Λίγα επεισόδια της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας έχουν τον εντυπωσιακό χαρακτήρα της επιστροφής του Κωνσταντίνου Καραμανλή στην Ελλάδα το βράδυ της 23ης προς την 24η Ιουλίου του 1974. Πίσω από τη θριαμβευτική αυτή εικόνα παρέμενε μια πραγματικότητα ζοφερή. Δεν υπήρξε ανατροπή εξουσίας των συνταγματαρχών από ενα συγκεκριμένο κέντρο ώστε να αποφευχθεί ο κίνδυνος του κενού εξουσίας. Και όμως κενό εξουσίας δεν υπήρξε, αλλά επήλθε ομαλά μία -κατά την έκφραση του Ακαδημαϊκού Αριστόβουλου Μάνεση- «ποιοτική αλλαγή του πολιτεύματος». Ο Καραμανλής ορκίστηκε μόνος πρωθυπουργός και ανέλαβε αμέσως την πρωτοβουλία για να σχηματιστεί Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας.
Ο Καραμανλής συγκρότησε κυβέρνηση με προβεβλημένα στελέχη των δύο προδικτατορικών κομμάτων καθώς και από νέους πολιτικούς που είχαν αντιταχθεί στην Χούντα. Αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και υπουργός εξωτερικών ανέλαβε ο Γ. Μαύρος. Το απόγευμα της 24ης Ιουλίου ορκίστηκε η κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας που συμπεριελάμβανε τον Ξενοφώντα Ζολώτα (υπουργό Συντονισμού), Ευάγγελο Αβέρωφ (υπουργό Εθνικής Αμύνης), Γεώργιο Ράλλη (υπουργό Εσωτερικών), Κωνσταντίνο Παπακωνσταντίνου (Δικαιοσύνης), Σόλωνα Γκίκα (Δημοσίας Τάξης), Κωνσταντίνο Τσάτσο (Πολιτισμού), Κωνσταντίνο Λάσκαρη (Απασχόλησης), Ανδρέα Κοκκέβη (Κοινωνικών Υπηρεσιών), Νικόλαο Λούρο (Παιδείας) και τον Παναγιώτη Λαμπρία (υφυπουργό παρά τω πρωθυπουργώ). Η κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας συμπληρώθηκε στις 26 Ιουλίου με τη συμμετοχή μεταξύ άλλων του Ιωάννη Πεσμαζόγλου Οικονομικών), Χαράλαμπου Πρωτοπαππά (Βιομηχανίας), Αθανασίου Κανελλόπουλου (Εμπορίου), Γεωργίου-Αλέξανδρου Μαγκάκη (Δημοσίων Έργων) και Γεωργίου Μυλωνά (Μεταφορών).
Αμέσως μετά την ορκωμοσία του πρώτου κλιμακίου, ανακοινώθηκαν και τα πρώτα μέτρα για την αποκατάσταση της δημοκρατικής ομαλότητας, η αποδιοργάνωση του πλέγματος εξουσίας της δικτατορίας, η προετοιμασία για διενέργεια εκλογών, η διαμόρφωση κλίματος εθνικής ενότητας, η αποκατάσταση πολιτικού ελέγχου στο στράτευμα και η αντιμετώπιση της κρίσης στην Κύπρο.
Η Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας παράλληλα με τις επαφές στο εξωτερικό για την τραγωδία του ελληνισμού με την τουρκική εισβολή στην Κύπρο, έπρεπε να λύσει και εσωτερικά φλέγοντα ζητήματα. Η κυβέρνηση προχώρησε στη λήψη μέτρων για την αποκατάσταση των δημοκρατικών θεσμών. Στα 29 Ιουλίου 1974, το Υπουργικό Συμβούλιο αποφάσισε την απόλυση όλων των γενικών γραμματέων των Υπουργείων και όλων των νομαρχών, καθώς και την επαναφορά των αιρετών αρχόντων της τοπικής αυτοδιοίκσης που είχαν εκλεγεί στις προηγούμενες δημοτικές και κοινοτικές εκλογές. Είχε ήδη καταρτιστεί πρόγραμμα που προέβλεπε εκδημοκρατισμό του εργατικού τομέα, με την κατάργηση των νομοθετημάτων της δικτατορίας σχετικά με τον συνδικαλισμό, καθώς και την αλλαγή των διορισμένων από τη χούνα διοικήσεων των συνδικαλιστικών οργανώσεων.
Ένα μείζονος σημασίας βήμα προς την πλήρη αποκατάσταση της δημοκρατικής ομαλότητας έγινε την 1η Αυγούστου, με τη δημοσίευση Συντακτικής Πράξης, σύμφωνα με την οποία θα επανερχόταν σε σχύ το Σύνταγμα του 1952, με εξαίρεση τα άρθρα τα οποία αφορούσαν στην μορφή του πολιτεύματος, για την οποία θα διενεργούνταν δημοψήφισμα.
Η ανάληψη του ελέγχου του στρατού και η κατάργηση του ρόλου του ως αυτόνομου παράγοντα του κρατικού μηχανισμού αποτέλεσε μία άλλη μείζονος σημασίας επιδίωξη της κυβέρνησης, απαραίτητη προϋπόθεση για την αποκατάσταση μιας σταθερής δημοκρατίας.
Στις 3 Σεπτεμβρίου, με Συντακτική Πράξη, αποκαταστάθηκε η νομιμόττα στα ΑΕΙ, επανήλθαν στην υπηρεσία οι διδάσκοντες που είχαν απομακρυνθεί λόγω της αντίδρασης τους προς το δικτατορικό καθεστώς, ενώ ορίστηκε ότι επανακρίνονταν αυτοί που είχαν διοριστεί κατά τη δικτατορία, ή συνεργαστεί με αυτή ως αξιωματούχοι ή σύμβουλοι.
Δύο μέρες αργότερα ακυρώθηκαν οι παραιτήσεις ή απολύσεις ανώτατων δικαστικών λειτουργών από τη δικατορία, καθώς και η νομοθεσία της που αφορούσε την απονομή της Δικαιοσύνης. Μέχρι τις 14 Σεπτεμβρίου, με νομοθετικό διάταγμα αποκαταστάθηκαν οι συνδικαλιστικές ελευθερίες και καταργήθηκε η σχετική νομοθεσία της δικτατορίας, ενώ στις 16 του ίδιου μήνα με νομοθετικό διάταγμα ορίστηκε ότι θα επανεξετάζονταν οι περιπτώσεις έκπτωσης Ελλήνων υπηκόων από την ελληνική ιθαγένεια κατά τη διάρκεια της δικτατορίας.
Μέχρι τα τέλη του μήνα, αποκαταταστάθηκαν οι αιρετές διοικήσεις των δικηγορικών συλλόγων, κυρώθηκε η σύμβαση της Ρώμης για την προάσπιση των ανθρωπίνων διακιωμάτων. Καταργήθηκαν οι διορισμένες διοικήσεις των γεωργικών συνεταιρισμών και επαναφέρθηκαν στην υπηρεσία οι υπάλληλοι του Δημοσίου και των δημοσίων οργανισμών που είχαν διωχθεί από την δικτατορία.
Τα μέτρα αυτά συνέπεσαν και με το πρώτο «άνοιγμα» της ελληνικής κυβέρνησης στον χώρο της δυτικής Ευρώπης -στοιχείο με συμβολική διάσταση, καθώς τόνιζε τον μακροπρόθεσμο προσανατολισμό της χώρας προς τη δημοκρατική ενοποιούμενη Ευρώπη. Στις 22 Αυγούστου η ελληνική κυβέρνηση ζήτησε πίσημα την επανεργοποίηση της Συνθήκης Συνδέσεως με την ΕΟΚ, η οποία είχε παγώσει λόγω της δικτατορίας. Στις 17 Σεπτεμβρίου, το Συμβούλιο Υπουργών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων υποστήριξε την επανεργοποίηση της Συνθήκης Συνδέσεως και την επάνοδο της Ελλάδας στο Συμβούλιο της Ευρώπης.
Στα μέσα Σεπτεμβρίου οι συνθήκες φαίνονταν πια ώριμες για να προχωρήσει η κυβέρνηση στην προετοιμασία των πρώτων μετά τη δικτατορία βουλευτικών εκλογών. Στις 19 Σεπτεμβρίου, το Υπουργικό Συμβούλιο ψήφισε ομόφωνα την καθιέρωση συστήματος ενισχυμένης αναλογικής. Με δηλώσεις του ο Κωνσταντίνος Καραμανλής επισήμανε ότι η διενέργεια εκλογών όχι μόνο θα σηματοδοτούσε την πλήρη αποκατάσταση της δημοκρατίας, αλλά και θα συνέβαλε στην καλύτερη διαχείριση των εθνικών θεμάτων και στην ένταξη της χώρας στους ευρωπαϊκούς οργανισμούς.
Την έγκριση του εκλογικού νόμου ακολούθησε η δημοσίευση νομοθετικού διατάγματος για τη επαναλειτουργία των κομμάτων, το οποίο σηματοδοτούσε μια σημαντική καμπή στην σύγχρονη ιστορία της χώρας: καταργούσε παράλληλα και τον νόμο 509, βάση του οποίου πρέμενε από το 1947 παράνομο το ΚΚΕ. Η νομιμοποίηση του ΚΚΕ αποτελούσε κρίσιμο βήμα όχι μόνο για την πλήρη αποκατάσταση της πολιτικής ομαλότητας, αλλά και για την διασφάλιση κλίματος εθνικής ομοψυχίας. Παράλληλα καταδείκνυε την απόφαση του Καραμανλή προσωπικά, αλλά και του συνόλου του πολιτικού κόσμου, να συντελεστεί μια πολιτική αλλαγή ευρύτατης έκτασης, χωρίς δεσμεύσεις από την ατυχή πολιτική κληρονομιά του Εμφυλίου Πολέμου.
Έτσι η νομιμοποίηση του ΚΚΕ επέτρεπε την πλήρη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος, χωρίς αποκλεισμούς και αποτέλεσε και πρωτοβουλία βαθύτατα συμβολική για τη βούληση του ελληνικού πολιτικού κόσμου να γυρίσει οριστικά τη σελίδα της πολιτικής ιστορίας της χώρας.
Με πληροφορίες από: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους