Δωδεκάθεο

Το Δωδεκάθεο είναι ομάδα που αποτελείται από τους δώδεκα μεγαλύτερους θεούς της επίσημης λατρείας των αρχαίων Ελλήνων, νοητή και ως οικογένεια, τιμώμενη με κοινή λατρεία, πέρα από ιδιαίτερη προσωπική λατρεία κάθε μέλους αυτής της ομάδας ή οικογένειας.

Δωδεκάθεο

Σύμφωνα με σχετικές παραδόσεις η κοινή λατρεία των δώδεκα θεών είχε θεσπιστεί από θεούς και ήρωες, πριν από τους ανθρώπους και σε πολύ σπουδαία ζητήματα, κυρίως σε δυσκολοξεδιάλυτες υποθέσεις. Τόσο οι απλοί άνθρωποι του λαού όσο και οι άρχοντες του ορκίζονταν στους δώδεκα θεούς. Ο όρκος αυτός ήταν ακριβώς έτσι: Μα τους δώδεκα θεούς. Σχετικά πίστευαν ακόμα ότι σε δύσκολα πράγματα, όπως ήταν οι διαφορές ανάμεσα σε θεούς ή τα πολύ βαριά εγκλήματα μόνο οι δώδεκα θεοί μπορούσαν να αποφασίσουν.

Το δωδεκάθεο στην αρχή το τιμούσαν ως ανώνυμο σύνολο. Αργότερα, συμπλήρωναν τον αριθμό με ονόματα από τους πιο μεγάλους και τους πιο σημαντικούς θεούς της πανελλήνιας ή κατά τόπους λατρείας. Γι αυτό ο κατάλογος των δώδεκα θεών δεν ήταν απαράλλαχτος σε όλα τα μέρη. Ο πιο γνωστός τύπος δωδεκάθεου περιελάμβανε τους εξής θεούς: Ζευς, Ήρα, Αθηνά, Ποσειδών, Δήμητρα, Απόλλων, Άρτεμις, Ερμής, Άρης, Αφροδίτη, Ήφαιστος, Εστία. Κατά τόπους παράλλασσαν αυτόν τον κατάλογο, βάζοντας κυρίως τον Άδη ή Πλούτωνα στη θέση του Ερμή, τον Διόνυσο στη θέση της Εστίας και τον Ηρακλή στη θέση της Δήμητρας, ακόμη και τοπικούς θεούς, όπως οι ποταμοί Ξάνθος και Αλφειός, που είχαν μεγάλη σημασία για τις περιοχές που πότιζαν.

Για τους δώδεκα θεούς έλεγαν ότι ήταν έξι άνδρες και έξι γυναίκες και ότι αποτελούσαν έξι αδελφικά ή συζυγικά ζευγάρια, που, σύμφωνα με τον γενικότερα αποδεκτό τύπο του δωδεκάθεου, ήταν τα ακόλουθα: Ζευς-Ήρα, Ποσειδών-Δήμητρα, Απόλλων-Άρτεμις, Άρης-Αφροδίτη, Ερμής-Αθηνά, Ήφαιστος-Εστία. Αρχηγός στην ανδρική εξάδα ήταν ο Ζευς και στη γυναικεία η Ήρα.

Άλλοι, χωρίς να αρνούνται ότι οι θεοί του δωδεκάθεου ήταν μισοί άνδρες και μισοί γυναίκες και ότι αποτελούσαν αδελφικά ή συζυγικά ζεύγη, έβλεπαν τις εξάδες διαφορετικά, δηλαδή τη μία ως παιδιά του Κρόνου και την άλλη ως παιδιά του Δία. Έτσι έβαζαν από τη μια τους τρεις γιους και τις τρεις θυγατέρες του Κρόνου (Ζευς, Ποσειδών, Άδης- Ήρα, Δήμητρα, Εστία) και από την άλλη τους τρεις γιους και τις τρεις θυγατέρες του Δία (Ερμής, Ήφαιστος, Απόλλων-Αθηνά, Άρτεμις, Αφροδίτη), σχηματίζοντας με αυτό τον τρόπο το δωδεκάθεο από τέσσερις τριάδες. Σε μεταγενέστερα χρόνια προσέθεταν στους δώδεκα και ένα τρίτο θεό που δεν ήταν άλλος από κάποιο θρυλικό βασιλιά, όπως ο Φίλιππος της Μακεδονίας, ο Αλέξανδρος και ο Καίσαρ.

Η έννοια του δωδεκάθεου παράγεται από την έννοια του ιερού αριθμού 12, που βέβαια την ιερότητά του την οφείλει στα ημερολογιακά και αστρονομικά πρότυπα του δωδεκάμηνου ηλιακού έτους και του ζωδιακού κύκλου ως σταθερές για την οργάνωση και τον προγραμματισμό της ζωής της κοινότητας σε συστοιχία με τις αντικειμενικά δεδομένες από τη φύση ενότητες χρόνου. Αυτό σημαίνει ότι η αποτύπωση του αριθμού 12 ως ενότητα στη λατρεία, στο μύθο, στο παραμύθι και στην τέχνη γενικά είναι σε όλες τις περιπτώσεις και σε παγκόσμια κλίμακα νεότερη από την ανακάλυψη της σχετικής ενότητας χρόνου και της εφαρμογής στον οργανωμένο δημόσιο και ιδιωτικό βίο των ανθρώπων.

Έξω από την Ελλάδα δωδεκάθεα είναι γνωστά στους Αιγύπτιους, Βαβυλώνιους, Ασσύριους, Χαλδαίους, Ελαμίτες, Χεττίτες, Ετρούσκους, Ρωμαίους, Γερμανούς και άλλους λαούς. Σχετικά εντύπωση κάνει το γεγονός ότι στα παλαιότερα του ελληνικού δωδεκάθεα των λαών της ανατολικής Μεσογείου δεν ανήκαν οι μεγάλοι θεοί της επίσημης λατρείας, όπως ήταν για τους αρχαίους Έλληνες οι Ολύμπιοι, αλλά κυρίως μόνο μορφές που προσωποποιούν τους δώδεκα μήνες ή τα δώδεκα ζώδια. Ακριβώς αυτή η διαφορά αποτελεί μία από τις υπάρχουσες ενδείξεις ότι στην Ελλάδα το δωδεκάθεο αρχικά ήταν ανώνυμο ή άσχετο με την επίσημη λατρεία. Εκτός από την παρουσία στον μύθο, το δωδεκάθεο είναι γνωστό σαν θέμα και στις εικαστικές τέχνες.

Η μεγάλη σημασία της λατρείας του ελληνικού δωδεκάθεου είναι φανερή από το γεγονός ότι τα ειδικά λατρευτικά κτίσματα ήταν ακριβώς στο κέντρο της πολιτείας και του δημόσιου βίου της, στην «αγορά». Και θα πρέπει να σημειωθεί σχετικά ότι ο βωμός του δωδεκάθεου χρησίμευε ως αφετηρία για μετρήσεις αποστάσεων πάνω στο γεωγραφικό χώρο, πράγμα που βέβαια αποτελεί ένα ακόμα συνδετικό κρίκο του δωδεκάθεου με το ημερολογιακό και αστρονομικό πρότυπό του.

Με τη θέση και τη σημασία του στη ζωή της πολιτείας, το δωδεκάθεο έδινε το πρότυπο της ενότητας του ολοκληρωμένου βίου των Ελλήνων της κλασικής εποχής και οι δώδεκα διαφορετικές προσωπικότητες θεών, που εντάχθηκαν στο σχήμα του, πρόσφεραν η καθεμία την ιδιαιτερότητά της, για να συναρθρωθούν οι κυριότερες εκδηλώσεις της ζωής σε μια ενότητα.

Έτσι, ο Ζευς και η Ήρα εκπροσωπούσαν τις αρχές της οικογένειας, ο Ποσειδών και η Δήμητρα τις παραγωγικές εργασίες της γης και της θάλασσας, ο Απόλλων και η Άρτεμις τη χάρη της νιότης και τις ανέμελες επιδόσεις στη φυσική ζωή και στα πολιτιστικά πράγματα, ο Άρης και η Αφροδίτη τις ενστικτώδεις ορμές της δημιουργίας και της καταστροφής, ο Ερμής και η Αθηνά τις συναλλαγές και τις τέχνες, ο Ήφαιστος και η Εστία την αξιοσύνη της μαστοριάς και την ασφάλεια της ειρηνικής ζωής.

Αυτή η ολότητα του οργανωμένου βίου, η αποτυπωμένη στην ενότητα του δωδεκάθεου, αντιστοιχούσε όπως πίστευαν οι αρχαίοι Έλληνες, στην ολότητα του σύμπαντος, τη διαπιστευμένη ακριβώς με τα ημερολογιακά και αστρονομικά πρότυπα του δωδεκάθεου.

Το δωδεκάθεο ως ανώτατο δικαστήριο και μάλιστα ειδικό για τις πιο δυσκολοξεδιάλυτες υποθέσεις, ενέχει και την υπόμνηση στην εμπειρία των ανθρώπων από το γεγονός ότι στις πιο δυσκολοξεδιάλυτες υποθέσεις τις ξεδιαλύνει ο χρόνος. Με τη δικαστική αρμοδιότητα του δωδεκάθεου συνδέθηκαν ιδιαίτερα οι οικιστικές και θεσμικές παραδόσεις της Αθήνας. Έτσι μυθολογήθηκαν η ίδρυση και η φυσιογνωμία του Αρείου Πάγου (από τον Άρη τον πρώτο υπόδικο), δικαστηρίου ειδικού για φόνους και μάλιστα για διάδικους αλλοδαπούς. Καθαυτό το δωδεκάθεο ως δικαστικό σώμα προϋποθέτει βέβαια την ύπαρξη πραγματικού δωδεκαμελούς δικαστικού σώματος.

Η σύνθεση του δωδεκάθεου ως σώματος γενικά, που απαρτίζεται από έξι άνδρες και έξι γυναίκες, μολονότι κατάγεται από μαγικές αντιλήψεις για συστοιχία, πληρότητα και αποτελεσματικότητα, μπορεί να υποστηριχθεί ότι απηχεί και κοινωνικά, χωρίς ορισμένη θεσμική έκφραση, το ξεπέρασμα του αυστηρού ανδροκρατικού προτύπου και την αναγνώριση κάποιας σχετικής ισοτιμίας των φύλων. Η σύνθεση του σώματος (6-6) κάνει μεγαλύτερη εντύπωση αν συγκριθεί με ανάλογα σώματα θεών σε άλλες θρησκείες, όπου οι γυναικείες θεότητες έχουν αποβληθεί τελείως.

Εκτός από το δωδεκάθεο το πρότυπο του ιερού αριθμού 12 είναι αποτυπωμένο στους ελληνικούς μύθους στα 12 παιδιά του Ουρανού και της Γης, στους Τιτάνες, στα δώδεκα παιδιά του Αίολου, στους 12 «βασιλείς» που περιβάλλουν σαν συμβουλευτικό σώμα τον Αλκίνοο στο νησί των Φαιάκων και στους 12 άθλους του Ηρακλή.

Με την προσθήκη του δέκατου τρίτου θεού το δωδεκάθεο μορφολογικά εντάχθηκε στα ευρύτερα πλαίσια του μυθικού και παραμυθιακού τύπου του κλειστού αριθμού ν που είναι απαραβίαστος σύμφωνα με μαγικές αντιλήψεις για την πληρότητα. Ειδικά για τον τύπο 12+1 οι κυριότερες αποτυπώσεις του είναι οι εξής: Ο ύψιστος θεός με τους 12 μικρότερους θεούς (Όντιν), ο πατέρας με τα 12 παιδιά του (ο Ουρανός με τους Τιτάνες), ο βασιλιάς με τους 12 ομοτράπεζους συμβούλους ή δικαστές (ο Αλκίνοος με τους 12 βασιλείς) και ο δάσκαλος με τους 12 μαθητές (Χριστός).

Με πληροφορίες από: Παγκόσμια Μυθολογία