Η ελληνική παρουσία στην Ισπανία

Η ελληνική παρουσία στην Ισπανία ήταν ανέκαθεν περιορισμένη και ουσιαστικά στην σφαίρα επιρροής της Μασσαλίας. Κατά την περίοδο του ανταγωνισμού και των πολεμικών συγκρούσεων μεταξύ Ρωμαίων και Καρχηδονίων, οι Έλληνες της Ισπανίας ακολουθώντας και στο σημείο αυτό την εξωτερική πολιτική της Μασσαλίας, τάχθηκαν με το μέρος των Ρωμαίων. Το Εμπόριο, ορμητήριο των Ρωμαίων κατά τον Β’ Καρχηδονιακό πόλεμο, χρησιμοποιήθηκε και αργότερα ως στρατιωτική βάση από τον Κάτωνα για την αντιμετώπιση μιας εξέγερσης ιθαγενών.

Η ελληνική παρουσία στην Ισπανία
Ρωμαϊκό θέατρο του Σαγούντο (Ζάκανθα)

Για την κατάσταση των ελληνικών πόλεων της Ισπανίας κατά τη ρωμαιοκρατία υπάρχει σχεδόν πλήρης έλλειψη πληροφοριών, μπορούμε όμως να υποθέσουμε ότι η επικράτηση της ρωμαϊκής κυριαρχίας στην Ισπανία είχε ως συνέεπια κάποια αποσύνδεση των ελληνικών πόλεων της χώρας από τη Μασσαλία. Τον 1ο π.Χ. αιώνα η πόλη Εμπόριο παρουσίαζε αξιόλογη δραστηριότητα και γνώρισε κάποια ευημερία. Στα χρόνια του Ιούλιου Καίσαρα είχαν αποσταλεί την πόλη Ρωμαίοι έποικοι στο Εμπόριο και οι Έλληνες κάτοικοι είχαν αποκτήσει το δικαίωμα του Ρωμαίου πολίτη, όπως και οι ιθαγενείς Ίβηρες.

Η παραχώρηση ρωμαϊκής πολιτείας χρονολογείται πιθανώς από τότε που ο Κάτων χρησιμοποίησε το Εμπόριο ως στρατιωτική βάση, δηλαδή αρχή του 2ου π.Χ. αιώνα. Μετά την ρωμαϊκή κατάκτηση της Ισπανίας και την ίδρυση ρωμαϊκών αποικιών, η δραστηριότητα των Ελλήνων της περιοχής θα προσαρμόστηκε στα νέα πλαίσια της ρωμαϊκής κυριαρχίας και θα δημιουργήθηκαν στενότερες σχέσεις μεταξύ Ελλήνων και Ρωμαίων, που οδήγησαν ίσως σε ένα είδος βραδείας συγχώνευσης. Η υπάρξη ελληνικών ονομάτων στις λατινικές επιγραφές που βρέθηκαν στην πόλη Ζάκανθα (Σάγουντο) και η παράλληλη ανυπαρξία ελληνικών επιγραφών συνηγορούν υπέρ αυτής της άποψης.

Η οικονομική σημασία των ελληνικών πόλεων της Ισπανίας συνδεόταν πρωταρχικά με την εμπορική εκμετάλλευση πλουτοπαραγωγικών πηγών της περιοχής και κυρίως των μεταλλευμάτων. Παλαιότερα τα μεταλλεία του Ημεροσκοπείου ανήκαν στους ιθαγενείς και οι Έλληνες της πόλης εμπορεύονταν το παραγόμενο σιδηρομετάλλευμα αγοράζοντας το από ντόπιους παραγωγούς. Από το Εμπόριο και το Ημεροσκοπείο γίνονταν οι κύριες εξαγωγές αργύρου και σιδήρου.

Η Ωστόσο, η ρωμαϊκή κυριαρχία στην Ισπανία δημιούργησε νέα οικονομική κατάσταση και η εκμετάλλευση των μεταλλείων γινόταν πια για λογαριασμό της Ρώμης. Πιθανόν το ίδιο να ίσχυε ως ένα σημείο και για μέρος της αγροτικής παραγωγής, ίσως όμως και οι Έλληνες εξακολούθησαν, όπως προηγουμένως, να αγόραζαν αγροτικά προϊόντα από τους ντόπιους καλλιεργητές της γης και να τα διαθέτουν έπειτα στο εμπόριο.

Ο Στράβων μας πληροφορεί ότι στον παραθαλάσιο χώρο της μεσογειακής Ισπανίας υπήρχαν πολλά ελαιόδεντρα, συκιές και αμπέλια. Πιστεύεται μάλιστα ότι στην περιοχή του Εμπορίου οι Έλληνες της πόλης ήταν ιδιοκτήτες ορισμένων εκτάσεων καλλιεργήσιμης γης. Επίσης το έδαφος, τόσο της περιοχής του Εμπορίου όσο και της Ζακάνθας, παρήγε σημαντικές ποσότητες «σχοίνου», η εξαγωγή της οποίας στο παρελθόν ικανοποιούσε, πιθανώς με κάποια προτεραιότητα τις ανάγκες των σχοινοπλεκτικών βιοτεχνιών της Μασσαλίας. Τον καιρό όμως του Στράβωνα οι εξαγωγές του είδους αυτού είχαν ως κύριο προορισμό την Ιταλία. Τέλος, αναφέρεται ότι στο Εμπόριο είχαν αναπτυχθεί αξιόλογες υφαντουργικές βιοτεχνίες λινού.

Οι πληροφορίες για την διάδοση των ελληνικών λατρειών την Ισπανία είναι ελάχιστες σχεδόν ανύπαρκτες, όπως άλλωστε είναι ελάχιστες και οι πληροφορίες για την γενικότερη παρουσία του ελληνικού στοιχείου στη Ισπανία κατά τη ρωμαιοκρατία. Φαίνεται ότι η μεγάλη διαφορά μεταξύ της ζωής των Ελλήνων αποίκων ή εμπόρων και των ιβηρικών πληθυσμών προσδιόρισε και τις περιορισμένες σε γεωγραφική έκταση και χρονική διάρκεια ελληνικές επιδράσεις, που ακολούθησνα τη τύχη των ίδιων των ελληνικών αποικιών, αν και διαπιστώνεται ότι το ελληνικό αλφάβητο χρησιμοποιήθηκε με ορισμένες προσαρμογές για την γραφή κειμένων στην ειβηρική γλώσσα.

Ωστόσο, μέσα στην ακτίνα επιρροής της Μασσαλίας και με τη μεσολάβηση των ελληνικών αποικιών ή εμπορικών σταθμών, ξεχώριζε κατά κάποιο τρόπο η λατρεία της Εφέσιας Αρτέμιδος, ναοί της οποίας υπήρχαν στην Ζάκανθα, το Εμπόριο, στη Ρόδη, στο Ημεροσκοπείο. Η διάδοση της λατρείας της Αρτέμιδος θα περιοριζόταν βέβαια στους πληθυσμούς που ήταν κοντά στις ελληνικές πόλεις και έρχονταν σε επαφή με τους Έλληνες, υποδηλώνει ωστόσο και ως ένα βαθμό τις ελληνικές επιδράσεις που δέχθηκαν αυτοί οι πληθυσμοί. Τέλος, στα πλαίσια των γενικότερων ελληνικών επιδράσεων, μπορούν να θεωρηθούν ως ενδείξεις κάποιας απόμακρης απήχησης του ελληνικού πολιτισμού περιπτώσεις όπως του ιπποδάμειου πολεοδομικού σχεδίου του Εμπορίου ή της ύπαρξης θεάτρου στη Ζάκανθα.

Με πληροφορίες από: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους