Στρατιωτικοί και διπλωμάτες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου

Πόλεμος χωρίς στρατιωτικούς δεν γίνεται. Διαπραγματεύσεις χωρίς διπλωμάτες δεν γίνονται. Στρατιωτικοί και διπλωμάτες, δύο απαραίτητα συστατικά για συνταγή πολέμου και ειρήνης.

Στρατιωτικοί και Διπλωμάτες

Πιέτρο Μπαντόλιο (1871-1956)

Ο Πιέτρο Μπαντόλιο ήταν Ιταλός στρατάρχης και πολιτικός, γεννημένος στο Γκρατσάνο Μομφεράτο της Ιταλίας. Ως υπολοχαγός μετείχε στην εκστρτατεία κατά της Ερυθραίας το 1896 και διακρίθηκε επίσης κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Έγινε αρχηγός του Γενικού Επιτελείου το 1919 και κυβερνήτης της Λιβύης (1928-1933). Το 1936 αντικατέστησε τον Ντε Μπόνο στην αρχηγία της εκστρατείας κατά της Αιθιοπίας. Κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο έγινε και πάλι αρχηγός του επιτελείου και εξέφρασε επιφυλάξεις για την επίθεση της Ιταλίας εναντίον της Ελλάδας, αρνούμενος να αποδεχθεί πλήρως την υπεραισιοδοξία του Μουσολίνι και του στρατηγού Πράκα, αρχηγού των ιταλικών δυνάμεων στις επιχειρήσεις. Ωστόσο για να μην δυσαρεστήσει τον Μουσολίνι τάχθηκε εν τέλει με την άποψη της εισβολής, χωρίς να προβάλει ουσιαστική αντίδραση. Μετά τις ελληνικές νίκες παραιτήθηκε το 1941 και με την πτώση του Μουσολίνι ανέλαβε από τον Βίκτωρα Εμμανουέλ τη διακυβέρνηση της χώρας, κήρυξε τον πόλεμο στη Γερμανία και παρέμεινε μέχρι την παραίτηση του βασιλιά το 1944.

Γκιστάβ Μορίς Γκαμελέν (1872-1958)

Ο Γκιστάβ Μορίς Γκαμελέν ήταν Γάλλος στρατιωτικός, γεννημένος στο Παρίσι. Σπούδασε στη στρατιωτική σχολή του Σεν-Σιρ και κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου διετέλεσε συνεργάτης του στρατηγού Σορφ και διοικητής μεραρχίας. Το 1925 έγινε αρχηγός των γαλλικών δυνάμεων στην Εγγύς Ανατολή, το 1931 αρχηγός του Γενικού Επιτελείου και το 1939, λόγο πριν την έναρξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, αρχηγός των γαλλικών ενόπλων δυνάμεων. ήταν οπαδός του «πολέμου θέσεων» και στήριξε την άμυνα της Γαλλίας στην περίφημη γραμμή Μαζινό, η οποία όμως απεδείχθη ανεπαρκής μπροστά στην στρατηγική των τακτικών κινήσεων των μηχανοκίνητων γερμανικών μονάδων. Ο Γκαμπελέν, όπως προκύπτει από τα ελληνικά και γαλλικά αρχεία, συνεργάστηκε με τον Παπάγο εν όψει μιας βαλκανικής αλλά και ευρύτερης συμμαχίας εναντίον των ιταλικών και γερμανικών βλέψεων. Από τις εκθέσεις του Παπάγου, σχετικά με τις συνεννοήσεις με τον Γκαμπελέν, προκύπτει πως ήδη ενάμιση χρόνο πριν, η Ελλάδα είχε προσανατολιστεί στη συμμετοχή της στο πλευρό των συμμάχων. Τον Μάιο του 1940 ο Γκαμπελέν αντικαταστάθηκε από τον στρατηγό Βεϊγκάν, αργότερα δε μεταφέρθηκε σε γερμανικό στρατόπεδο συγκεντρώσεως και απελευθερώθηκε από τους συμμάχους τον Μάιο του 1945.

Νικόλαος Μαυρουδής (1873-1942)

Ο Νικόλαος Μαυρουδής ήταν διπλωμάτης και πολιτικός, μόνιμος υφυπουργός εξωτερικών της κυβέρνησης Μεταξά κατά την περίοδο της ιταλικής επίθεσης εναντίον της Ελλάδας την 28η Οκτωβρίου του 1940. Σπούδασε νομικά στην Αθήνα και συνέχισε τις σπουδές του στην Αγγλία, τη Γαλλία και τη Γερμανία. Εισήλθε στο διπλωματικό σώμα το 1901 και υπηρέτησε στα προξενεία της Αλεξάνδρειας, της Μυτιλήνης και της Θεσσαλονίκης. Κατά τους Βαλκανικούς πολέμους ανέλαβε, μετά την κατάληψη της Φλώρινας, νομάρχης (1912-1913) και αργότερα σύμβουλος στην πρεσβεία της Κωνσταντινούπολης (1918). Το 1930 έγινε διευθυντής στο υπουργείο Εξωτερικών και υπουργός Εξωτερικών στην κυβέρνηση Οθωναίου το 1933. Ο Μαυρουδής από τη θέση του του μόνιμου υφυπουργού Εξωτερικών χειρίστηκε όλα τα κρίσιμα ζητήματα των ελληνοϊταλικών σχέσεων τις παραμονές του πολέμου, καθώς και των αγγλοελληνικών σχέσεων. Συμφώνησε με το σύμφωνο φιλίας με την Ιταλία τον Σεπτέμβριο του 1939 ώστε να κερδηθεί χρόνος, ενώ στην πραγματικότητα προσπάθησε να ενισχύσει τις στενές επαφές με τους Βρετανούς και τους Γάλλους με στόχο την παροχή βοήθειας εν όψει της ιταλικής επίθεσης. Τον Αύγουστο του 1940 προειδοποίησε τον Γκράτσι πως η Ελλάδα θα αμυνόταν σε περίπτωση επίθεσης. Τέλος, συμμετείχε σε όλες τις κρίσιμες διαπραγματεύσεις αφ’ ενός με τον Ίντεν για την αγγλική βοήθεια εν όψει της γερμανικής επίθεσης, όσο και με τους Γερμανούς για την αποφυγή της εισβολής. Πέθανε στην κατοχή σε ηλικία 69 ετών.

Γκεόργκι Μιχαΐλοβιτς Ντιμιτρόφ (1882-1949)

Ο Γκεόργκι Μιχαΐλοβιτς Ντιμιτρόφ ήταν Βούλγαρος πολιτικός και ηγετικό στέλεχος του Βουλγαρικού και Διεθνούς Κομμουνιστικού Κινήματος, γεννημένος στο Πέρνικ της Βουλγαρίας. Εργάστηκε ως τυπογράφος, ανέπτυξε συνδικαλιστική δράση και συνέβαλε στην ίδρυση του βουλγαρικού κομμουνιστικού κόμματος το 1919. Μετά το 1923 έφυγε για τη Σοβιετική Ένωση και δραστηριοποιήθηκε στους κόλπους της Κομμουνιστικής Διεθνοούς. Κατηγορήθηκε ως ένοχος για την πυρκαγιά στο Ράιχσταγκ το1933, αθωώθηκε και ακολούθως μετέβη στη Μόσχα όπου έγινε γενικόε γραμματέας της Κομιντέρν (1935-1943) και οργάνωσε τη βουλγαρική αντίσταση ενάντια στη ναζιστική κατοχή (1944-1945). Ο Ντιμιτρόφ από τη θέση της Κομιντέρν, τόνισε στην αντιπροσωπεία του ΚΚΕ -το οποίο είχε ως κύριο στόχο το καθεστώς Μεταξά- πως η γραμμή της Κομιντέρν ήταν η δημιουργία εθνικού μετώπου και η βαλκανική συνεργασία ενάντια στον Άξονα και τις βλέψεις του για εισβολή στην Ελλάδα και τα Βαλκάνια και όχι η άμεση ανατροπή της κυβέρνησης Μεταξά. Η άποψη αυτή της Κομιντέρν επέδρασε ουσιαστικά στην αλλαγή τακτικής του ΚΚΕ και στη στάση που κράτησε τελικά ο Ζαχαριάδης απέναντι στην ιταλική επίθεση, με τη γνωστή του επιστολή που προέτρεπε τους κομμουνιστές σε συμπαράταξη με την κυβέρνηση. Ο Ντιμιτρόφ επέστρεψε στη Βουλγαρία το 1945 επικεφαλής της μεταβατικής κυβέρνησης και έγινε πρωθυπουργός το διάστημα 1946-1949.

Αρτσιμπάλντ Πέρσιβαλ Γουέιβελ (1883-1950)

Ο Αρτσιμπάλντ Πέρσιβαλ Γουέιβελ ήταν Βρετανός στρατηγός γεννημένοςστο Γουίντσεστερ του Χαμσάιρ. Σπούδασε στη στρατιωτική σχολή του Σάντχερστ, υπηρέτησε στη Νότια Αφρική, την Ινδία και την Παλαιστίνη και το 1939 έγινε αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων της Μεγάλης Βρετανίας στη Μέση Ανατολή. Από τη θέση αυτή ο Γουέιβελ συνεργάστηκε στο Κάιρο με τους επικεφαλής των βρετανικών μυστικών υπηρεσιών σχετικά με τη δραστηριοποίηση βρετανικών ειδικών στην Ελλάδα και τα Βαλκάνια, οι οποίες έπαιξαν πολύ σημαντικό ρόλο στην περίοδο του πολέμου και της αντίστασης. Ο Γουέιβελ και οι συνεργάτες του, όπως ο λοχαγός Πίρι στην Αθήνα, ο ταγματάρχης Μένζες στη Θεσσαλονίκη και ο Τζορτζ Τέιλορ στο Κάιρο, αποφάσισα την άνοιξη του 1940 τη δημιουργία μυστικών βρετανικών οργανώσεων, οι οποίες σε συνεργασία με ντόπιους αντιστασιακούς θα οργάνωναν τη συμμαχική δράση σε περίπτωση εισβολής και κατοχής της Ελλάδας. Στόχος τους ήταν κυρίως οι επικοινωνίες του εχθρού και δολιοφθορές. Ο Γουέιβελ νίκησε τους Ιταλούς στη βόρεια Αφρική αλλά απέτυχε έναντι του Ρόμελ και το 1941 μετατέθηκε στην Ινδία, όπου έγινε αντιβασιλιάς, στρατηγός και υποκόμης το 1943, κόμης το 1947 και λόρδος το 1949.

Μαξίμ Βεϊγκάν (1867-1965)

Ο Μαξίμ Βεϊγκάν ήταν Γάλλος στρατηγός γεννημένος στις Βρυξέλλες. Εκπαιδεύτηκε στη Σχολή του Σεν-Σιρ, στην οποία αργότερα δίδαξε. Ως επικεφαλής του επιτελείου του Φος (1914-1923) προσέφερε σημαντικές υπηρεσίες και το 1939, στις παραμονές του ελληνοϊταλικού πολέμου, βρίσκεται επικεφαλής των γαλλικών δυνάμεων της ανατολικής Μεσογείου. Από το αρχείου ου ελληνικού ΥΠΕΞ προκύπτει ότι ο Βεϊγκάν προσπάθησε να συμβάλει σε μια βαλκανική συνεργασία των επιτελείων, ερχόμενος σε επαφή με τους Τούρκους και τους Έλληνες κυρίως, προσπάθεια που είχε κατ’ αρχήν θετική ανταπόκριση. Στόχος του Βεϊγκάν ήταν η δημιουργία συμμαχικής βάσης στα Βαλκάνια και ιδιαίτερα στη Θεσσαλονίκη. Σε συνεργασία με τον Παπάγο και τον Γκαμελέν αποφασίστηκε στις αρχές του 1940 η αποστολή οικονομικής και στρατιωτικής βοήθειας προς την Ελλάδα, η οποία όμως δεν υλοποιήθηκε πότε, αφού το Μάιο εκδηλώθηκε η γερμανική επίθεση εναντίον της Γαλλίας. Ο Βεϊγκάν αντικατέστησε τότε τον Γκαμελέν και πρότεινε έναντι των Γερμανών μία εκτός μόδας πλέον «γραμμική άμυνα» σε βάθος. Φυλακίστηκε από τους Γερμανούς και μετά την απελευθέρωση του αποσύρθηκε οριστικά από τα κοινά.

1 Σχόλιο

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *