διαδρομή ψηλά πάνω από τη Γη, είπαν πως έχει και φτερά.
Αυτή η πρώτη μυθική εικόνα του Ηλίου, που το όνομά του δηλώνει αυτόν που καίει και που φωτίζει ή αυτόν που ακτινοβολεί και που θερμαίνει, με τον καιρό εξελίχθηκε, και ο ακούραστος ημεροδρόμος έγινε ο ηνίοχος και ο πολεμιστής πάνω στο άρμα του, που το σέρνουν άλογα, φυσικά και αυτά φτερωτά, ενώ ο ίδιος, που φορά χιτώνα από φως και έχει στο κεφάλι αστραφτερή περικεφαλαία, κρατά στο χέρι τόξο και με αυτό ρίχνει τα βέλη του, που δεν είναι άλλα από ηλιαχτίδες. Έτσι η φαντασία καταλήγει στην εινόνα ενός όμορφου παλικαριού, που πολεμά με τα δαιμονικά του σκοταδιού , της συννεφιάς και της ομίχλης και που πάντα κερδίζει τη μάχη. Για το άρμα του Ηλίου έλεγαν ακόμα ότι ήταν και αυτό από φωτιά και ότι τα άλογα που το έσερναν ήταν δύο ή τέσσερα. Βέβαια από την ποικιλία των μύθων τα ονόματα αυτών των αλόγων είναι πολύ περισσότερα. Τα γνωστότερα από αυτά τα ονόματα είναι: Ερυθραΐος, Ξάνθος, Πυρόεις, Φλέγων, Λάμπος, Φαέθων, Αίθων.
Για να κάνει ο Ήλιος με το άρμα του την καθημερινή διαδρομή του, σηκώνεται, όπως έλεγαν, το πρωί από τη μεριά του αρχέγονου Ωκεανού, που περιβρέχει κυκλικά ολόκληρη τη Γη, αφήνει πίσω του την Αία, τη δική του χώρα, την Κόκκινη Θάλασσα και τη χώρα των Αιθιόπων, όπου τον χειμώνα περνά τον πιο πολύ καιρό, και υψώνεται προς το μέρος του ουράνιου θόλου, πάνω από τις χώρες του κόσμου, και από εκεί κατηφορίζει προς τα βουνά και τέλος κατεβαίνει στην άλλη άκρη του Ωκεανού, στην Ερύθεια, τη χώρα των δυτικών Αιθιόπων, των μαύρων γενικά του δυτικού κόσμου, όπου τα ιερά κοπάδια με τα κατακόκκινα βόδια του θεού.
Στην αρχή οι άνθρωποι πίστευαν ότι ο Ήλιος κατοικεί μέσα σε ένα σπήλαιο πίσω από τα βουνά και από εκεί ξεκινά το πρωί και καταλήγει το βράδυ. Αργότερα όμως φαντάζονταν ότι ο Ήλιος έχει δύο όμορφια παλάτια, το πρώτο στην Ανατολή και το δεύτερο στη Δύση. Στο ξεκίνημα του και στην επιστροφή του, όπως έλεγαν σχετικά, χαιρετούν και παραστέκονται τον Ήλιο οι Ώρες και οι Νηρηίδες, ανάμεσα στις οποίες η Θέτις το πρωί ανοίγει τη θύρα στο αμαξοστάσιο, για να ξεκινήσει το άρμα, ενώ το βράδυ περιμένει τον Ήλιο στην άκρη του Ωκεανού ο Ποσειδών, και ο Φωσφόρος παραλαμβάνει τα άλογα για να τα καθαρίσει και να τα ξεκουράσει.
Αγνοώντας τη σφαιρικότητα της Γης, οι αρχαίοι έπλαθαν διηγήσεις για φτερωτό κρεβάτι ή ένα χρυσό τάσι, πάνω στο οποίο σαν σε σχέδια ο Ήλιος ταξιδεύει στον Ωκεανό κατά τη νύχτα, κάνοντας αντίστροφη διαδρομή από τη Δύση στην Ανατολή, δηλαδή ως το σημείο της πρωινής αφετηρίας του. Ιδιαίτερα το αφηγηματικό στοιχείο με το χρυσό τάσι είχε πλατύτερη διάδοση, μάλιστα έλεγαν σχετικά ότι ο Ήλιος κάποτε το δάνεισε και στον Ηρακλή, όταν ο ήρωας πήγαινε να πάρει τα βόδια του Γηρυόνη.
Στην Θεογονία του Ησιόδου ο Ήλιος γενεαλογείται ως γιος των Τιτάνων Υπερίωνα και Θείας και αδελφός της Σελήνης και της Ηώς, ωστόσο στην Ιλιάδα κα στην Οδύσσεια ο Υπερίων και ο Ήλιος ταυτίζονται. Σε άλλες πηγές αναφέρεται ως γυναίκα του Ηλίου η Σελήνη ή η Ωεκανίδα Πέρση ή η Περσηίδα ή η Πασιφάη, που σε άλλες πηγές είναι γνωστή ως κόρη του Ηλίου. Ως παιδιά του Ηλίου από την ένωσή του με την Περσηίδα αναφέρονται ο Αιήτης, πατέρας της Μήδειας, και η Κίρκη.
Ορισμένοι μύθοι, που αναφέρονται στο θεό Ήλιο, συνδέουν το πρόσωπο του με περισσότερο ή λιγότερο γνωστές μυθικές μορφές, με τις οποίες παρουσιάζουν ως ερωμένες ή απογόνους αυτού του θεού. Με αυτούς τους μύθους αιτιολογούνται ορισμένα γνωρίσματα της επενέργειας του Ηλίου ή φαινόμενα σχετιζόμενα με αυτήν ακόμη και η ιδιαίτερα ισχυρή λατρεία αυτού του θεού με μερικούς τόπους, μέσα από τη σύνδεση της με τις σχετικές οικιστικές παραδόσεις.
Σύμφωνα με ένα μύθο αυτής της κατηγορίας, ο Ήλιος είχε συνδεθεί κάποτε με την Ωκεανίδα Κλυτίη και με μια κόρη του Όρχαμου και της Ευρυνόμης, τη Λευκοθόη. Έτσι όταν ο Ήλιος έβλεπε η Λευκοθόη, καθυστερούσε τη διαδρομή του προς τον ουράνιο χώρο για να την κοιτάζει, και κατόρθωνε να την πλησιάσει παίρνοντας τη μορφή της μητέρας της. Όταν όμως η Κλυτίη κατάλαβε την αιτία που ο Ήλιος την παραμελούσε, πρόδωσε στον πατέρα της Λευκοθόης το μυστικό και τότε ο Όρχαμος έθαψε ζωντανή την Λευκοθόη. Ο Ήλιος όμως που την αγαπούσε, τη μεταμόρφωσε σε δεντρολίβανο. Τότε η Κλυτίη που δεν μπορούσε να αντέξει τον πόνο από την εγκατάλειψη της, μεταμορφώθηκε σε ηλιοτρόπιο, που από τότε στρέφεται πάντα στον Ήλιο, για να μπορεί να τον βλέπει.
Σε άλλο μύθο αναφέρεται ως ερωμένη του Ηλίου η Κλυμένη, γνωστή και ως σύζυγος του Μέροπα, βασιλιά των Αιθιόπων. Με αυτή ο Ήλιος λέγεται ότι έκανε γιο τον Φαέθοντα, που όταν μεγαλωσε, για να βεβαιωθεί ότι ο πατέρας του τον αναγνωρίζει για γιο του, ζήτησε να τον αφήσει να οδηγήσει αυτός μια μέρα το άρμα του. Τότε ο Ήλιος αναγκάστηκε να συγκατατεθεί. Τα άλογα όμως κατάλαβαν ότι δεν τα κατηύθυνε ο κύριός τους, ξέφυγαν από την πορεία τους, προκάλεσαν στη Γη καταστροφές, και τότε ο Δίας οργισμένος εξαπέλυσε τους κεραυνούς του και σκότωσε τον αδέξιο ηνίοχο.
Από όλες τις γυναίκες πιο πολύ ο Ήλιος αγάπησε την Ρόδο, κόρη του Ποσειδώνα και της Αμφιτρίτης, ή της Αφροδίτης. Πάνω σε αυτήν την ιστορία αγάπης ο Πίνδαρος αφηγείται ότι στη μοιρασιά του κόσμου από τους θεούς ο Ήλιος δεν ήταν παρών, πιστός στο καθήκον της καθημερινής διαδρομής τους. Οι υπόλοιποι θεοί τον ξέχασαν και δεν του όρισαν μερίδιο. Όταν επέστρεψε ο Ήλιος και διαπιστώθηκε ότι τον είχαν ξεχάσει, ο Δίας προθυμοποιήθηκε να ξαναγίνει η μοιρασιά. Τότε όμως ο Ήλιος είπε ότι αυτό δεν ήταν απαραίτητο και ότι του έφτανε να του αναγνωρίσουν την κυριότητα πάνω σε ένα μεγάλο νησί, που εκείνος από ψηλά το είχε δει να σχηματίζεται και να αναδύεται από τα βάθη της θάλασσας. Όλοι οι θεοί συμφώνησαν, και όταν το νησί βγήκε στην επιφάνεια, ο Ήλιος πήρε την αγαπημένη του Ρόδο στο νέο νησί, που του έδωσε το όνομά της, και εκεί ενώθηκε μαζί της και απέκτησε επτά σοφά παιδιά, που το πρώτο τους ο Κέρκαφος, έκανε γιους τον Κάμειρο, το Ιάλυσο και τον Λίνδο.
Εκτός από τη Ρόδο, σύμφωνα με άλλο μύθο, ο Ήλιος είχε κυριότητα και στην Κόρινθο. Έτσι κάποτε ο Ήλιος βρέθηκε σε αντιδικία με τον Ποσειδώνα για την κυριότητα της περιοχής. Τότε ο Βριάρεως, ένας από τους Εκατόγχειρες, που ορίστηκε δικαστής, τους έπεισε να κρατήσουν ο Ποσειδώνας τον Ισθμό και ο Ήλιος τον Ακροκόρινθο. Αργότερα, όμως ο Ήλιος παραχώρησσε τον Ακροκόρινθο στην κυριότητα της Αφροδίτης.
Ερμηνεία
Τα βασικά αφηγηματικά στοιχεία στους μύθους για τον Ήλιο είχαν μεγάλη διάδοση στις μυθολογίες των ινδοευρωπαϊκών λαών. Έτσι το παλικάρι που πολεμά το σκοτάδι και η σπηλιά του γίνεται κατοικία του, είναι από τις αρχέγονες ινδοευρωπαϊκές υποτυπώσεις σε σχέση με τον Ήλιο. Επίσης το λουτρό του θεού και των αλόγων στον αρχέγονο ωκεανό, προϊόν της ιδέας ότι ο Ήλιος αναδύεται από τη θάλασσα, είναι στοιχείο κοινό στη γερμανική και σλαβική μυθολογία. Στη γερμανική επίσης, καθώς και στην ινδική μυθολογία, συνηθίζεται να παρασταίνονται οι φωτοσκιάσεις και τα σύννεφα σαν βόδια ή πρόβατα, ενώ η βραδυνή ανάπαυση του Ήλιου δεν λείπει ούτε από τις «Βέδες», όπου γίνεται λόγος για το χρυσό τάσι, που μεταφέρει τον Ήλιο από το τέρμα στην αφετηρία του. Τέλος, ο χιτώνας του θεού από φως είναι παράσταση που έφτασε ως τη χριστιανική υμνογραφία, αφού σε αυτήν ο θεός εγκωμιάζεται ως «ο περιβαλλόμενος το φως ώσπερ ιμάτιον».
Όσο για την επίκληση της μαρτυρίας και της συμπαράστασης του Ήλιου σε στιγμές ακραίας δοκιμασίας των ηρώων, στοιχείο που αναθέτει στο θεό την ανθρώπινη συμπόνια και το ανθρώπινο αίτημα για δικαιοσύνη, αυτό διαπερνά ολόκληρη την ινδοευρωπαϊκή παράδοση και φτάνει ως τα σύγχρονα δημοτικά τραγούδια.
Η ιστορία της αγάπης με τη Ρόδο αιτιολογεί την ανάδειξη αυτού του νησιού σε μέγα, αν και όχι μοναδικό στην Ελλάδα, κέντρο ανόθευτης ηλιολατρείας, που μπόρεσε να διατηρηθεί ως το τέλος του αρχαίου κόσμου, ενώ η διαφορά του Ήλιου με τον Ποσειδώνα για την κυριότητα της Κορίνθου, συνδυαζόμενη με την παράδοση για τη παραχώρηση του Ακροκόρινθου στην Αφροδίτη, υποδηλώνει ισχυρότερη λατρεία του Ηλίου σε παλαιότερη εποχή.
Βόδια ιερά του Ήλιου μαρρτυρούνται στην Γόρτυνα της Κρήτης, στο Ταίναρο, στη Σικελία και σε άλλες περιοχές του Ελληνισμού. Τα κοπάδια, επτά από πενήντα κεφάλια το καθένα, χωρίς αυξομείωση κάνουν αναφορά στο ηλιακό ημερολόγιο, πενήντα φορές το επτά οι πενήντα εβδομάδες του χρόνου. Έτσι δικαιολογείται και η μυθολόγηση του Ήλιου ως πατέρα του Χρόνου και των Ωρών.
Με πληροφορίες από: Παγκόσμια Μυθολογία