Η κοινωνία του νέου ελληνικού κράτους

Η κοινωνία του νέου ελληνικού κράτους που ιδρύθηκε το 1830 δεν ήταν «νέα», με την έννοια ότι η κοινωνική δομή του νεόκοπου κράτους ή οι κοινωνικές διασυνδέσεις των ελεύθερων Ελλήνων δεν είχαν υποστεί ριζική ή απότομη μεταβολή. Και τούτο γιατί ο απελευθερωτικός αγώνας δεν αποτέλεσε κοινωνική επανάσταση. Συνεπώς, η κοινωνική δομή της ελευθερωμένης Ελλάδας εξακολουθούσε να παραμένει ίδια με την προαπελευθερωτική και η καθημερινή ζωή της μεγάλης μάζας του λαού ξαναγύρισε με τη λήξη του αγώνα στην ίδια περίπου προεπαναστατική ρουτίνα.

Η κοινωνία του νέου ελληνικού κράτους

Οι απενλευθερωμένες από τη οθωμανική κυριαρχία επαρχίες συνέχιζαν να είναι προσκολλημένες σε κοινωνικά σχήματα που είχαν λειτουργήσει στη διάρκεια των τεσσάρων αιώνων της οθωμανικής κυριαρχίας. Το σύστημα της «πελατείας» αποτελεί ένα αξιομνημόνευτο παράδειγμα για τις σημαντικές πολιτικές επιπτώσεις που είχε στη ζωή του νέου ελληνικού κράτους, όπως επίσης το σύστημα της ενοικίασης των φόρων και της καλλιέργειας, σχήματα που διατηρήθηκαν ακόμα και μετά τη δημιουργία δυτικότροπου διοικητικού και νομικού οικοδομήματος.

Ταξικές συγκρούσεις που έγιναν αισθητές γαι ένα μικρό χρονικό διάστημα στην πρώτη φάση του απελευθερωτικού αγώνα, όπως η σύγκρουση οπλαρχηγών-προεστών, ή όσες προκάλεσαν οι αξιώσεις των χωρικών για την απόκτηση γης σύντομα έσβησαν καθώς η διαμάχη εμφανίστηκε με διαφορετικές πιιο σημαντικές και διαρκέστερες μορφές που τις καθόριζαν τοπικές επιδιώξεις και στο σύστημα της «πελατείας».

Καινούργιο στην οθωνική κοινωνία ήταν το πολιτικό και γεωγραφικό πλαίσιο μέσα στο οποίο αυτή λειτουργούσε. Η κοινωνική αλλαγή παρέμενε χωρίς σχεδιασμό και ήταν απόρροια, παράγωγο γεγονότων της επαναστατικής περιόδου και το υποπροϊόν του πολιτεύματος και της οικονομικής διαδικασίας που επικρατούσαν στην περίοδο του Όθωνα.

Μία από αυτές ήταν η αλλαγή στην σύνθεση του πληθυσμού, αποτέλεσμα της επαναστατικής περιόδου και προερχόταν από δύο θεμελιώδεις αιτίες: από το ένα μέρος από την απομάκρυνση του τουρκικού στοιχείου από τις απελευθερούμενες περιοχές και από το άλλο από τη μετανάστευση, εκούσια ή ακούσια, των Ελλήνων προς την ελεύθερη Ελλάδα. Αν και το τουρκικό στοιχείο αποτελούσε ένα μικρό κομμάτι του πληθυσμού και οι ετερόχθονες Έλληνες ακόμη μικρότερο, εντούτοις η δημογραφική αυτή αλλαγή στάθηκε κοινωνικά σημαντική.

Οι Τούρκοι συνιστούσαν ηγετικό στοιχείο: με τόσο πλούτο, τη θέση και τη δύναμη της εξουσίας αποτελούσαν σοβαρό παράγοντα στη διαμόρφωση κοινωνικών προτύπων και μοντέλων συμπεριφοράς. Φθάνοντας στην ελεύθερη Ελλάδα οι ετερόχθονες μπόρεσαν να διαδραματίσουν ένα ρόλο που ήταν αντίστροφα ανάλογος από τον αριθμό τους. Και αυτό για δύο λόγους: πρώτον οι δυτικομαθημένοι λόγιοι και Φαναριώτες είχαν αναπτύξει ικανότητες που τους έδιναν τη δυνατότητα να ασκούν πολιτική και πνευματική εξουσία, δεύτερον, ως πρόσφυγες που είχαν πετύχει στον επιχειρησιακό τομέα, όπως οι Ψαριανοί και οι Χιώτες, που εγκαταστάθηκαν στη Σύρο, μπόρεσαν να έχουν αποφασιστική συμμετοχή στην ελληνική οικονομία. Η δημογραφική αυτή αλλαγή βοήθησε αποτελεσματικά την ελληνική κοινωνία να προχωρήσει προς την αποτίναξη της οθωμανικής παρουσίας και προς τον εκσυγχρονισμό.

Μια δεύτερη αλλαγή είχε προέλθει από το καινούργιο πολίτευμα. Σε πολλές ελληνικές επαρχίες δημιουργήθηκαν κέντρα με πολύ μικρότερη εξάρτηση από την Κωνσταντινούπολη και τα οποία βαθμιαία αποκαθιστούσαν δεσμούς με την Αθήνα, πρωτέυουσα του κράτους από το 1834 και κέντρο του συγκεντρωτικού διοικητικού μηχανισμού με ικανή απορροφητική δύναμη. Τη διαδικασία αυτή ευνοούσαν από το ένα μέρος μετακινήσεις μέσα στα πλαίσια του ελληνικού κράτους και η μετανάστευση ελληνικών πληθυσμών προς αυτό.

Στην Αθήνα μια νέα κοινωνία άρχισε να διαμορφώνεται βαθμιαία, στην οποία συναντήθηκαν διαφορετικής προέλευσης στοιχεία του ελληνισμού, που ποτέ προηγουμένως δεν είχαν αναμειχθεί. Η βασιλική αυλή, οι εκπρόσωποι των ξένων Δυνάμεων, οι εύποροι και οι καλλιεργημένοι ετερόχθονες Έλληνες έβαζαν τις βάσεις για καινούργια κοινωνικά πρότυπα και συμπεριφορές και συνάμα επηρέαζαν τον τρόπο ζωής των παραδοσιακών ντόπιων ηγετικών ομάδων που έρχονταν στην πρωτεύουσα για πρόσκαρη η οριστική εγκατάσταση.

Είναι δύσκολο να αναφερθεί κανείς με εγκυρότητα στο θέμα της κοινωνικής διαφοροποίησης και της ταξικής διαστρωμάτωσης στην Ελλάδα του Όθωνα, ιδίως στην παραδοσιακή ελληνική κοινωνία. Μπορεί να γίνει λόγος για διαχωρισμό των τάξεων με κριτήριο τα εισοδήματα, τα επαγγέλματα. Ο διαχωρισμός σε τάξεις είναι πιο εύκολος στις ηγετικές ομάδες που ξεχωρίζουν οι προεστοί, ο ανώτερος κλήρος, οι οπλαρχηγοί, οι φαναριώτες, οι έμποροι, οι καραβοκυραίοι, ή στον πληθυσμό που αποτελεί το βασικό κοινωνικό υπόστρωμα: εμπορευόμενοι, τεχνίτες, ποιμένες, αγρότες.

Οι παραδοσιακές ηγετικές ομάδες επέζησαν γιατί είχαν συμβάλει στην Επανάσταση. Και ενώ η εθνική συμμετοχή τους είχε αναγνωρισθεί, εντούτοις είχαν υποστεί μείωση της δύναμης τους εξαιτίας της δυτικότροπης, συγκεντρωτικής, γραφειοκρατικής διοίκησης. Στο καινούργιο πολίτευμα η παλαιά τάξη των γαιοκτημήνων, την οποία εκπροσωπούσαν οι προεστοί όχι μόνο διατήρησε τη γη της αλλά και σε ορισμένες περιπτώσεις αύξησε την ιδιοκτησία της. Μειώθηκε όμως ο έλεγχος της πάνω στην ελληνική κοινοτική ζωή από τη στιγμή που η συγκεντρωτική γραφειοκρατία αντικατέστησε την κοινοτική αυτονομία.

Ο κλήρος, όσο κι αν είχε διατηρήσει τη δύναμη και την εξουσία που απέρρεαν από τις εκκλησιαστικές του λειτουργίες, δοκίμαζε τώρα κανούργιους περιορισμούς τους οποίους είχε επιβάλει η διοργάνωση των εκκλησιαστικών πραγμάτων από το κράτος και η ανταγωνιστική θέση που έδειχνε απέναντι στην εκκλησία η πνευματική ηγεσία.

Οι Φαναριώτες έχασαν τίτλους, αξιώματα δύναμη, που, όλα είχαν την αρχική τους προέλευση στην οθωμανική διοίκηση. Όμως ο πλούτος που έφεραν μαζί τους στην Ελλάδα και η πνευματική τους καλλιέργεια τους έδωσαν θέση υπεροχής στο νέο ελληνικό κράτος όσο και αν στάθηκαν ανταγωνιστικές και δύσπιστες απέναντι τους άλλες ηγετικές ή και λαϊκές ομάδες. Ως συγκροτημένη ομάδα οι οπλαρχηγοί βγήκαν κερδισμένοι από την Επανάσταση, από το ένα μέρος εξαιτίας του κύρους που απέκτησαν για τις στρατωτικές τους υπηρεσίες προς το έθνος, από το άλλο γιατί μπόρεσαν να συγκεντρώσουν υλικό πλούτο είτε με την απόκτηση γης είτε με την είπραξη των φόρων. Αλλά η αντικατάσταση των ατάκτων στρατιωτικών σωμάτων με ευρωπαϊκού τύπου τακτικό στρατό τους αποστέρησε πολλή από τη δύναμή τους.

Πραγματικά, κατά την οθωνική περίοδο σοβαρός καθοριστικός παράγοντας στάθηκε η σχέση των παραδοσιακών ηγετικών ομάδων προς την εκσυγχρονισμένου τύπου διοίκηση. Όλες οι παραδοσιακές ηγετικές ομάδες είχαν να αντιμετωπίσουν μια νέα τάξη που κυριαρχούσε στις απαιτήσεις ενός δυτικού τύπου γραφειοκρατικού πολιτεύματος. Η τάξη αυτή αποτελούνταν από λόγιους ή ελεύθερους επαγγελματίες που μεταβλήθηκαν σε γραφειοκράτες. Αρχικά οι περισσότεροι ήταν ετερόχθονες, αλλά βαθμιαία οι απόγονοι των παραδοσιακών ηγετικών ομάδων και της μεσαίας τάξης ήρθαν να ενισχύσουν τον αριθμό τους. Επιγαμίες, επιμιξίες, συμμετοχή στα κοινά δημιούργησαν καινούργιες ηγετικές ομάδες μπροστά στις οποίες υποχώρησαν οι παλαιότερες.

Η πλειοψηφία όμως του πληθυσμού του νεου ελληνικού κράτους ήταν αγρότες, που ανήκαν όμως σε διάφορες κατηγορίες. Ο κύριος διαχωρισμός τους ήταν νομικής υφής. Ήταν σημαντικός για τη θέση τους στην κοινωνική κλίμακα χωρίς όμως να αποτελεί ένδειξη σαφή για την οικονομική τους κατάσταση. Ήταν ο χωρισμός ανάμεσα στους σχετικά ολιγάριθμους χωρικούς που είχαν τίτλους ελεύθερης γεωκτησίας και στους πολυαριθμότερους ακτήμονες χωρικούς, που είτε καλλιεργούσαν τη γη των γαιοκτημόνων, όπως στα προεπαναστατικά χρόνια, είτε εργάζονταν στα εθνικής ιδιοκτησίας κτήματα ως ενοικιαστές του δημοσίου.

Μέσα στην Οθωνική περίοδο υπήρξαν φαινόμενα όπως η ληστεία, οι μυστικές εταιρίες, τα τοπικά κινήματα και εξεγέρσεις. Συχνά αποτέλεσαν και τα τρία έκφραση κοινωνικής διαμαρτυρίας. Οι πολιτικοί ηγέτες συχνά τα εκμεταλλεύτηκαν και τα χρησιμοποίησαν για λόγους αντιπολιτευτικούς, ως μέσα πίεσης, επιδιώκοντας περιορισμένες παραχωρήσεις από την κεντρική εξουσία. Και τα τρία αντανακλούσαν την παλαιά παραδοσιακή κοινωνία: μια κοινωνία που δεν είχε βρει ακόμη την οριστική μορφή της, όπως η σύγχρονη δυτική κοινωνία, δηλαδή με σαφείς πολιτικούς, οικονομικούς και κοινωνικούς διαχωρισμούς.

Με πληροφορίες από: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους