«Απέραντος» ειρήνη

Κατά τα τρία πρώτα χρόνια της βασιλείας του ο Ιουστινιανός είχε λάβει παράλληλα προς τα στρατιωτικά, και διπλωματικά μέτρα εναντίον των Περσών. Είχε ιδίως επιτύχει να συνάψει συμμαχία με τους Σαβείρους, ένα από τους νομαδικούς λαούς που ζούσαν ακριβώς βόρεια του Καυκάσου. Φαινόμενο παράδοξο για ιππείς νομάδες, είχαν ως αρχηγό μια γυναίκα την Βόα. Η συμμαχία ενισχύθηκε με την έλευση της ρομαντικής αυτής ηγεμονίδος των στεπών στην Κωνσταντινούπολη, όπου έγινε δεκτή με κάθε μεγαλοπρέπεια από τον Ιουστινιανό και βαπτίστηκε χριστιανή. Μόλις επέστρεψε στη χώρα της οι Σαβείροι ξεκίνησαν επιδρομές στα περσικά εδάφη.

«Απέραντος» ειρήνη

Οι παράγοντες αυτοί ανάγκασαν τον βασιλιά Καβάδη να επιδιώξει νέα ειρήνη με τους Βυζαντινούς. Το φθνόπωρο του 530, οι βυζαντινοί πρέσβεις επέστρεψαν από την Κτησιφώντα, με νέους όρους. Αιφνίδια όμως ο Καβάδης υπαναχώρησε και δήλωσε ότι δεν ήταν έτοιμος να υπογράψει τη συνθήκη. Τη μεταστροφή αυτή προκάλεσε η είδηση της επανάστασης των Σαμαρειτών και οι προτάσεις που του έγιναν εκ μέρους των απελπισμένων ηγετών της. Ήλπιζε ότι θα μπορούσε να επωφεληθεί από την αναταραχή.

Το 531 μεγάλη περσική στρατιά πέρασε τον Ευφράτη και προήλασε στην Συρία ως τη οχυρή πόλη Γαββουλών, κοντά στη Χαλκίδα. Ο Βελισσάριος, στρατηγός και στενός συνεργάτης του Ιουστινιανού, αντεπιτέθηκε, αλλά νικήθηκε στο Καλλίνικο, επί του Ευφράτη, και δεν μπόρεσε να εμποδίσει την υποχώρηση του περσικού στρατού με πλούσια λεία. Η τύχη φαινόταν να ευνοεί τους Πέρσες και ο Ιουστινιανός αντέδρασε διατάσσοντας τον φοβερό Σίττα να αναλάβει την ηγεσία των στρατευμάτων στη Μεσοποταμία και αντικαθιστώντας τον Βελισσάριο με τον Μούνδο, που ερχόταν από το μέτωπο του Δούναβη.

Επίσης έστειλε ενισχύσεις στην Αντιόχεια, που θα αποτελούσε τη βάση κάθε σημαντικής βυζαντινής επιχείρησης στη Μεσοποταμία. Μια περσική επίθεση στην Αρμενία, που αποσκοπούσε να αποσπάσει βυζαντινά στρατεύματα από το κρίσιμο μέτωπο του Ευφράτη, αποκρούσθηκε. Αναμένονταν όμως και νέες επιθέσεις των Περσών για το επόμενο έτος.

Αιφνίδια στις 13 Σεπτεμβρίου 531 ο βασιλιάς Καβάσης πέθανε. Ο γιος του Χοσρόης αναγκασμένος να αντιμετωπίσει τον φθόνο του αδελφού του και επιδρομές των λαών των στεπών, άφησε τους βυζαντινούς πρέσβεις, που ήλθαν για να τον συγχαρούν για την ενθρόνισή του, να εννοήσουν ότι ενδιαφερόταν σοβαρά για ειρήνη Οι διαπραγματεύσεις διήρκεσαν ως το τέλος του θέρους του επόμενου έτους και χαρακτηρίζονταν από ριψοκίνδυνους χειρισμούς και από τα δύο μέρη. Και οι δύο βασιλείς επιθυμούσαν να απαλλαγούν από τη δαπανηρή και χωρίς έκβαση αυτή σύγκρουση και να στρέψουν τους πόρους τους προς άλλες κατευθύνσεις.

Τον Σεπτέμβριο του 532 υπογράφηκε η ειρήνη με πανηγυρισμούς και από τις δύο πλευρές, ειρήνη που αισιόδοξα ονομάστηκε «απέραντος» γιατί δεν είχε προσδιοριστεί η χρονική της διάρκεια. Και οι δύο πλευρές προέβησαν σε παραχωρήσεις. Οι Βυζαντινοί θα διατηρούσαν το μεγάλο οχυρό στο Δάρας, αλλά το στρατηγείο του δούκα της Μεσοποταμίας θα μεταφερόταν από το Δάρας στη γειτονική Κωνσταντίνα. Μερικές θέσεις που είχαν καταληφθεί αποδόθηκαν στους αρχικούς κυρίους τους. Η περσική κυριαρχία αναγνωρίστηκε στο βασίλειο της Ιβηρίας (σημ. Γρωργία), ενώ η Λαζική παρέμεινε υπό βυζαντινό έλεγχο.

Τέλος, οι βυζαντινοί συμφώνησαν να καταβάλουν στους Πέρσες το τεράστιο ποσό των 11.000 λιτρών χρυσού, ως συμμετοχή τις δαπάνες για την προάσπιση των «Κασπιών πυλών», δηλαδή των διαβάσεων του Καυκάσου, από τους νομάδες των στεπών, σύμφωνα με τη συνθήκη που είχε υπογράψει το 363 ο Ιωβιανός. Στην πραγματικότητα το ποσό αυτό ήταν το τίμημα για την διακοπή των περσικών εχθροπραξιών και αποτελούσε τεράστια αφαίμαξη των πόρων της αυτοκρατορίας σε πολύτιμο μέταλλο. Αυτός ήταν ο λόγος και όχι η υποτιθέμενη φυλαργυρία του Ιουστινιανού, που αναφέρει ο Προκόπιος και άλλοι, για τη ανεπάρκεια του ανθρώπινου δυναμικού και των χρηματικών πόρων που είχαν στη διάθεση τους βυζαντινοί στρατηγοί για τις επιχειρήσεις στη Δύση τα επόμενα χρόνια.

Με πληροφορίες από: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους