Ο Ιωάννης Μακρυγιάννης γεννήθηκε το 1797, στον οικισμό Αβορίτη του Κροκυλείου Φωκίδας. Το οικογενειακό του όνομα ήταν Τριανταφύλλου, του Δημητρίου και της Βασιλικής, το οποίο και απέκρυπτε επιμελώς στη νεαρή του ηλικία καθ’ υπόδειξη της μητέρας του λόγω φόβου περαιτέρω αντεκδικήσεων, επειδή ο πατέρας του Δημήτρης είχε φονευθεί, υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες, σε συμπλοκή με τους Τούρκους, όταν ο Μακρυγιάννης ήταν ενός έτους. Οι λόγοι της δολοφονίας του πατέρα του είναι άγνωστοι: ίσως συνδέονται με περιστατικά του κλεφταρματολικού βίου της οικογένειάς του.
Από το 1817,άρχισε να ασχολείται με το εμπόριο: ο Θανάσης Λιδωρίκης, ο ευεργέτης του, του είχε αναθέσει τη διαχείριση δικών του υποθέσεων και στηριζόμενος ο ίδιος ο Μακρυγιάννης στο δίκτυο και την επιρροή του Λιδωρίκη, ανέπτυξε και δική του εμπορική δραστηριότητα. Μέχρι το 1819 είχε αποκτήσει σημαντική κινητή και ακίνητη περιουσία. Στην Άρτα των τελών της δεκαετίας του 1810 ανήκει στους οικονομικά ευκατάστατους μικροεμπορευματίες.
Το 1820, μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία, άγνωστο από ποιόν, αφού ο ίδιος δεν τον ονομάζει στα Απομνημονεύματά του. Τον Σεπτέμβριο του 1820 φτάνει στην Άρτα ο βοεβόδας της Ναυπάκτου Μπαμπά πασάς. Ο Μακρυγιάννης έφυγε από την Άρτα στις 13 Μαρτίου 1821 και με ενδιάμεσο σταθμό το Μεσολόγγι έφτασε στην Πάτρα με σκοπό να πραγματοποιήσει εμπορικό ταξίδι, αλλά κυρίως να πληροφορηθεί την όλη κατάσταση στην περιοχή για λογαριασμό των Φιλικών της Άρτας. Όπως λέει χαρακτηριστικά ο Απόστολος Βακαλόπουλος, για την αποστολή αυτή του Μακρυγιάννη, λειτουργούσε ως ο «πρώτος επίσημος Έλληνας κατάσκοπος της Επαναστάσεως». Στην Πάτρα, επειδή έγινε αντιληπτός από τις τουρκικές αρχές, βρίσκει προσωρινό καταφύγιο στο ρωσικό προξενείο και μετά από ανθρωποκυνηγητό διαφεύγει με μια φελούκα.
Τον Αύγουστο του 1821, μαζί με δεκαοχτώ άντρες από την Άρτα, με την ιδιότητα του μπουλουκτζή, και σε συνεργασία με το ένοπλο σώμα του Γώγου Μπακόλα, πήρε μέρος στη Μάχη του Σταυρού στα Τζουμέρκα, στη μάχη του Πέτα (11 Σεπτεμβρίου 1821), όπου τραυματίσθηκε ελαφρά στο πόδι και στην πολιορκία της Άρτας (Νοέμβριος 1821) και την εκπόρθησή της. Μετέβη στο χωριό Σερνικάκι Σαλώνων, όπου ανάρρωνε μετά από ασθένεια. Επέλεξε να μείνει στην Ανατολική Στερεά Ελλάδα κυρίως επειδή εντάχθηκε στα τοπικά δίκτυα προυχόντων και ενόπλων που στήριζαν τον Οδυσσέα Ανδρούτσο.
Επικεφαλής 10 αντρών έλαβε μέρος στην κατάληψη της Υπάτης. Πολέμησε στην πτώση της Αθήνας σαν απλός στρατιώτης. Ως αναγνώριση των υπηρεσιών του, του προσφέρθηκε το αξίωμα του πολιτάρχη της απελευθερωμένης πόλης. Έτσι ερχόταν σε άμεση επαφή με τους Έλληνες που υπέφεραν από διάφορες αυθαιρεσίες από τον φρούραρχο της Ακρόπολης Γιάννη Γκούρα.
Το 1823 συνεργαζόμενος με το σώμα του Νικηταρά συμμετείχε σε μια σειρά στρατιωτικών επιχειρήσεων στη Στερεά Ελλάδα. Πολέμησε στους ελληνικούς εμφυλίους πολέμους με την πλευρά του Γεωργίου Κουντουριώτη.
Το 1825 υπερασπίστηκε το Νεόκαστρο από τον Ιμπραήμ, έως την πτώση του (6 Μαΐου 1825). Στις 13 Ιουνίου του 1825, μαζί με τον Δημήτριο Υψηλάντη και λίγες εκατοντάδες άντρες, οχυρώθηκε στους Μύλους της Αργολίδας και αντιμετώπισε με μεγάλη επιτυχία τους πολλαπλάσιους άνδρες του Ιμπραήμ. Οι Τούρκοι, αν και χιλιάδες, δεν κατάφεραν να λυγίσουν την άμυνα των λίγων Ελλήνων και υποχώρησαν αφήνοντας πίσω πολλούς νεκρούς. Συμμετείχε επίσης στην Πολιορκία της Ακροπόλεως (1826-27). Στη συνέχεια συνεργάστηκε με τον Καραϊσκάκη ο οποίος προσπαθούσε τότε να διασπάσει τον οθωμανικό κλοιό γύρω από την Ακρόπολη αλλά απέτυχε.
Τον Απρίλιο του 1828 ο πεντακοσίαρχος Ιωάννης Μακρυγιάννης διορίστηκε από τη διοίκηση του Καποδίστρια Γενικός Αρχηγός της Εκτελεστικής δύναμης της Πελοποννήσου και της Σπάρτης. Εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στο Άργος. Εκεί έμεινε από το 1829 έως το 1832, όταν λόγω του εμφυλίου μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια μετακόμισε στο Ναύπλιο. Στα 1829 ξεκινά τη συγγραφή των Απομνημονευμάτων του.
Με την άφιξη του Όθωνα, ο Μακρυγιάννης επιθυμεί να εκφράσει τη νομιμοφροσύνη του στον νέο ηγεμόνα υποβάλλοντας μάλιστα υπομνήματα για την αποκατάσταση των αγωνιστών. Μάλιστα ο Όθωνας θα προσφερθεί να βαφτίσει το τέταρτο παιδί του -ονομάστηκε Όθωνας- δείχνοντάς του την βασιλική του εύνοια. Στα τέλη Μάρτη 1833 διορίστηκε ταγματάρχης στο πρώτο από τα δέκα τάγματα ακροβολιστών που συστάθηκαν. Με δεδομένη την μέχρι τότε επιτυχία του σε θέσεις αστυνομικών καθηκόντων, του ζητείται να συμμετάσχει σε μια από τις επιτελικές θέσεις της υπό σύσταση χωροφυλακής, αλλά αρνείται.
Ως πληρεξούσιος Αθηνών, ο Ιωάννης Μακρυγιάννης, συμμετείχε στις συζητήσεις που έλαβαν χώρα στην Εθνοσυνέλευση τον Ιανουάριο του 1844 σχετικά με τα δικαιώματα των ετεροχθόνων: υπήρξε ένας «από τους πιο θορυβώδεις αυτοχθονιστές», καθώς αυτός πρώτος άνοιξε το ζήτημα υποβάλλοντας το υπόμνημα επιτροπής για τον αποκλεισμό από τις δημόσιες θέσεις των ετεροχθόνων.
Στις 17 Οκτωβρίου 1862 η προσωρινή κυβέρνηση τον αποκατέστησε στο βαθμό του υποστρατήγου και στις 20 Απριλίου 1864 προβιβάστηκε σε αντιστράτηγο.
Πέθανε στις 27 Απριλίου του 1864 στην Αθήνα, εξ υπερβαλλούσης σωματικής εξαντλήσεως, σε ηλικία 67 ετών. Ο Μακρυγιάννης είχε παντρευτεί την αρχοντοπούλα Αικατερίνη Σκουζέ (1809-1877), κόρη του Χατζή Γεωργαντά Σκουζέ, από την οποία είχε αποκτήσει συνολικά 12 παιδιά: 10 αγόρια και 2 κορίτσια. Τέσσερα από τα αγόρια του πέθαναν ενώ ο ίδιος ζούσε.
Την αρραβωνιάστηκε τον Ιούνιο του 1825 και τη νυμφεύθηκε στις 21 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους με κουμπάρο τον Γιάννη Γκούρα, ενώ εκείνη ήταν 16 ετών. Το πρώτο παιδί του γεννήθηκε στα 1826 και έλαβε το αρχαιοελληνικό όνομα Λεωνίδας. Το δεύτερο το όνομα του πατέρα του Μακρυγιάννη Δημήτρη Τριανταφύλλου. Το τρίτο βαφτίστηκε Γιώργης (1844-1873), πήρε το όνομα του πατέρα της Αικατερίνης, αλλά και του δευτερότοκου αδελφού του Μακρυγιάννη. Το όνομα του τέταρτου παιδιού του ήταν Όθων (1833-1901). Τα υπόλοιπα παιδιά ήταν ο Νικόλαος (1837-1860), η Βασιλική (1839-1911), ο Θρασύβουλος (1842-1865), ο Κίτσος (1848-1928) και η Ελένη (1850-1910).
Με πληροφορίες από: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών
Με πληροφορίες από: https://el.wikipedia.org/wiki/Ιωάννης_Μακρυγιάννης
Pingback: Μύλοι Αργολίδας | δρακοπουλιάδα
Pingback: Φιλέλληνες στρατιωτικοί | δρακοπουλιάδα