Οι Άραβες της Αφρικής είχαν τρομοκρατήσει τη Μεσόγειο. Είχαν ολοκληρώσει (το 827) την κατάληψη της Κρήτης και είχαν αρχίσει την κατάληψη της Σικελίας που ήταν βυζαντινή κτήση. Έπειτα προωθήθηκαν στην Κάτω Ιταλία και στη συνέχεια επεξέτειναν τις πειρατικές τους επιδρομές και στα παράλια της Αδριατικής Θάλασσας διεκδικώντας τη θαλασσοκρατία από το Βυζάντιο. Στα παράλια της Δαλματίας κατέλαβαν και λεηλάτησαν τις πόλεις Βούτομα, Ρώσα και Δεκάτορα και πολιόρκησαν την Ραγούσα, σπουδαιότατη πόλη της Δαλματίας, η οποία αναγκάστηκε να ζητήσει βοήθεια από το Βυζάντιο, όπως και όλες οι απειλούμενες από τους Άραβες περιοχές της Δαλματίας και της Σερβίας. Οι πόλεμοι κατά των Αράβων αναπόφευκτα είναι ένα από τα χαρακτηριστικά της βασιλείας του Βασιλείου Α’ του Μακεδόνος.

Πόλεμοι κατά των Αράβων στην Δύση
Ο Βασίλειος έστειλε στη Δαλματία τον περίφημο ναύαρχο Νικήτα Ωορύφα με εκατό μεγάλα πλοία, τα λεγόμενα «Χελάνδια», ο οποίος έλυσε την πολιορκία της Ραγούσας και απάλλαξε τα παράλια της Αδριατικής από τους Άραβες πειρατές. Με το κατόρθωμα του αυτό ο Νικήτας Ωορύφας αποκατέστησε την επικυριαρχία του Βυζαντίου στη βορειοδυτική Βαλκανική (Σερβία, Δαλματία, Κροατία). Τότε οι Δαλμάτες, οι Κροάτες και οι Σέρβοι έγιναν φίλοι και σύμμαχοι του Βυζαντίου και στα χρόνια αυτά (από το 867 ως το 874) δέχτηκαν τον Χριστιανισμό από το Βυζάντιο.Τότε ιδρύθηκε και το θέμα Δαλματίας, που περιελάμβανε τις βυζαντινές πόλεις και τα νησιά της Δαλματίας.
Στη συνέχεια οι Βυζαντινοί επιτέθηκαν κατά των Αράβων στη Νότια Ιταλία και τη Σικελία. Η επιχείρηση στη Σικελία δεν είχε κανένα αποτέλεσμα παρά το γεγονός ότι ο Βασίλειος είχε καλλιεργήσει φιλικές σχέσεις με τον Πάπα και είχε προτείνει συμμαχία με τον «ρήγα της Φραγκίας» Λουδοβίκο Β’ τον Ευσεβή. Οι βοήθειες των ξένων δεν υπήρξαν αποτελεσματικές. Αντίθετα, οι Άραβες κατέλαβαν τη Μάλτα εδραιώνοντας ακόμη περισσότερο την κυριαρχία τους στη Μεσόγειο.
Οι Βυζαντινοί ενώ στη Σικελία έχαναν συνεχώς έδαφος από τους Άραβες, αντίθετα στην Νότια Ιταλία εδραιώνουν σιγά σιγά τη θέση τους. Ο ηγεμόνας του Βενεβέντου που είχε εξεγερθεί εναντίον του Λουδοβίκου Β’ συμμάχησε με τους Βυζαντινούς (873) και μετά τον θάνατου Λουδοβίκου Β’ (875) παρέδωσε το Μπάρι στον Βυζαντινό στρατηγό (876).
Κατά τα τελευταία χρόνια της βασιλείας του Βασίλειου Α’ οργανώθηκε ισχυρή και αποτελεσματική αντεπίθεση των Βυζαντινών στην Κάτω Ιταλία υπό την ηγεσία του Νικηφόρου Φωκά, παππού του αυτοκράτορα Νικηφόρου Β’ Φωκά. Το μεγαλύτερο μέρος περιήλθε στην βυζαντινή κυριαρχία (885). Τότε ιδρύθηκαν εκεί από το στρατηγό Νικηφόρο Φωκά δύο θέματα (της Καλαβρίας και της Λογγοβαρδίας) και νέοι οικισμοί.
Επίσης ιδρύθηκαν ελληνικές επισκοπές και πραγματοποιήθηκε εποικισμός Ελλήνων, από την Πελοπόννησο και από τη Μικρά Ασία. Η δύναμη του Ελληνισμού αυξήθηκε και αυτό μαρτυρείται από το γεγονός ότι τα ιδιωτικά έγγραφα γράφονταν στην ελληνική γλώσσα.
Στη Σικελία όμως τα γεγονότα εξελίσσονταν συνεχώς υπέρ των Αράβων, οι οποίοι από την εποχή του Θεοφίλου είχαν αρχίσει την κατάληψη της νήσου. Από την εποχή απέμεναν στους Βυζαντινούς οι Συρακούσες, το Ταυρομένιο, η Κατάνη και η Ραμιέττα. Πρώτος στόχος των Αράβων ήταν οι Συρακούσες τις οποίες επανειλημμένα προσπάθησαν να κυριεύσουν κατά τα έτη 868, 869 και 873.
Τον Αύγουστο του 877 με ισχυρές δυνάμεις στρατού και στόλου άρχισαν τακτική πολιορκία της πόλης αφού την απέκλεισαν και από την ξηρά και από την θάλασσα. Επακολούθησε πολιορκία εννέα μηνών κατά τη διάρκεια της οποίας οι πολιορκούμενοι υπέφεραν από την πείνα και τις κακουχίες και αναναγκάστηκαν να φάνε κρέας ανθρώπων, δέρματα, οστά και μιαρά ζώα. Τέλος, στις 20 Μαΐου του 878 οι Άραβες κατέλαβαν την πόλη παρά την ηρωική αντίσταση των κατοίκων της.
Πόλεμοι κατά των Αράβων στην θάλασσα
Τα κατά θάλασσαν κατορθώματα του Βασιλείου Α’ υπήρξαν οπωσδήποτε λαμπρότερα από τα κατά ξηράν. Αυτό κυρίως οφειλόταν στο γεγονός ότι είχε εξασφαλίσει δύο ικανότατους συνεργάτες, τους ναυάρχους Νκήτα Ωορύφα και Νάσαρ. Εκτός από την πρώτη του νίκη στην ναυτική εκστρατεία το 869 στην Αδριατική, ο ναύαρχος Νικήτας Ωορύφας κατάφερε να ανακαταλάβει το Μπάρι.
Έπειτα αφού επανήλθε στην Κωνσταντινούπολη ανέλαβε άλλη εκστρατεία κατά των Αράβων της Κρήτης, οι οποίοι με αρχηγό κάποιον εξωμότη χριστιανό ονόματι Φώτιο επιχείρησαν συστηματικές επιδρομές στο Αιγαίο, όπου λεηλάτησαν πολλά νησιά και συνέλαβαν πολλούς αιχμαλώτους. Σύμφωνα με τις μαρτυρίες των πηγών έφτασαν μέχρι τον Ελλήσποντο και την Προποντίδα. Κατά την επιστροφή τους προσβλήθηκαν από τον Νικήτα Ωορύφα στην είσοδο του Ελλήσποντο και καταστράφηκαν με το υγρό πυρ.
Όμως οι Άραβες της Κρήτης επιμένουν. Στέλνουν και νέο πειρατικό στόλο αυτή τη φορά εναντίον της Πελοποννήσου, όπου λεηλάτησε τα βόρεια και δυτικά παράλια. Ο Νικήτας Ωορύφας όταν πληροφορήθηκε τις κινήσεις των αντιπάλων στον Πατραϊκό και τον Κορινθιακό κόλπο έσπευσε να τους αποκρούσει. Φτάνει στον Σαρωνικό κόλπο και εκεί πληροφορείται ότι ο εχθρικός στόλος κρυβόταν στον Κορινθιακό. Τότε ο ναύαρχος συνέλαβε το εξής τολμηρό σχέδιο: μέσα σε μια νύχτα υπερνεώλκησε τον στόλο του από τον Σαρωνικό στον Κορινθιακό διά μέσου του Ισθμού, όπου υπήρχε από την αρχαία εποχή δίολκος. Ο βυζαντινός στόλος προχώρησε στον Πατραϊκό κόλπο, όπου συνάντησε τον εχθρικό στόλο τον οποίο κατέστρεψε σχεδόν ολοκληρωτικά με το υγρό πυρ. Ο αρχηγός του σκοτώθηκε και τα υπόλοιπα πλοία διασκορπίστηκαν. Ο νικητής ναύαρχος αφού τιμώρησε αυστηρά τους αιχμαλώτους, έπειτα επέστρεψε θριαμβευτής στην Κωνσταντινούπολη.
Πόλεμοι κατά των Αράβων στην Ανατολή
Ο Βασίλειος εκμεταλλευόμενος την εθνική και πολιτική διάσπαση του αραβικού κράτους προώθησε τα ανατολικά σύνορα της Αυτοκρατορίας μετά από συνεχείς εκστρατείες, μερικές από τις οποίες ανέλαβε ο ίδιος. Προτού, όμως, αρχίσει τις πολεμικές επιχειρήσεις με τους Άραβες έκρινε απαραίτητο να απαλλαγεί από τους Παυλικιανούς που κατοικούσαν κοντά στα σύνορα της Συρίας και συνεργάζονταν με τους Άραβες. Μετά από συνεχείς επιδρομές και με την αραβική βοήθεια κατόρθωσαν να διεισδύσουν και πάλι στα εδάφη της βυζαντινής αυτοκρατορίας και να εγκατασταθούν κοντά στα σύνορα με την Αρμενία, όπου ίδρυσαν ισχυρή πρωτεύουσα, την Τεφρική. Αυτήν την εποχή με αρχηγό τον Χρυσόχειρα είχαν γίνει πολύ απειλητικοί για το βυζαντινό κράτος.
Το 872 ο κουνιάδος του αυτοκράτορα, Χριστόφορος, πέτυχε μεγάλη νίκη εναντίον των Παυλικιανών, κατέστρεψε την πρωτεύουσα τους, Τεφρίκη, και διέλυσε τον στρατό τους σε μια άγρια μάχη στην οποία έχασε τη ζωή του ο αρχηγός του, Χρυσόχειρ. Μετά την κατάληψη της Τεφρίκης, ο Βασίλειος τέλεσε θρίαμβο στην Κωνσταντινούπολη. Όλος ο πληθυσμός της πανηγύρισε για τη νίκη επί των εχθρών του Κράτους και της Ορθοδοξίας.
Η νίκη αυτή έδωσε στους Βυζαντινούς τη δυνατότητα να προχωρήσουν στο εσωτερικό της Ανατολής και να πετύχουν σημαντικές νίκες κατά των Αράβων, που ήταν σύμμαχοι των Παυλικιανών. Το 873 ο Βασίλειος Α’ εισέβαλε στην περιοχή του Ευφράτη και κυρίευσε τα Σαμόσατα και την Σωζόπετρα ή Ζάπετρα και προχώρησε μέχρι τη Μελιτηνή, την οποία όμως δεν μπορούσε να καταλάβει γιατί ήταν πολύ οχυρωμένη. Ωστόσο τα λάφυρα και οι αιχμάλωτοι της εκστρατείας, Σαρακηνοί και Κούρδοι, ήταν πολυάριθμα. Επίσης πέτυχε να ελευθερώσει πολλούς αιχμαλώτους χριστιανούς.
Ο Βασίλειος Α’ επιχείρησε και άλλη εκστρατεία κατά της Κιλικίας αυτή τη φορά, αλλά δεν κατάφερε να καταλάβει την οχυρή όλη Ταρσό. Οι εκστρατείες αυτές του Βασιλείου καθώς και άλλες μεταγενέστερες βελτίωσαν την κατάσταση των ανατολικών συνόρων της Αυτοκρατορίας. Αρχίζει τότε μια σημαντική προέλαση των Βυζαντινών προς ανατολάς. Έτσι οι Άραβες εξαναγκάζονται να εγκαταλείψουν την επιθετική τους πολιτική κατά των Βυζαντινών.