Το εβραϊκό έθνος

Μέσα στο διάστημα δύο περίπου αιώνων το εβραϊκό έθνος απολάμβανε μια σχετική διοικητική αυτονομία, όσοι ζούσαν συσπειρωμένοι στην Ιουδαία, περίπου το 1/3 του του συνολικού εβραϊκού πληθυσμού της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας.

Το εβραϊκό έθνος
Ερείπια αρχαίας συναγωγής στη Γαλιλαία, όπως τα αποτύπωσε περιηγητής του 19ου αιώνα

Το εβραϊκό έθνος: ελληνιστές και «πιστοί»

Διαμόρφωσαν θρησκευτική συμπεριφορά αυστηρά προσκολλημένη στην παράδοση με επίκεντρο τη βιβλική διδασκαλία. Οι υπόλοιποι, όσοι δηλαδή ζούσαν στις εβραϊκές κοινότητες διάσπαρτες στο χώρο της Ανατολικής Μεσογείου, ακολουθούσαν σε μεγάλο βαθμό τις κρατούσες τάσεις. Στην πλειονότητα τους έμποροι, τεχνίτες και στρατιώτες, οι Εβραίοι έρχονταν σε καθημερινή επαφή με άλλους λαούς και αφομοίωναν αρκετά πολιτιστικά στοιχεία.

Ιδιαίτερα οι πιο εύποροι έπρεπε να μετέχουν ελληνικής παιδείας, προκειμένου να διατηρήσουν τα προνόμια τους ως μέλη των ανώτερων κοινωνικών στρωμάτων. Έτσι μετέφρασαν τα ιερά τους κείμενα στα ελληνικά και χρησιμοποίησαν εικονιστική τέχνη και αναπαραστάσεις ανθρώπινης μορφής για να κοσμήσουν τις συναγωγές τους, τους πρώτους εβραϊκούς ναούς εκτός Παλαιστίνης, που άρχισαν να χτίζονται τον 1ο π.Χ. αιώνα.

Από την άλλη πλευρά οι Εβραίοι της Σαμάρειας, της Ιουδαίας και της Ιδουμαίας, στο μεγαλύτερο μέρος τους αγρότες και κτηνοτρόφοι ζούσαν με τρόπο παραδοσιακό. Δεν αποδέχονταν τις ελληνικές αξίες ούτε όσες απηχούσαν ρεύματα και τάσεις ανατολικών λαών και πολιτισμών με τους οποίους είχαν έρθει σε επαφή.

Καθώς όμως η εβραϊκή γλώσσα δεν διδάσκονταν ευρέως, όσοι παρέμεναν αγκιστρωμένοι στη διδασκαλία του Εζρά εξαρτούσαν όλη την πολιτιστική τους υπόσταση από μια κυρίαρχη ιερατική τάξη, που την περίοδο αυτή εκπροσωπούνταν από τους παραδοσιακούς Φαρισαίους και τους ορθολογιστές Σαδδουκαίους. Αυτοί μόνο δίδασκαν την Τορά σε λίγους εκλεκτούς, σχηματίζοντας έτσι ένα κλειστό ιεραρχικό σύστημα με επίκεντρο τη γνώση. Ο διπολισμός αυτός μεταξύ ελληνιστών και «πιστών» ήταν επόμενο να δημιουργήσει φυγόκεντρες τάσεις και ριζοσπαστικά κινήματα.

Πνευματικοί ηγέτες του εβραϊκού έθνους

Κατά την πρώιμη ρωμαϊκή περίοδο, η πολιτική και πνευματική ηγεσία του εβραϊκού κράτους της Ιουδαίας ήταν στα χέρια των Φαρισαίων και των Σαδδουκαίων, των δύο κυριότερων θρησκευτικών ταγμάτων. Οι Σαδδουκαίοι ήταν ορθολογιστές, επηρεασμένοι από την ελληνική φιλοσοφία. Δεν πίστευαν στην τύχη και στην ανάμιξη του Θεού στα ανθρώπινα πράγματα. Θεωρούσαν ότι το καλό και το κακό -κυρίως το τελευταίο- ήταν απόρροια των ανθρωπίνων πράξεων.

Αντίθετα, οι Φαρισαίοι, ηγέτες των Ασιδαίων πίστευαν ότι ο Θεός και η τύχη ήταν απόλυτοι κύριοι των ανθρωπίνων υποθέσεων. Υποστήριζαν τη γνωστική άποψη ότι η ψυχή είναι μεν αιώνια, αλλά ότι μόνο οι ψυχές των δικαίων θα μετενσαρκώνονταν, ενώ αυτές των αδίκων θα περιπλανιούνταν σε αιώνια τιμωρία.

Παρά τις δογματικές τους διαφορές οι Σαδδουκαίοι και οι Φαρισαίοι μοιράζονταν τα ιερατικά αξιώματα, οι πρώτοι των κυριάρχων (Ελλήνων και Ρωμαίων) και οι δεύτεροι μεγάλου μέρους του λαού.

Τις παραμονές της ίδρυσης του κράτους του Ισραήλ, το 1947, μια εξαιρετικά σημαντική αρχαιολογική ανακάλυψη έφερε στο φως μεγάλο αριθμό κειμένων και την έδρα μιας εβραϊκής θρησκευτικής κοινότητας. Επρόκειτο για τα χειρόγραφα της Νεκρής Θάλασσας και την κοινότητα του Κουμράν, στη περιοχή νότια της Ιεριχούς. Η κοινότητα αυτή διέθετε ένα μοναστικού τύπου κέντρο στους βραχώδεις λόφους κοντά τον οικισμό. Εκεί κατέφευγαν σε ώρα μεγάλου κινδύνου για να κρύψουν τα ιερά τους κείμενα και άλλα αντικείμενα. Αυτό το μοναστήρι ελέγχονταν από θρησκευτικό τάγμα των Εσσαίων, το οποίο τον 1ομ.Χ. αιώνα δεν θα πρέπει να αριθμούσε πάνω από 4.000 μέλη.

Τα κείμενα που βρέθηκαν στις περγαμηνές σε συνδυασμό με τα υλικά κατάλοιπα, διαγράφουν τη φυσιογνωμία μιας κοινοβιακής κοινότητας, που ζούσε με νηστεία, προσευχή και διαρκή επαγρύπνηση. Σκοπός των μελών ήταν να διαφυλάσσουν επακριβώς το μωσαϊκό νόμο και να ζουν μεταξύ τους με αγάπη και σεβασμό. Επικεφαλής της κοινότητας ήταν ο «φύλακας» ή «κύριος» περιστοιχισμένος από ένα συμβούλιο. Όποιο μέλος της ομάδας ήθελε να εκφραστεί δημόσια, έπρεπε πρώτα να απευθυνθεί στα δυο αυτά όργανα. Η κοσμοαντίληψη τους ήταν γνωστικών αποκλίσεων: θεωρούσαν τους εαυτούς τους «γιους του φωτός» και μισούσαν τους «γιους του σκότους», όσους δηλαδή δεν υιοθετούσαν τους δικούς τους κανόνες ζωής.

Πίστευαν στην αθανασία της ψυχής, απαντούσαν στη βία με πραότητα και πολλοί από αυτούς πίστευαν ότι είχαν τη δύναμη να προφητεύουν τα μέλλοντα. Για τους τρεις, κυρίως, τελευταίους λόγους επικρατεί σήμερα η άποψη ότι ο Ιησούς ανήκε στο τάγμα των Εσσαίων και ότι ίσως είχε περάσει και ο ίδιος ένα διάστημα στο Κουμράν.

Ένα σχόλιο

Υποβολή απάντησης

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *