Φιλοκτήτης

Ο Φιλοκτήτης ήταν βασιλιάς της Μελιβοίας στη Μαγνησία της Θεσσαλίας, γιος του Ποίαντα και της Δημώνασσας, ήρωας του Τρωικού πολέμου, διάσημος τοξότης και κάτοχος των όπλων του Ηρακλή. Όταν ο Ηρακλής αποφασισμένος να πεθάνει, έστησε στο βουνό της Οίτης μια πυρά και ανέβηκε πάνω της, κανείς δεν δεχόταν να την ανάψει, εκτός από τον Φιλοκτήτη, που καταγόταν από την κοντινή πόλη Μαλίδα στον Σπερχειό. Για να τον ανταμείψει ο Ηρακλής του χάρισε το τόξο του και τα φαρμακερά βέλη του, που είχαν βουτηχτεί στο δηλητήριο της Λερναίας Ύδρας. Την ίδια ιστορία άλλες πηγές τη διηγούνται για τον πατέρα του Φιλοκτήτη, Ποίαντα που είχε έρθει τυχαία στην Οίτη, αναζητώντας τα κοπάδια του.

Φιλοκτήτης

Ο Φιλοκτήτης ήταν από αυτούς που κάποτε ζήτησαν να παντρευτούν την ωραία Ελένη και ύστερα ορκίστηκαν τους όρους του Τυνδάρεω, δηλαδή να βοηθήσουν τον Μενέλαο αν κάποιος άρπαζε την γυναίκα του. Έτσι, όταν οι Πάρις έκλεψε την Ελένη και ο αχαϊκός στρατός συγκεντρωνόταν στην Αυλίδα, ο Φιλοκτήτης παρουσιάστηκε με επτά καράβια και τριακόσιους πενήντα πολεμιστές από τη Μηθώνη, τη Θαυμακία, τη Μελίβοια και την Ολιζώνα πρόθυμος να πολεμήσει.

Στο δρόμο τους για την Τροία οι Αχαιοί αποφάσισαν να σταματήσουν στο νησί Χρυσή, για να θυσιάσουν στην ομώνυμη θεά, που φύλαγε τα θαλασσινά περάσματα. Αποβιβάζονται στο νησί και αναζητούν το ναό της, που όμως ο Φιλοκτήτης τον ήξερε γιατί είχε περάσει από εκεί κάποτε ως Αργοναύτης ή ως ακόλουθος του Ηρακλή στην εκστρατεία στην Τροία.

Ο Φιλοκτήτης βρήκε το ναό, αλλά μόλις προχώρησε το ιερό φίδι τον δάγκωσε στο πόδι -είτε γιατί δεν είχε ανταποκριθεί τον έρωτα της θεάς είτε γιατί η Ήρα τον τιμώρησε για τη βοήθεια που είχε δώσει στον Ηρακλή. Η πληγή κακοφόρμισε, βρωμούσε φοβερά, προξενούσε αφόρητους πόνους και τα βογκητά του ήρωα προκαλούσαν αθυμία στο στράτευμα. Έτσι με τη συμβουλή του Οδυσσέα, οι Αχαιοί αποφασίζουν να τον εγκαταλείψουν μόνο και αβοήθητο, την ώρα που κοιμόταν, στη Λήμνο.

Άλλες παραλλαγές αγνοούν τη Χρυσή (που ως νησί είναι άγνωστη) και διηγούνται πως το φίδι δάγκωσε τον Φιλοκτήτη στην Τένεδο, στην ώρα που οι Αχαιοί θυσίαζαν στον Απόλλωνα στην Ίμβρο ή και στην ίδια την Λήμνο, όπου και εγκαταλείφθηκε.

Η ζωή δεν ήταν εύκολη στη Λήμνο για τον μοναχικό και πληγωμένο ήρωα, που όμως κατάφερε επιβιώσει σε μια σπηλιά, σκοτώνοντας με το τόξο του ζώα και πουλιά για την τροφή του και ανακουφίζοντας την πληγή του με βότανα. Δέκα χρόνια αργότερα, ενώ οι Αχαιοί πολιορκούν ακόμα την Τροία μανθαίνουν από τον μάντη Έλενο ότι δεν θα πάρουν ποτέ την πολιτεία, αν δεν έχουν μαζί τους τον Φιλοκτήτη με τα όπλα του Ηρακλή. Τη δύσκολη αποστολή αναλαμβάνει ο Οδυσσέας, και τη φέρνει εις πέρας με εκβιασμό.

Σύμφωνα με τον Αισχύλο, ο Οδυσσέας μόνος, κερδίζει την εμπιστοσύνη του Φιλοκτήτη λέγοντας ψέμματα πως είναι τάχα Αχαιός και γυρίζει στην πατρίδα του μετά τον θάνατο του Αγαμέμνονα και του Οδυσσέα και τη διάλυση του στρατεύματος και του αρπάζει τα όπλα. Ύστερα του φανερώνει την αλήθεια και ο Φιλοκτήτης αναγκάζεται να τον ακολουθήσει.

Ξανά με τους Αχαιούς μπροστά στην Τροία ο Φιλοκτήτης γιατρεύεται από τον Μαχάονα ή τον Ποδαλείριο και αρχίζει αμέσως να παίρνει μέρος στις μάχες και να αριστεύει με τα αλάθευτα βέλη του. Ύστερα, προκαλεί τον Πάρι που είναι και αυτός τοξότης, σε μονομαχία και τον πληγώνει στη βουβωνική χώρα. Αργότερα ο Φιλοκτήτης μπήκε μαζί με τους δύο άλλους αρχηγούς στο ξύλινο άλογο και στην άλωση της Τροίας σκότωσε τον Διοπείθη, γιο του Πρίαμου, και τον Άδμητο, γιο του Αυγεία.

Μετά την άλωση της Τροίας, ο Φιλοκτήτης πήρε τον δρόμο του γυρισμού. Η τρικυμία στον Καφηρέα τον έριξε στην ανατολική ακτή της Ιταλίας, όπου έφθασε θαλασσοδαρμένος στα ακρογιάλια του Βρούττιου. Αναγκασμένος να μείνει στην Ιταλία με τους συντρόφους του ο Φιλοκτήτης, ίδρυσε πολλές πόλεις: την Κρίμμισα (ανάμεσα στον Κρότωνα και τους Θούριους), τη Μάκαλλα, τη Χώνη, την Πετηλία, την Έγεστα και πιθανόν και τους Θούριους.

Ο θάνατος τον βρήκε στο Βρούττιο, όταν έτρεξε με τον στρατό να βοηθήσει τον Τληπόλεμο που είχε και αυτός βρεθεί στην ίδια περιοχή και κινδύνευε από τους ντόπιους Λευκανούς. Σύμφωνα με μια μαρτυρία ο τάφος του βρισκόταν στις όχθες του ποταμού Κράθη, κοντά στη Σύβαρη, όμως άλλες τον τοποθετούν στην πόλη Μάκαλλα, στην οποία ο ίδιος είχε ιδρύσει ναό στον Απόλλωνα Αλαίο και του είχε αφιερώσει το τόξο που ανήκε στον Ηρακλή. Εκεί αργότερα οι κάτοικοι τού έχρισαν ιερό και τον τιμούσαν με θυσίες. Άλλοι θεωρούν ότι τόσο ο τάφος του Φιλοκτήτη όσο και ο ναός του Απόλλωνα βρισκόταν στους Θούριους.

Με πληροφορίες από: Παγκόσμια Μυθολογία