Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος (349μ.Χ.-407μ.Χ.)

Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος, (Αντιόχεια Συρίας, πιθ. 349 – Κόμανα Πόντου, 14 Σεπτεμβρίου 407) γνωστός και ως Ιωάννης της Αντιόχειας, είναι Έλληνας, Αντιοχέας ρήτορας, συγγραφέας, Πατέρας και ιεράρχης της Ορθοδόξου Εκκλησίας αναγνωρισμένος ως Άγιος. Γεννήθηκε στην Αντιόχεια της Συρίας μεταξύ 344 και 354. Έδρασε στην ίδια πόλη, αλλά και στην Κωνσταντινούπολη και τελικά πέθανε εκδιωγμένος από την αυτοκρατορική αυλή το 407, λόγω του αυστηρού ελέγχου που της ασκούσε. Ο ίδιος συγκαταλέγεται ανάμεσα στις κορυφαίες εκκλησιαστικές προσωπικότητες, ένεκα του αξεπέραστου χαρίσματός του στην ομιλία. Διετέλεσε επίσης επίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, όπου διακρίθηκε για το σπουδαίο ποιμαντικό και φιλανθρωπικό έργο που διενήργησε. Τελικά αναδείχτηκε ως ένας από τους πλέον λαοφιλείς ιεράρχες, εξ ου και σήμερα θεωρείται άγιος από την Καθολική Εκκλησία, τα Λουθηρανικά και Αγγλικανικά δόγματα, ενώ κατατάσσεται στους μεγάλους πατέρες της Ορθόδοξης Εκκλησίας, αφήνοντας πίσω σπουδαίο, ανεκτίμητο και διαχρονικό συγγραφικό έργο, που αγκαλιάζει όλο το φάσμα των ποιμαντικών και θεολογικών ζητημάτων της εκκλησίας.

Μαζί με τον Γρηγόριο τον Θεολόγο και τον Βασίλειο τον Μέγα αποτελούν τους Τρεις Ιεράρχες, που θεωρούνται προστάτες της παιδείας.

Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος
Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος

Ο Βίος του Ιωάννη του Χρυσοστόμου

Η μόρφωση του Χρυσοστόμου

Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος γεννήθηκε στην Αντιόχεια μεταξύ 344 και 354, με πιθανότερη ημερομηνία κοντά στο 349. Γονείς του ήταν ο στρατηγός Σεκούνδος και μητέρα του η Ανθούσα. Η μητέρα του μάλιστα χήρεψε μόλις στα 20 της χρόνια, όταν ο Ιωάννης ήταν μόλις λίγων μηνών, ήταν δε γυναίκα που ξεχώριζε για το ζήλο που επεδείκνυε για την ανατροφή του Ιωάννη, ώστε πολλοί αξιοσέβαστοι άνδρες της εποχής, όπως ο Λιβάνιος, εξήραν το ήθος της.

Τα πρώτα γράμματα τα διδάχθηκε από την ίδια. Εν συνεχεία σπούδασε στη σχολή του Λιβάνιου, δάσκαλου και πολυγραφότατου συγγραφέα, στην Αντιόχεια ρητορική και του Ανδραγαθίου φιλοσοφία. Από την εποχή αυτή μάλιστα διαφάνηκε το ταλέντο της ρητορικής του ικανότητος σε σημείο ο δάσκαλός του Λιβάνιος, να θελήσει να τον κάνει συνεχιστή του έργου του στη σχολή. Η χριστιανική του ανατροφή όμως εμπόδιζε τα σχέδιά του. Επίσης ακολούθησε θεολογικές σπουδές δίπλα στον Καρτέριο και το Διόδωρο Ταρσού, στο λεγόμενο Ασκητήριο, τη μεγάλη θεολογική σχολή της Αντιόχειας, ενώ σπούδασε και ως συνήγορος, ασκώντας το επάγγελμα για λίγους μήνες. Εν τέλει εγκατέλειψε την δικηγορία και βαπτίστηκε Χριστιανός και σύντομα, όταν έφυγε από τη ζωή η μητέρα του (372 μ.Χ.), αποφάσισε να αποσυρθεί από την κοσμική ζωή ακολουθώντας το μοναχισμό.

Το έργο του Ιωάννη του Χρυσοστόμου στην Αντιόχεια

O Ιωάννης o Χρυσόστομος το 371 χειροθετήθηκε αναγνώστης, ξεκινώντας διδακτικό και κατηχητικό έργο, το οποίο μας δείχνει τη γνώση που ήδη είχε πάνω στις γραφές. Εν συνεχεία θα διάγει έξι χρόνια μοναστικής ζωής στην Αντιόχεια και συγκεκριμένα στην περιοχή του Σιλπίου (4 δίπλα σε γέροντα ασκητή και 2 μόνος του, σε σπήλαιο), όπου θα μυηθεί στο μοναχικό ιδεώδες και τη νηπτική ζωή, πριν επιστρέψει και πάλι στην πόλη της Αντιόχειας. Η ζωή του αυτή την εποχή χαρακτηρίζεται, σύμφωνα με τον Παλλάδιο, από σκληρή άσκηση. Τρεφόταν και κοιμόταν ελάχιστα, σκληραγωγείτο, ζώντας βίο φιλοπονίας, προσευχόμενος και μελετώντας κάτω από αντίξοες συνθήκες, με αποτέλεσμα να κλονιστεί σοβαρά η υγεία του. Κατά την επιστροφή του, το 381, χειροτονείται διάκονος από τον αρχιεπίσκοπο Αντιοχείας Μελέτιο και το 386 πρεσβύτερος από το διάδοχό του, Φλαβιανό, μέχρι και το 397, όταν και του προτάθηκε η θέση του επισκόπου. Η φήμη για το ζήλο και την ευγλωττία του, τον έκανε γρήγορα γνωστό στην Αυτοκρατορία, φθάνοντας μέχρι και την Αυλή του αυτοκράτορα, γεγονός που τον οδήγησε τελικά και στη θέση του Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως.

Ως πρεσβύτερος ήδη αρχίζει να αναπτύσσει έντονη συγγραφική και ποιμαντική δράση, με σκοπό να καταπολεμήσει τους αιρετικούς της εποχής (Αρειανούς, ευνομοιανούς), τους Ιουδαίους οι οποίοι προσεταιρίζονταν τους Χριστιανούς, τους πλούσιους και τους φορείς που ήταν υπεύθυνοι για την ηθική παρακμή της πόλεως. Ιδρύει επίσης ευαγή ιδρύματα, όπως πτωχοκομεία και γηροκομεία και καθιερώνει συσσίτιο. Η φήμη για την ρητορική και ποιμαντική του ικανότητα εκτοξεύεται το 387, όταν μετά από στάση των Αντιόχεων κατά του βασιλέως, επιτυγχάνει να οδηγήσει τον Αρκάδιο σε ήπια αντίδραση κατά των στασιαστών και του λαού της περιοχής. Η αγάπη και ο σεβασμός μάλιστα προς το πρόσωπο του Χρυσοστόμου ήταν τόση, ώστε όταν προτάθηκε για την επισκοπή στην Κωνσταντινούπολη, προετοιμάστηκε κατάλληλο σχέδιο ώστε να μην προκληθούν αντιδράσεις από το λαό της Αντιόχειας.

Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος αρχιεπίσκοπος

Το έργο που ανέπτυξε ήταν πολυσχιδές και περιελάμβανε έντονη κηρυκτική, αντιαιρετική, φιλανθρωπική, συγγραφική και κοινωνική δράση. Η ρητορική του δεινότητα σαγηνεύει τα πλήθη, χριστιανούς και μη, ενώ η φήμη του φθάνει ως τα αυτιά της Αυτοκρατορικής αυλής. Το 397, οπότε και πεθαίνει ο Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως Νεκτάριος, οι άνθρωποι της Αυλής τον φέρνουν στην Κωνσταντινούπολη για να διαδεχθεί το Νεκτάριο. Μάλιστα την υποψηφιότητά του την στήριξε ο ίδιος ο αυτοκράτορας, μετά από υπόδειξη του πανίσχυρου και σκανδαλοποιού ευνούχου Ευτροπίου, ο οποίος τον είχε γνωρίσει και είχε εντυπωσιαστεί από τις ικανότητές του. Έτσι το Φεβρουάριο του 398, με σύμφωνη γνώμη κλήρου και λαού, χειροτονείται από τον Θεόφιλο Αλεξανδρείας, παρότι ο ίδιος διατίθετο εχθρικά σε βάρος του Ιωάννη, καθότι ήθελε να επιβάλει δικό του επίσκοπο, Αρχιεπίσκοπος.

Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος στην Κωνσταντινούπολη

Από τη νέα θέση ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος αναπτύσσει ευρύτατο ποιμαντικό, κοινωνικό και φιλανθρωπικό έργο. Κύριο μέλημα του είναι η ηθική καλλιέργεια του ποιμνίου, όμως δεν περιορίζεται μόνο σε αυτό, αλλά ιδρύει και σειρά ευαγών ιδρυμάτων με σκοπό την ανακούφιση των φτωχών, ορφανών, ξένων και αρρώστων. Οργανώνει ημερήσιο συσσίτιο με το οποίο θρέφει 7000 απόρους της Πόλης. Καταργεί κάθε πολυτέλεια στην εκκλησία, περιορίζει στο ελάχιστο τα έξοδα διατροφής του κλήρου, εκποιεί διάφορα πολύτιμα σκεύη και τιμαλφή που δεν ήταν απαραίτητα και δίνει τα χρήματα σε έργα αγάπης. Επιπρόσθετα ως γνήσιος διάδοχος των Αποστόλων και ως άριστος πνευματικός επιτελάρχης οργάνωσε ιεραποστολές στην Περσία, την Κελτική, τη Φοινίκη, τη Σκυθία και τη Γοτθία.

Αυτό όμως που αποτελεί μεγάλο του προσόν, είναι το άφθαστο χάρισμα του λόγου. Στο πρόσωπο του η χριστιανική ρητορική τέχνη επρόκειτο να βρει τον μεγαλύτερο θεράποντα της. Μιλάει στις περίφημες ομιλίες του για το λόγο του Ευαγγελίου, τη μετάνοια, τη μεταστροφή στο Θεό. Θεολογεί, εμβαθύνει στα μεγάλα ερωτήματα της ανθρώπινης ύπαρξης και στα καθημερινά προβλήματα της κοινωνίας. Κοινωνιολογεί, ψυχολογεί και ηθικολογεί. Στηλιτεύει την ανηθικότητα και τη διαφθορά, καταγγέλλει την κοινωνική αδικία, στιγματίζει τη σπατάλη, την επίδειξη των πλουσίων και των αρχόντων, καταδικάζει τις αυθαιρεσίες του πολιτικού συστήματος, στρέφεται σε βάρος του διεφθαρμένου κλήρου, πάντα με παρρησία και χωρίς να κατονομάζει ώστε να μην κηλιδώνονται προσωπικότητες αλλά να στιγματίζονται οι πράξεις. Στέκεται δίπλα στους αδυνάτους, τους ταπεινούς, τους αδικημένους, τους απλούς καθημερινούς ανώνυμους συνανθρώπους του, που η υπεροψία και η αδικία των δυνατών συχνά καταδυνάστευε.

Ο ίδιος υπήρξε θερμός ζηλωτής της Χριστιανικής πίστεως, αυστηρός ασκητής στην προσωπική του ζωή, υπόδειγμα θυσίας και αυταπαρνήσεων. Αυτό ήταν που τον οδήγησε στο να μη δύναται να ανεχθεί παρουσία ιδιοτελών ανθρώπων στην Εκκλησία και σκανδαλοποιών κληρικών. Αυτό ήταν που τον έφερε σε ρήξη και με μεγάλο μέρος του κλήρου, που δεν άντεχε την σκληρή κριτική του μεγάλου αυτού άνδρα. Ο Ιωάννης αγωνίστηκε για την εξυγίανση των εκκλησιαστικών πραγμάτων που βρισκόταν τότε σε μεγάλη κατάπτωση και διαφθορά. Έλαβε δραστικά μέτρα εναντίον: α) των «βαλαντιοσκόπων», των κληρικών δηλαδή εκείνων που πλούτιζαν από την ιερατική τους ιδιότητα, β) των «κολάκων και παρασίτων», όσων κληρικών δηλαδή απολάμβαναν την κοσμική ζωή, γ) των «κοιλιοδούλων», όσων δηλαδή ζούσαν αργόσχολα, με έμφαση στις απολαύσεις και δ) εκείνων που ζούσαν με «συνεισάκτους», δηλαδή τους μοναχούς ή επισκόπους που συζούσαν με τις θεωρούμενες «αδελφές» τους. Έλαβε μέτρα, επίσης, για την ηθική κάθαρση των ταγμάτων των χηρών και των διακονισσών. Έδινε ιδιαίτερη έμφαση στην καθαρότητα του βίου και ήταν αμείλικτος με τους ιερείς, διακόνους και μοναχούς που αποδεικνύονταν ανάξιοι, ενώ τους αδιόρθωτους τους απέβαλε παντελώς από τις τάξεις του κλήρου. Μάλιστα, δεν δίστασε να καταργήσει 13 επισκόπους ως «σιμωνιακούς» και ανάξιους και να τους αντικαταστήσει με ικανούς και ευσεβείς, υποστηρίζοντας ότι «εάν ο κλήρος που είναι το άλας της γης, παρουσιάζει έκλυτο βίο, πώς θα ζητήσουμε από το ποίμνιο να ζει άγιο και κατά Χριστόν βίο;»

Πηγή: https://el.wikipedia.org/wiki/Ιωάννης_ο_Χρυσόστομος

3 Σχόλια

Υποβολή απάντησης

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *