Στη Στερεά Ελλάδα συνεχίζουμε το ταξίδι μας μέσα από δάση με βελανιδιές και κακοτράχαλα, λασπωμένα μονοπάτια. Φτάσαμε στην οροσειρά από όπου ο δρόμος αρχίζει να κατεβαίνει προς την παραλία. Από κει έχουμε πολύ ωραία θέα της εισόδου του κόλπου της Κορίνθου με τα δυο της κάστρα, της παραλίας του Μοριά μέχρι το ακρωτήρι Άραξος, και της θάλασσας κοντά στο Χλεμούτσι. Στην κάθοδο μας προς την παραλιακή πεδιάδα, που είχε διάρκεια μιάμισης ώρας πέρασε η ώρα και έπρεπε να σκεφτούμε που θα περάσουμε τη νύχτα. Επειδή η Ναύπακτος ήταν πολύ μακριά, τελικά αποφασίσαμε να πάμε στη Μονή Βαρνάκοβας.

Η Μονή Βαρνάκοβας βρίσκεται στην κορυφή μιας απότομης οροσειράς, ανάμεσα στα δάση με τις βελανιδιές στα δεξιά. Ένας Τούρκος, στον οποίο ανήκουν τα περισσότερα από τα άλογα, συμφωνεί πρόθυμα με την απόφαση, καθώς αυτό μεγαλώνει την απόσταση από τη Ναύπακτο. Απορρίπτεται όμως η απόφαση από τους Αλβανούς στρατιώτες και αφού αρχίσαμε να ανεβαίνουμε μέσα από το δάσος πάνω σε κάποιους απότομους λόφους, περάσαμε μέσα από το ζευγολατιό του μοναστηριού, στο οποίο φτάσαμε αργά το απόγευμα και λίγο αργότερα οι αποσκευές μας.
Οι καλόγεροι μας απαγόρευσαν την είσοδο, με το πρόσχημα των διαταγών που είχε δώσει ο ίδιος ο βοεβόδας, δηλαδή να μην ανοίγουν οι πόρτες μετά το ηλιοβασίλεμα. Αρχίσαμε ακόμη μια διαπραγμάτευση που όμως κράτησε πολύ ώρα, εξαιτίας του φόβου των καλογέρων, της εθνικής τάσης που υπάρχει προς τη λογομαχία και της αντιξοότητας που δημιουργούσε η συζήτηση στην πόρτα. Πάνω από όλα όμως δυσκολευτήκαμε να του δώσουμε να καταλάβουν ποιοι ακριβώς είμαστε, μια και δεν είχαν δει στο παρελθόν τέτοιους «περίεργους» χαρακτήρες, όπως εγώ και οι σύντροφοι μου. Μ τα πολλά, έπειτα από καθυστέρηση μιάμισης ώρας, οι πόρτες άνοιξαν, επειδή ο Αλβανός φρουρός που ήταν στο μοναστήρι γνώριζε καλά κάποιον από τους συνοδούς μου. Μόλις είχε στρώσει το στρώμα μου στο έδαφος και ετοιμαζόμουν να περάσω η νύχτα έξω.
Ανάμεσα σε καλόγερους και Αλβανούς στρατιώτες, ο χώρος ήταν απολύτως γεμάτος: για τους τελευταίους το μοναστήρι είναι καλή περιοχή και άνετος σταθμός για τις επιχειρήσεις τους εναντίον των κλεφτών, οι οποίοι τώρα χάνουν τη βοήθεια του μοναστηριού, που στο παρελθόν ήταν η κύρια πηγή ανεφοδιασμού τους.
Στον καταυλισμό του μοναστηριού υπάρχουν γύρω στα τριάντα άτομα. Οι περισσότεροι είναι κοσμικοί. Ανταγωνίζονται τους Αλβανούς φρουρούς στην αγριότητα και τη βρομιά, αν και τα οικονομικά του μοναστηριού είναι σε καλή κατάσταση και τώρα χτίζεται μια καινούργια εκκλησία.