Ρώμη: Από τον θρύλο στην ιστορία

Η Ρώμη δεν κίνησε το ενδιαφέρον των Ελλήνων πριν από τα μέσα του 4ου π.Χ. αιώνα, οπότε, μετά την προσάρτηση της Καμπανίας, για πρώτη φορά ήρθε σε άμεση επαφή με τον ελληνικό κόσμο. Η αρχαιότερη μνεία γεγονότων της ρωμαϊκής ιστορίας από Έλληνες συγγραφείς είναι οι αναφορές του Αριστοτέλη, του Ηρακλείδη του Ποντικού και του Θεόπομπου στην άλωση της Ρώμης από τους Γαλάτες το 387π.Χ. Λίγα χρόνια αργότερα ο Θεόφραστος, στο έργο του περί φύσεως ιστορίες» ασχολήθηκε λίγο διεξοδικότερα με το θέμα. Τις πρώτες όμως πραγματικές «ρωμαϊκές αρχαιολογίες» έγραψαν ο Ιερώνυμος ο Καρδιανός και ο Τίμαιος ο Ταυρομενίτης στα πλαίσια της διήγησης της εκστρατείας του Πύρρου στην Ιταλία, που έφερε όχι μόνο τις ελληνικές αποικίες της Δύσης αλλά και την ελληνιστική Ανατολή σε επαφή με τους Ρωμαίους.

Ρώμη: Από τον θρύλο στην ιστορία

Οι παλαιότερες πριν από τον 4ο π.Χ. αιώνα αναφορές της ελληνικής γραμματείας στη Ρώμη δεν ανήκουν στη σφαίρα της ιστορίας αλλά του μύθου. Ο Ησίοδος ήδη εμφανίζει τον Οδυσσέα και την Κίρκη ως γονείς του ήρωα Λατίνου, ενώ στα τέλη του 5ου π.Χ. αιώνα ο Ελλάνικος αποδίδει την ίδρυση της Ρώμης στον Οδυσσέα και στον Αινεία. Η σύνδεση των «νόστων« με την ίδρυση της Ρώμης, όπως και άλλων πόλεων της Ιταλίας και της Σικελίας, μολονότι καθαρά ελληνικής έμπνευσης, έμελλε να σφραγίσει ανεξίτηλα την ρωμαϊκή ιδεολογία, καθώς από τον 6ο π.Χ. αιώνα ήταν διαδεδομένη μεταξύ των Τυρρηνών και από τα μέσα του 4ου π.Χ. αιώνα είχε υιοθετηθεί από τους ίδιους τους Ρωμαίους, που τους κολάκευε η ιδέα της ελληνικής ή τρωικής καταγωγής τους και οι οποίοι εμπλούτισαν τον μύθο της ίδρυσης με ήρωες της δικής τους παράδοσης, όπως ο Ρέμος και ο Ρωμύλος.

Από την συνεχή αλληλεπίδραση των ελληνικών και ρωμαϊκών παραδόσεων, σε συνδυασμό με την εξέλιξη των σχέσεων των Ρωμαίων με τους υπόλοιπους Λατίνους, τους Τυρρηνούς και τους Έλληνες, ο μύθος της ίδρυσης έχει αρχίσει σε αδρές γραμμές να αποκτά την οριστική μορφή του κατά την εποχή της εισόδου της Ρώμης στην ελληνική ιστορία. Θύμα ίσως των πρώτων συγκρούσεων μεταξύ Ελλήνων και Ρωμαίων ο Οδυσσέας παραμερίζεται σε όφελος του Αινεία, ο οποίος μολονότι μη Έλληνας και εχθρός των Ελλήνων καταγόταν από έθνος εξίσου αρχαίο και ένδοξο.

Οι περιπλανήσεις του Αινεία ως το Λάτιο εμπλουτίζονται κατά τα πρότυπα των «νόστων». Οι εκεί σχέσεις του με τους Λατίνους και τους Τυρρηνούς, κατά άλλες εκδοχές φιλικές και κατά άλλες εχθρικές, ακολουθούν τις διακυμάνσεις της εκάστοτε ρωμαϊκής εξωτερικής πολιτικής. Οπωσδήποτε ο Αινείας επιβάλλεται ως βασιλιάς των Λατίνων και από την ένωση των τελευταίων με τους Τρώες συντρόφους τους κατάγονται, σύμφωνα με την παράδοση, οι Ρωμαίοι. Ωστόσο στην τελική μορφή του μύθου ο Αινείας δεν εμφανίζεται πια ο ίδιος ως ιδρυτής της Ρώμης. Η τιμή αυτή επιφυλάσσεται στους απογόνους του Ρωμύλο και Ρέμο, πολλές γενιές μετά τον θάνατό του, το 753π.Χ. κατά τη χρονολογία που, έπειτα από πολλές διακυμάνσεις, επικράτησε.

Οι γραπτές μαρτυρίες για την ιστορία της Ρώμης, από την ίδρυση της πόλης ως τα μέσα του 4ου π.Χ. είναι αποκλειστικά ρωμαϊκής προέλευσης. Αλλά οι Ρωμαίοι, που κατά μίμηση των Ελλήνων άρχισαν πρώτα στα ελληνικά και από τον 2ο π.Χ. αιώνα στα λατινικά να γράφουν την ιστορία της πατρίδας τους, ούτε την έφεση αλλά ούτε και την δυνατότητα είχαν να ιστορήσουν αντικειμενικά το παρελθόν τους.

Τεκμήρια που μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν γι’ αυτήν την περίοδο ήταν βασικά οι «χρόνων αναγραφές των ιεροφαντών» ( annales pontificum), τα ιδιωτικά αρχεία των αριστοκρατικών οικογενειών, οι κατάλογοι των αρχόντων μετά τη κατάργηση της βασιλείας και επιγραφές με νόμους, συνθήκες κλπ. Τα τεκμήρια αυτά, παρά τον περιορισμό των πρώτων σε θρηκευτικού ενδιαφέροντος γεγονότα και τον αναγκαστικά υποκειμενικό χαρακτήρα των δεύτερων, θα μπορούσαν να αποτελέσουν βάση για τη συγγραφή επιστημονικής ιστορίας του 5ου και του 4ου π.Χ. αιώνα τουλάχιστον, αν δεν είχαν ως επί το πλείστον καταστραφεί κατά την άλωση της Ρώμης από τους Γαλάτες.

Φυσικά μετά την αποχώρηση των Γαλατών, οι Ρωμαίοι επιχείρησαν να περισυλλέξουν τα υπολείμματά τους και με βάση αυτά να ανασυντάξουν τα κατεστραμμένα αρχεία. Η επιτυχία όμως του εγχειρήματος δεν μπορούσε παρά να είναι περιορισμένη, καθώς μάλιστα ο πειρασμός ήταν μεγάλος η ανάπλαση αυτής της ιστορίας να τεθεί στην υπηρεσία της ρωμαϊκής εξωτερικής πολιτικής και των φιλοδοξιών ορισμένων αριστοκρατικών γενών. Το αποτέλεσμα υπήρξε αναχρονιστική προβολή στο παρελθόν μεταγενέστερων γεγονότων και καταστάσεων και, ιδίως για τις αρχαιότερες περιόδους, η συμπλήρωση του ιστορικού κενού με τον μύθο.

Με πληροφορίες από: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους