Οι Έλληνες της Μικράς Ασίας δεν μπορούν να προσδιορισθούν ακριβώς αριθμητικά. Στα 1912, σύμφωνα με την στατιστική του πατριαρχείου, υπήρχαν στην Μικρά Ασία 1.782.582 Έλληνες. Στην περίοδο των διώξεων, ιδίως κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, μετατοπίστηκαν ελληνικοί πληθυσμοί προς το εσωτερικό.

Ο Γ. Σκαλιέρης (1922) γράφει ότι ο αριθμός των Ελλήνων της Μικράς Ασίας ανερχόταν σε 2.568.351. Ο Macartney ανεβάζει το ελληνικό στοιχείο σε 2.000.000 περίπου άτομα. Ο Puaux αναφέρει 1.715.000, ενώ ο sir E. Pears σε 1.600.000 ψυχές, τέλος ο R. Blanchard θεωρεί ότι περίπου 1.500.000 Έλληνες υπήρχαν στη δυτική Μικρά Ασία, δηλαδή από την περιοχή Προύσας ως την περιοχή απέναντι από τη Ρόδο.
Η περιοχή της Σμύρνης ξεχώριζε ως προς την αριθμητική υπεροχή του ελληνικού στοιχείου. Εκεί, όπως αναφέρει ο Δ. Πεντζόπουλος στο βιβλίο του «The Balkan exchange of Minorities and the impact upon Greece», υπήρχαν περίπου 550.000 Έλληνες και 299.000 Τούρκοι, χωρίς να υπολογισθούν και 92.000 ακόμη κάτοικοι άλλων μειονοτήτων. Άλλη πληροφορία του J. Ancel στο βιβλίο του «Peuples et Nation does Balkan» (Παρίσι 1926) αναφέρει ότι οι Έλληνες στην περιφέρεια της Σμύρνης ήταν ακόμα περισσότεροι, δηλαδή παραπάνω από 600.000. Έτσι, το ελληνικό στοιχείο στη Σμύρνη αποτελούσε το 60% του συνολικού πληθυσμού.
Μέσα στην ίδια την πόλη της Σμύρνης οι πληροφορίες αναφέρουν ότι οι Έλληνες ξεπερνούσαν τις 160.000 ή ακόμη και τις 200.000. Κατά τον Ι. Καψή υπήρχαν 165.000 Έλληνες και 80.000 Τούρκοι. Ο συνολικός πληθυσμός πάντως της πόλης ξεπερνούσε τις 300.000. Ο Λ. Οικονόμος υπολογίζει σε 400.000 τους κατοίκους της πόλης.
Η δυτική Μικρά Ασία μόνο, δηλαδή τα βιλαέτια Αϊδινίου, Προύσας και το σαντζάκι Βίγας είχαν ελληνικό πληθυσμό γύρω στο 1.000.000. Στα βιλαέτια Αδάνων και Άγκυρας, όπου δεν είχε φτάσει ο ελληνικός στρατός, υπήρχαν λιγότεροι από 150.000 Έλληνες, σύμφωνα με την στατιστική του πατριαρχείου του 1912.
Σε πόσες χιλιάδες ανέρχονται τα θύματα της Μικρασιατικής καταστροφής δεν είναι δυαντόν να υπολογισθεί με ακρίβεια. Κατά τον Πεντζόπουλο, μόνο στην Σμύρνη έχασαν τη ζωή τους τις μέρες της πυρκαγιάς γύρω στα 12.000 άτομα, ενώ οι υλικές ζημιές ξεπερνούσαν τα 200.000.000 δολάρια. Οι υλικές όμως ζημιές είχαν δευτερεύουσα σημασία σε σύγκριση με τις ανθρώπινες απώλειες. Ο Ι. Καψής ανεβάζει υπερβολικά τον αριθμό σε 1.000.000 θύματα. Ο Ι. Μισαηλίδης τα υπολογίζει σε 400.000, ενώ ο Σπ. Μαρκεζίνης σε 300.000.
Ο Α. Α. Πάλλης γράφει ότι: «για τον αριθμό των ατόμων που χάθηκαν στα ενδότερα της Μικράς Ασίας και του Πόντου, κατά την τραγική αυτή περίοδο, δεν υπάρχουν, φυσικά, ακριβείς στατιστικές, αλλά ο αριθμός μπορεί να υπολογιστεί σε τουλάχιστον 640.000». Ο Κ. Τριανταφύλλου αναφέρει ότι στην Κιλικία, στην Καππαδοκία και τον Πόντο τα θύματα ανέρχονται σε 100.000, αριθμό βέβαια κατά προσέγγιση και όχι εξακριβωμένο. Από τις τρεις αυτές περιοχές κυρίως ο Πόντος είχε υποφέρει.
Ως τις 29 Αυγούστου 1922 είχαν συγκεντρωθεί, όπως γράφει ο Λ. Οικονόμος, στα λιμάνια της δυτικής Μικράς Ασίας, στην Σμύρνη, στις Κυδωνίες, στα Μουδανιά, στο Γκεμλίκ, στο Δικελί, περίπου 500.000 πρόσφυγες. Σε 100.000 θεωρείται ότι ανερχόταν ο αριθμός των προσφύγων στα Μουδανιά και στο Γκεμλίκ. Ήδη είχαν εκπατριστεί από τη Νικομήδεια μετά την αποχώρηση του αγγλικού και του ελληνικού στρατού περίπου 35.000 Έλληνες, όπως γράφει ο Τριανταφύλλου, και άλλοι τόσοι σχεδόν από την Κιλικία μετά την αποχώρηση των Γάλλων. Ο ίδιος συγγραφέας αναφέρει ότι περισσότεροι από 1.000.000 εκδιώχθηκαν από τις ακτές.
Τον Σεπτέμβριο του 1922 πολλά πλοία μετέφεραν πρόσφυγες, κυρίως γυναικόπαιδα, στον Πειραιά, στα νησιά και αλλού, ιδίως μετά την διαταγή του Νουρεντίν. Ο Λ. Οικονόμος γράφει ότι στις 6 Σεπτεμβρίου ήδη 20.000 πρόσφυγες μεταφέρθηκαν από την Σμύρνη στα νησιά και στην ηπειρωτική Ελλάδα, ενώ περίμεναν άλλες 100.000. Ήδη ως τις 11 Σεπτεμβρίου 100.000 χριστιανοί πρόσφυγες είχαν βρει καταφύγιο στη Θεσσαλονίκη, στον Πειραιά και στα νησιά. Ο Χρ. Σολομωνίδης αναφέρει ότι, σύμφωνα με τον ανταποκριτή της «Tribune» του Σικάγου, τα γυναικόπαιδα και οι γέροι που κατέφυγαν ως πρόσφυγες στην Σμύρνη και σώθηκαν ανήλθαν σε περισσότερες από 250.000. Ο Λ. Οικονόμος αναφέρει ότι ως το τέλος Σεπτεμβρίου είχαν μεταφερθεί στα νησιά, στη Θράκη και γενικά στην ηπειρωτική Ελλάδα 750.000 πρόσφυγες, αριθμό που αναφέρει και ο Πεντζόπουλος.
Ειδικότερα, στην Θεσσαλονίκη είχαν μεταφερθεί περισσότερο από 100.000, στη Θράκη και τα νησιά περίπου 120.000, στη Μυτιλήνη 130.000, στη Χίο 60.000, στη Σάμο 15.000, στον Πειραιά 50.000, στην Κρήτη 27.500. Στις 10 Οκτωβρίου, περίπου 20.000 ορφανά Ελλήνων και Αρμενίων παρέμεναν ακόμα στην Τουρκία, περιμένοντας τη μεταφορά τους στην Ελλάδα. Μετά την συμφωνία για την ανταλλαγή των πληθυσμών, καθώς γράφει ο Μ. Ροδάς, «ο αριθμός των ανταλλάξιμων κατά μέσον όρον ανήλθε σε 180.000 άτομα».
Συνήθως ο συνολικός αριθμός των προσφύγων στρογγυλοποιείται σε 1.500.000, αριθμός που αντιπροσώπευε «το 1/4 του ολικού πληθυσμού της Ελλάδος» κατά τον Πεντζόπουλο. Αυτόν τον αριθμό αναφέρει και ο Τριανταφύλλου. Σύμφωνα με τον Μ. Ροδά ο αριθμός ανήλθε σε 350.000 οικογένειες ήτοι 1.400.850 άτομα.
Ο Μιχ. Θεοτοκάς, νομιόκς σύμβουλος της ελληνικής αντιπροσωπείας στην Συνδιάσκεψη της Λωζάννης, στη μελέτη του «Περί Ανταλλαγής Πληθυσμών», αντλώντας τους αριθμούς από τα στοιχεία που είχε στη διάθεση του η ελληνική αντιπροσωπεία στην Συνδιάσκεψη της Ειρήνης και από τα στοιχεία του Οικουμενικού Πατριαρχείου, αναφέρει συγκεκριμένα ότι το 1914 οι Έλληνες της Μικράς Ασίας ήταν 1.700.000 περίπου και της Κωνσταντινούπολης και της περιοχής της 400.000. Κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο με τους εκτοπισμούς και τα διαβόητα «αμελέ ταμπουρού», εξοντώθηκαν 300.000 Έλληνες Μικρασιάτες.
Συνεπώς, στο τέλος του πολέμου στα 1920, το ελληνικό στοιχείο της οθωμανικής αυτοκρατορίας έφθανε το 1.800.000. Οι Κεμαλικοί εξολόθρευσαν γύρω στους 100.000. Το 1921 εκδιώχθηκαν από τη Νικομήδεια και την Κιλικία στην Ελλάδα περίπου 70.000 και από τον Αύγουστο ως τον Οκτώβριο του 1922 από τη Μικρά Ασία και τη Θράκη περίπου 900.000.
Με αυτά τα δεδομένα, όταν άρχισε η Συνδιάσκεψη της Λωζάννης την 1η Νοεμβρίου 1922 έμεναν ακόμα στην Κωνσταντινούπολη και στα περίχωρα της περίπου 300.000 Έλληνες και στη Μικρά Ασία άλλες 400.000.