Ο Αλέξανδρος δεν επέβαλε παντού, όπου πατούσε το πόδι του, το ίδιο διοικητικό σύστημα. Μια απόλυτα ομοιόμορφη οργάνωση του κόσμου, από το Ιόνιο πέλαγος, ως τη Σογδιανή και την Ινδία, θα ήταν βέβαια κάτι το αδύνατο.
Στον ελλαδικό χώρο δεν έκανε τίποτα περισσότερο από αυτό που είχαν κάνει κατά καιρούς η Αθήνα, η Σπάρτη και η Θήβα. Μάλιστα ως «ηγεμών» ήταν λιγότερο πιεστικός από ό,τι ήταν οι Αθηναίοι, οι Λακεδαιμόνιοι και οι Θηβαίοι στους καιρούς και στους χώρους της δικής τους ηγεμονίας. Πουθενά δεν επέβαλε, ούτε καν ευνόησε τυράννους και ολιγαρχίες. Τα πολιτεύματα των ελληνικών «πόλεων» τα άφησε ο ΑΛέξανδρος άθικτα. Έκανε μόνο κάποιες επεμβάσεις στα εσωτερικά πράγματα μιας πόλης όταν αξίωσε «να καταλυθούν όλες οι τυραννίδες», όπου είχαν επιβληθεί και να αποκατασταθούν οι νόμοι.
Τους Λακεδαιμόνιους, που δεν θέλησαν να τον αναγνωρίσουν «ηγεμόνα» της Ελλάδας και «στρατηγό αυτοκράτορα» και δεν έλαβαν μέρος στην μεγάλη εκστρατεία κατά των Περσών δεν τους πείραξε, παρά μόνο -λακωνικότατα- με δύο λέξεις: «πλην Λακεδιαμονίων».
Η «κοσμόπολη», το παγκόσμιο κράτος, δεν ήταν για τον Αλέξανδρο η άρνηση της πόλης. Ο Αλέξανδρος δεν θεώρησε ασυμβίβαστη με τα μεγάλα σχέδιά του την ύπαρξη, την αυτονομία και την ελευθερία των «πόλεων». Δεν έκρινε ασυμβίαστη -μέσα στο νέο κόσμο που διαμορφωνόταν- την παράλληλη ύπαρξη του «πολίτη» στις αυτόνομες πόλεις, του «εταίρου» ή του απλού ελεύθερου μέλους του «Κοινού των Μακεδόνων» στους συμπατριώτες του, και του υπηκόου στις ασιατικές χώρες ή την Αίγυπτο, όπου προαιώνια παράδοση είχε καθιερώσει δεσμό θρησκευτικής υπακοής του ανθρώπου προς τον μονάρχη.
Ποια θέση όμως είχαν οι «αυτόνομες» και «ελεύθερες» ελληνικές πόλεις της Μικράς Ασίας μέσα στην γενικότερη οργάνωση του ασιατικού κράτους του Μεγάλου Αλεξάνδρου; Την αυτονομία τους είχε λίγο πολύ σεβαστεί και η Περσία, ευνοώντας όμως τα τυραννικά ή ολιγαρχικά καθεστώτα και αξιώνοντας την καταβολή «φόρου». Ο Αλέξανδρος απέφυγε όσο το ευνοούσαν οι κατά τόπους συνθήκες να επινοεί νέα διοικητικά συστήματα.
Διατήρησε τη διοικητική οργάνωση σε «σατραπείες». Αλλά η σχέση της σατραπείας με τις αυτόνομες πόλεις που βρίσκονταν στην γεωγραφική περιοχή της δεν έμεινε η ίδια. Το πιο πιθανόν είναι ότι κάθε εξάρτηση των πόλεων αυτών από τις σατραπείες καταργήθηκε. Και βέβαια ο Αλέξανδρος απάλλαξε τις πόλεις από την καταβολή «φόρου». Ο «φόρος» ήταν δείγμα υποτέλειας είτε πληρωνόταν στον βασιλιά των Περσών είτε από μια ελληνική πόλη σε άλλη.
Επινοήθηκαν άλλοι τρόποι συμβολής των «αυτόνομων» πόλεων της Μικράς Ασίας στις ανάγκες του «κράτους» του Αλέξανδρου. Τη θέση του μισητού «φόρου» πήρε η «σύνταξις», συμμαχική συνεισφορά στον κοινό αγώνα, εξαγορά της συμμαχικής συμβολής σε άνδρες και όπλα.
Απόλυτη «αυτονομία» δεν μπορεί βέβαια να είχαν οι «αυτόνομες» πόλεις. Ήταν και αυτές συστατικά στοιχεία ενός συνόλου, που διαμορφωνόταν σε παγκόσμιο κράτος. Οι πόλεις αυτές είχαν επικοινωνία με τον ίδιο τον Αλέξανδρο. Ο Αλέξανδρος δεχόταν «πρέσβεις» των πόλεων και διαβίβαζε με αυτούς τις απόψεις ή τις εντολές του. Είχε επιφυλάξει για τον εαυτό του και το δικαίωμα να επικυρώνει τις «ελεύθερες» αποφάσεις των πολιτών τους για μεταρρύθμιση του πολιτεύματος.
Την ίδια στάση που τήρησε ο Αλέξανδρος απέναντι στις ελληνικές πόλεις της Μικράς Ασίας, την τήρησε, με εξαίρεση την Τύρο και την Γάζα, και απέναντι στις πόλεις των Φοινίκων. Αναγνώρισε την «αυτονομία» αυτών των πόλεων, τους άφησε να διατηρήσουν τους «βασιλείς», τους νόμους και τις παραδόσεις τους. Η σχέση τους με τους σατράπες της Συρίας δεν πρέπει να ήταν διαφορετική από τη σχέση των πόλεων με τους σατράπες της Μικράς Ασίας.
Με πληροφορίες από: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους