Όλα τα πανελλήνια ιερά, συμπεριλαμβανομένου και του ιερού της Ολυμπίας, έχουν για πυρήνα τους μια τοπική λατρεία, χάριν της οποίας συγκεντρώνονταν οι περίοικοι. Όταν η φήμη ενός ιερού ξεπερνούσε τα τοπικά όρια, εδραιωνόταν η παράδοση ότι όχι μόνο το ιερό, αλλά και οι αθλητικοί αγώνες είχαν ιδρυθεί από τους θεούς ή τους ήρωες και μάλιστα ότι οι πρώτοι θεοί και οι ήρωες είχαν λάβει μέρος στους αγώνες. Οι Ολυμπιακοί Αγώνες αρχικά είχαν τοπικό χαρακτήρα, μετέπειτα όμως απέκτησαν πανελλήνιο χαρακτήρα και οδήγησαν στην εκεχειρία ανάμεσα στους πολέμους.
Όπως στις καλλιτεχνικές εκδηλώσεις, το αισθητικό ενδιαφέρον υπήρξε υστερογενές, αλλά νίκησε το λατρευτικό, έτσι και στους πανελλήνιους αγώνες το πνεύμα του αθλητισμού γεννήθηκε αργότερα, αλλά αποσπάσθηκε από τη λατρεία και έγινε επίδοση αυτόνομη, με εντελώς τυπική σχέση προς τη θρησκεία.
Την αίγλη των Ολυμπιακών αγώνων στον αρχαίο κόσμο αποκαλύπτουν οι στίχοι του Πινδάρου: «…όπως τη μέρα δεν υπάρχει στον ουρανό άστρο θερμότερο από τον ήλιο, έτσι δεν υπάρχει και αγώνας ανώτερος από τους ολυμπιακούς» («μηδ’ Ολυμπίας αγώνα φέρτερον αυδάσομεν»).
Αντάξιο με τους αγώνες είναι και το τοπίο της Ολυμπίας, όπου τελούνται: ήμερο και ειρηνικό, ειδυλλιακό και καταπράσινο, είναι αναμφισβήτητα από τα πιο εντυπωσιακά τοπία του ελληνικού χώρου. Εδώ η ίδια η φύση λες και καλούσε τους ανθρώπους σε ειρηνική συνάθροιση για καλλιέργεια του αθλητικού ιδανικού, την άμιλλα, την ανάδειξη των νικητών.
Το κύριο χαρακτηριστικό του τοπίου είναι ένας κωνικός καταπράσινος λόφος, το Κρόνιο, που ορίζει τον ιερό χώρο από τα βόρεια και εν μέρει από τα ανατολικά, ενώ ο Αλφειός και ο παραπόταμος του Κλάδεος ορίζουν τον χώρο από τα νότια και τα δυτικά. Στην προσχωματική κοιλάδα ανάμεσα στο Κρόνιο και στη συμβολή των δύο ποταμών, απλώνεται η ιερή Άλτις, «ο κάλλιστος της Ελλάδας χώρος». Αρχικά ένας φράκτης, που αργότερα αντικαταστάθηκε από λιθόκτιστο περίβολο, έδειχνε τα όρια της. Το μήκος της Άλτεως δεν ξεπερνά τα 200 μέτρα και το πλάτος της τα 175 μέτρα περίπου. Στο πέρασμα των αιώνων το εσωτερικό της γέμισε από ναούς, ιερά, βωμούς, μνημεία και αγάλματα.
Από τα πιο αξιόλογα μνημεία της Άλτεως ήταν ο αρχαίος επιμήκης ναός της Ήρας, ο επιβλητικός ναός του Διός, ο μεγάλος βωμός του Διός και το Πελόπιο (ιερό τέμενος). Έξω από την Άλτι απλώνονταν το στάδιο και ο ιππόδρομος και γύρω της απλωνόταν πλήθος από οικοδομές, το Βουλευτήριο, το Λεωνίδαιο, ο Θεηκολέων, η Παλαίστρα, το Γυμνάσιο και εν μέρει το Πρυτανείο.
Οι αρχές των Ολυμπιακών αγώνων χάνονται στο βάθος των σκοτεινών χρόνων της μυθολογίας. Οι παραδόσεις σχετικά με την καθιέρωση τους είναι πολλές και αλληλοσυγκρουόμενες, αντίλαλοι ασφαλώς θρησκευτικών και πολιτικών διαφορών των φύλων, που η ιστορία τους συνδέθηκε με τον χώρο της Ολυμπίας.
Ως ιδρυτής αναφέρεται ο Ιδαίος Ηρακλής, που ήρθε στην Ολυμπία από την Κρήτη μαζί με τους αδελφούς του Κουρήτες και οργάνωσε αγώνα δρόμου με έπαθλο τον κότινο. Σύμφωνα με άλλες παραδόσεις, αγώνες οργάνωσε ο Ενδυμίων, γιος του Αεθλίου και εγγονός του Δευκαλίωνα, καθώς και ο Όξυλος, βασιλιάς της Ήλιδας. Αλλά, κατά την επικρατέστερη άποψη, τους αγώνες ίδρυσε ή ανακαίνισε ριζικά ο Πέλοπας, γιος του Τάνταλου, αφού ήρθε από την Φρυγία και νίκησε σε αρματοδρομία τον βασιλιά της Πίσας τον Οινόμαο, παίρνοντας ως έπαθλο την βασιλεία και την κόρη του Οινόμαου Ιπποδάμεια. Σύμφωνα με τις παραδόσεις, και ο Ζευς ήταν ολυμπιονίκης, γιατί νίκησε στην πάλη τον Κρόνο και ο Απόλλων γιατί νίκησε στον δρόμο τον Ερμή και στην πυγμή τον Άρη.
Από το σκοτάδι ή την αχλύ του μύθου και της προϊστορίας λατρείες και αγώνες προβάλλουν σε λίγο στο φως των ιστορικών χρόνων. Στα πολυτάραχα χρόνια που ακολούθησαν την κάθοδο των Δωριέων, την πτώση του λαμπρού μυκηναϊκού κόσμου, τις μετακινήσεις των ελληνικών φύλων και τις συγκρούσεις των Ηλείων και των Πισατών για την κατοχή της Ολυμπίας, οι αγώνες παραμελήθηκαν και ξεχάστηκαν.
Αναδιοργανωτής των αγώνων στα ιστορικά χρόνια αναφέρεται ο βασιλιάς των Ηλείων Ίφιτος και σαν συμβατική αρχή των πρώτων ολυμπιακών αγώνων υπολογίζεται το έτος 776π.Χ., όταν στο πρώτο στάδιο νίκησε ο Ηλείος Κόροιβος. Τρεις βασιλείς, ο Ίφιτος των Ηλείων, ο Κλεοσθένης των Πισατών και ο Λυκούργος της Σπάρτης συμφωνούν για την πεντετηρική τέλεση των αγώνων και την καθιέρωση της ιερής εκεχειρίας, που αποτελεί βασική προϋπόθεση για την ανάπτυξή τους.
Η εκεχειρία, που την έναρξη της ανήγγελλαν σε όλες τις ελληνικές πόλεις οι σπονδοφόροι κήρυκες του Διός, αρχικά διαρκούσε ένα μήνα, αργότερα δύο και στο τέλος τρεις μήνες, για να δοθεί η δυνατότητα στους αθλητές, τους θεωρούς και τους επισκέπτες μακρινών πόλεων να ταξιδέψουν με ασφάλεια. Κατά τη διάρκεια της εκεχειρίας οι πόλεμοι μεταξύ των πόλεων προσωρινά σταματούσαν, οι θανατικές ποινές αναστέλλονταν και απαγορευόταν η είσοδος ενόπλων στο έδαφος της Ήλιδος.
Οι Ολυμπιακοί αγώνες τελούνταν κάθε πέμπτο έτος, κατά την 2η και την 3η πανσέληνο μετά τις θερινές τροπές του ηλίου, τον 8ο σεληνιακό μήνα των Ηλείων (Απολλώνιος ή Παρθένιος), που αντιστοιχεί με τους σημερινούς Ιούλιο-Αύγουστο και διαρκούσαν από την 12η ως την 16η μέρα. Αρχικά οι αγώνες γίνονταν μόνο μία μέρα, αλλά με την προσθήκη αγωνισμάτων προστίθεται και 2η μέρα το 680π.Χ., μία 3η το 632π.Χ. και από την 77η Ολυμπιάδα (472π..Χ.) οι αγώνες διαρκούσαν πέντε μέρες.
Την οργάνωση των Ολυμπιακών αγώνων είχαν στα χέρια τους οι Ηλείοι, παρ’ όλες τις προσπάθειες των Πισατών, να αποκτήσουν τον έλεγχο του ιερού. Οι Ολυμπιακοί αγώνες κράτησαν 1168 χρόνια από την ίδρυσή τους το 776π.Χ. ως το 393μ.Χ., οπότε καταργήθηκαν με διάταγμα του αυτοκράτορα του Βυζαντίου Θεοδοσίου Α΄. Στο διάστημα αυτό έγιναν 293 Ολυμπιάδες.
Σύμφωνα με την παράδοση του Παυσανία, οι πρώτες 14 Ολυμπιάδες είχαν μόνο ένα αγώνισμα, το στάδιο, δρόμο μήκους 192,28 μέτρων. Έπαθλο στις πρώτες έξι Ολυμπιάδες ήταν ένα μήλο. Από την 7η Ολυμπιάδα, έπειτα από χρησμό του δελφικού μαντείου, καθιερώνεται ως έπαθλο ο κότινος, το στεφάνι από κλαδί της «καλλιστεφάνου ελαίας», της ιερής αγριελιάς που είχε βλαστήσει έξω από από τη νοτιοδυτική γωνία του οπισθοδόμου του ναού του Διός. Τα κλαδιά της, που προορίζονταν για στεφάνια, έκοβε με χρυσό δρεπάνι ένα παιδί που ζούσαν και οι δύο γονείς του «παις αμφιθαλής».
Στο πέρασμα των αιώνων οι Ολυμπιάδες εμπλουτίζονταν με νέα αγωνίσματα και έτσι το ολυμπιακό πρόγραμμα στην τελική του μορφή περιέβαλλε 16 αγωνίσματα. Μετά το στάδιο εισάγεται ο δίαυλος ή δύο στάδια (724π.Χ.), ο δόλιχος (720π.Χ.), το πένταθλο και η πάλη (708π.Χ.), η πυγμή (688π.Χ.), η αρματοδρομία τεθρίππων (680π.Χ.), το παγκράτιο και η ιπποδρομία (648π.Χ.), ο δρόμος και η πάλη παίδων (632π.Χ.), το πένταθλο παίδων (628π.Χ.), που καταργήθηκε αμέσως, η πυγμή παίδων (616π.Χ.), ο οπλίτης δρόμος (520π.Χ.), η απήνη, δηλαδή αρματοδρομία με ημιόνους (500π.Χ.), και η κάλπη, δηλαδή ιπποδρομία φοράδων (496π.Χ.), η αρματοδρομία συνορίδων (408π.Χ.), οι αγώνες κηρύκων και σαλπιγκτών (396π.Χ.), η αρματοδρομία τεθρίππων με πώλους (384π.Χ.), η αρματοδρομία συνορίδων με πώλους (268π.Χ.), η ιπποδρομία με πώλους (256π.Χ.) και το παγκράτιο παίδων (200π.Χ.).
Παρά την άνετη, τρυφηλή και μακάρια ζωή τους, ο Ηλείοι αναδείχθηκαν σε άξιους οργανωτές των αγώνων. Η οργάνωση των Ολυμπιακών αγώνων ήταν δύσκολο έργο, καθώς έπρεπε να αντιμετωπισθεί πλήθος ζητημάτων που αφορούσαν τους αθλητές, τη μετακίνηση και διαμονή δεκάδων χιλιάδων εκπροσώπων πόλεων και επισκεπτών, καθώς και την ετοιμασία των αγωνιστικών χώρων και του ιερού.
Ανώτατοι άρχοντες των αγώνων ήταν οι Ελλανοδίκες, που φορώντας πορφυρές ενδυμασίες θύμιζαν τη βασιλική καταγωγή του θεσμού. Από δύο που ήταν το 580π.Χ. με την προσθήκη νέων αγωνισμάτων γίνονται δέκα, ύστερα δώδεκα και το 348π.Χ. ορίζονται τελικά σε δέκα. Οι Ελλανοδίκες ήταν υπεύθυνοι για την οργάνωση, την κρίση των αγώνων και την εφαρμογή των κανονισμών και εκλέγονταν με κλήρο από όλους τους Ηλείους. Είχαν ευρύτατες αρμοδιότητες και ισχύ, μπορούσαν να αποκλείσουν από τους αγώνες αθλητές για παραπτώματα, να κρίνουν αν είχαν τα απαιτούμενα προσόντα, να επιβάλλουν πρόστιμο, να τους τιμωρήσουν με δίωξη ή με δημόσια μαστίγωση. Κατά την άσκηση των καθηκόντων τους είχαν στη διάθεσή τους αστυνομική δύναμη από ραβδούχους ή μαστιγοφόρους με αρχηγό τον αλυτάρχη.
Τα κυριότερα παραπτώματα που τιμωρούνταν ήταν η μη έγκαιρη άφιξη, η ανυπακοή στις εντολές, η παραβίαση των κανόνων των αγώνων και η δωροδοκία. Στο τελευταίο αυτό αδίκημα επέβαλλαν μεγάλες χρηματικές ποινές τόσο στους ένοχους αθλητές όσο και στις πόλεις τους. Με τα χρήματα αυτά ιδρύθηκαν στην Άλτι τα 17 χάλκινα αγάλματα του Διός, οι γνωστοί «Ζάνες». Έφεση κατά των αποφάσεων των Ελλανοδικών μπορούσε να γίνει στη βουλή των Ηλείων. Γενική όμως ήταν η αναγνώριση ότι οι Ελλανοδίκες ήταν κριτές αμερόληπτοι, αδέκαστοι και ανεπηρέαστοι.
Δέκα μήνες πριν από την τέλεση των αγώνων διαμένουν σε ιδιαίτερο κτίριο της Ήλιδας, τον Ελλανοδικεώνα, ενημερώνονται από τους νομοφύλακες στα καθήκοντά τους, στο τυπικό και στους κανονισμούς των αγώνων και παρακολουθούν τις ασκήσεις των Ηλείων αθλητών στο γυμνάσιο της πόλης τους. Στους Ελλανοδίκες ανήγγελλαν οι αθλητές τη συμμετοχή τους πριν ένα χρόνο για την εγγραφή των ονομάτων τους.
Με την έναρξη της εκεχειρίας άρχιζε η προσέλευση στην Ολυμπία πιστών, αθλητών, προσωπικοτήτων και επισήμων θεωριών, που συχνά έκαναν επίδειξη δύναμης και πλούτου με λαμπρές εκδηλώσεις, χρυσά σκεύη ή αναθήματα, με πολυτελείς κατασκηνώσεις, πλούσια γεύματα και πολυάριθμα αγωνιστικά άρματα. Οι αθλητές που θα έπαιρναν μέρος στους αγώνες έφθαναν πιθανώς ένα μήνα νωρίτερα, για να προετοιμασθούν και να γίνει ο απαραίτητος έλεγχος. Τους συνόδευαν οι γυμναστές και τους νέους αθλητές οι πατέρες και οι αδελφοί τους.
Ο έλεγχος της ελληνικής καταγωγής των αθλητών ήταν αυστηρός, γιατί μόνο οι γεννημένοι ελεύθεροι Έλληνες από ελεύθερους γονείς μπορούσαν να συμμετέχουν στους αγώνες. Αποκλείονταν οι δούλοι, οι βάρβαροι, οι παραβάτες της εκεχειρίας, οι εναγείς, οι ιερόσυλοι και οι Ελλανοδίκες. Οι αθλητές, σύμφωνα με τον Παυσανία, έπρεπε να βεβαιώσουν με όρκο ότι συμπλήρωναν δεκάμηνη άσκηση. Από το διάστημα αυτό ο τελευταίος μήνας εντατικής άσκησης γινόταν στο παλαιό γυμνάσιο της Ήλιδας, όπου με την αυστηρή εποπτεία των Ελλανοδικών διδάσκονταν τους κανόνες του τίμιου αγώνα. Όταν πια ολοκληρωνόταν το προκαταρκτικό στάδιο αυτό στάδιο, Ελλανοδίκες και αθλητές έπαιρναν την ιερά οδό που οδηγούσε στην Ολυμπία και καθώς περνούσαν από την πηγή Πιέρα, που συναντούσαν στο δρόμο τους, τελούσαν θυσία και καθαρτήρια τελετή.
Τις ημέρες των αγώνων απαγορευόταν με ποινή θανάτου η είσοδος των γυναικών, και μάλιστα των έγγαμων, στην Άλτι. Μόνο στην ιέρεια της Δήμητρας Χαμύνης επιτρεπόταν να παρακολουθήσει τους αγώνες στο στάδιο, καθισμένη στο βωμό της θεάς. Μοναδικό γνωστό παράδειγμα παραβίασης του απαγορευτικού νόμου παραδίδεται η περίπτωση της Καλλιπάτειρας, κόρης του Ρόδιου Διαγόρα, που μπήκε στο στάδιο μεταμφιεσμένη σε γυμναστή για να συμπαρασταθεί στον αθλητή γιο της. Στον ενθουσιασμό της για τη νίκη του στο αγώνισμα της πυγμής παίδων αποκαλύφθηκε, αλλά συγχωρήθηκε η απάτη της από σεβασμό στην αθλητική παράδοση των Διαγοριδών που ανέδειξαν τρεις γενιές Ολυμπιονικών. Το περιστατικό, ωστόσο, έγινε αφορμή να θεσπισθεί νόμος, που όριζε να προσέρχονται και οι γυμναστές γυμνοί στους αγώνες.
Η σειρά των Ολυμπιακών αγώνων ήταν η ακόλουθη: Η πανηγυρική έναρξη γινόταν το πρωί της πρώτης μέρας με ιεροτελεστίες και ορκωμοσία στο Βουλευτήριο, μπροστά στο άγαλμα του ορκίου Διός. Ορκίζονταν οι αθλητές, οι γυμναστές, οι πατέρες ή οι αδελφοί των νέων αθλητών πως ασκήθηκαν ένα δεκάμηνο και πως θα αγωνιστούν τίμια. Οι Ελλανοδίκες ότι θα είναι αμερόληπτοι και ότι δεν θα αποκαλύψουν τους λόγους των αποφάσεων τους. Ακολουθούσαν την ίδια μέρα αγώνες κηρύκων και σαλπιγκτών, που θα προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στην ολυμπιάδα. Το απόγευμα της ίδιας μέρας τελούνταν τα αγωνίσματα παίδων.
Η δεύτερη μέρα άρχιζε με τους πολύ θεαματικούς αγώνες, τις ιπποδρομίες και τις αρματοδρομίες στον ιππόδρομο. Ακολουθούσαν το απόγευμα τα αγωνίσματα του πένταθλου και η μέρα έκλεινε με νυχτερινές νεκρικές ιεροτελεστίες, χοές και θρηνωδίες, αφιερωμένες στον Πέλοπα.
Η τρίτη μέρα, που συνέπιπτε με την επομένη της πανσελήνου, ήταν η σπουδαιότερη μέρα των αγώνων, αφιερωμένη στη λατρεία του Διός. Στην πρόθυση (την πρώτη κρηπίδα του βωμού) θυσιάζονταν οι 100 ταύροι και μόνο οι μηροί τους καίγονταν σε πυρά από ξύλα λεύκας, που άναβε στην κορυφή του βωμού. Το απόγευμα γίνονταν τα αγωνίσματα του δρόμου, οι προκριματικοί του σταδίου, κατά τετράδες αθλητών, και οι τελικοί του δολίχου, σταδίου και διαύλου. Η τέταρτη μέρα περιελάμβανε τα βαριά αγωνίσματα, πάλη, πυγμή, παγκράτιο και οπλίτη δρόμο.
Οι Ολυμπιακοί αγώνες τελείωναν την πέμπτη μέρα με την πανηγυρική τελετή της ανακήρυξης των ολυμπιονικών και της στεφάνωσης στον πρόναο του ναού του Διός, μπροστά στο άγαλμα του ολυμπιονίκη θεού, την ώρα που οι θεατές τους έρραιναν με άνθη και φύλλα («φυλλοβολία»). Στην αρχή οι κότινοι τοποθετούνταν σε χάλκινο τρίποδα, αργότερα όμως στην χρυσελεφάντινη τράπεζα του Κολώτη, που φυλασσόταν στο ναό της Ήρας. Μετά την στεφάνωση των νικητών η τελετή έκλεινε με την παράθεση σε αυτούς επίσημου γεύματος στο Πρυτανείο. Καθώς η νύχτα έπεφτε σιγά-σιγά και το φεγγάρι ανέτειλε, η γραφική κοιλάδα, το Κρόνιο και οι μακρινοί λόφοι αντιλαλούσαν από τα επινίκια τραγούδια και τους ύμνους των ολυμπιονικών και των συντρόφων τους και τους ολονύχτιους πανηγυρισμούς της λαμπρής ομήγυρης.
Με πληροφορίες από: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους