Στην Κωνσταντινούπολη

Η Κωνσταντινούπολη, που με την πληθυσμιακή της σύνθεση και τα μουσουλμανικά ιδρύματά της, είχε μεταβληθεί τους δύο πρώτους αιώνες της κατάκτησης σε πόλη χαρακτηριστικά ισλαμική, αρχίζει μετά τους τουρκοβενετικούς πολέμους, ιδίως μετά το 1669, να αποβάλει το παλαιό της χρώμα και να γίνεται ένα εμπορικό κέντρο, που συγκεντρώνει το ενδιαφέρον του πολιτικού και οικονομικού κόσμου της Ευρώπης, πολύ περισσότερο από πριν. Οι «φράγκοι» έμποροι πολλαπλασιάζονται και οι εγκαταστάσεις των Γάλλων, των Άγγλων και των Ολλανδών γίνονται συχνότερες, ενώ οι Γενουάτες χάνουν σιγά σιγά την παλαιά τους δύναμη.

Στην Κωνσταντινούπολη
Προκυμαία των Θεραπειών.
Τα Θεραπειά ήταν προάστιο της Κωνσταντινούπολης

Ανάλογο φαινόμενο παρατηρείται και με τον ελληνικό πληθυσμό της πρωτεύουσας της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Εκτός από τους πρώτους πυρήνες, που εξακολούθησαν να μένουν σε αυτή μετά την Άλωση ή εγκαταστάθηκαν αργότερα, εξακολουθούν να φθάνουν από όλα τα διαμερίσματα της Ελλάδας, τον Πόντο και τα παράλια της Ιωνίας, αναζητώντας εργασία και καλύτερους όρους διαβίωσης. Οι εγκαταστάσεις αυτές δεν συντελούν μόνο στη δημογραφική μεταβολή από πλευράς εθνικής προέλευσης των κατοίκων της, αλλά και στην αύξηση του πληθυσμού. Οι Έλληνες αυτοί ξεκίνησαν τη δραστηριότητα τους σαν μικρέμποροι, ναυτικοί, τεχνίτες και γεωργοί, για να αποτελέσουν στα τελευταία πενήντα χρόνια πριν την Ελληνική Επανάσταση με τη δυναμική παρουσία τους το πιο ζωτικό στοιχείο στο εμπόριο, στις τέχνες, στην οικονομική γενικά ζωή της οθωμανικής πρωτεύουσας.

Η εγκατάσταση στην Κωνσταντινούπολη ήταν μια επικίνδυνη περιπέτεια, κυρίως για τους απλούς ανθρώπους, που διωγμένοι από την ανάγκη, τη φτώχεια, την ανασφάλεια της υπαίθρου και τους πολέμους, ταξίδευαν μέρες και εβδομάδες, για να φθάσουν στην παλαιά βυζαντινή πρωτεύουσα, όπου ήταν αναγκασμένοι να αρχίσουν ένα υπεράνθρωπο αγώνα επιβολής ανάμεσα σε αλλοεθνείς και αλλόδοξους. Τα ταξίδια από τα νησιά και τα λιμάνια του Αιγαίου δεν ήταν συνήθως πολυήμερα, αν οι άνεμοι ήταν ευνοϊκοί.

Παρ΄ όλες τις δυσκολίες η Κωνσταντινούπολη αποτελούσε ισχυρό πόλο έλξης και τα κύματα των εποίκων συνεχίσθηκαν ασταμάτητα ως τις παραμονές του 1821, για να επαναληφθούν με την ίδια ένταση από τα μέσα του 19ου αιώνα ως τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Έτσι η «πόλη των απίστων», όπως την χαρακτήριζαν τουρκικά κείμενα κατά τον 17ο αιώνα, έγινε με το πατριαρχείο, με τους Φαναριώτες αξιωματούχους της Πύλης και τους πλούσιους εμπόρους, με τους πολυάριθμους ελληνικούς ναούς, τις ελληνικές συντεχνίες, τους νησιώτες ναυτικούς, που αποτελούσαν ένα διαβατικό αλλά σταθερό αριθμητικά πληθυσμό, το πιο αξιόλογο ελληνικό κέντρο, μια πρωτεύουσα οικονομική και πνευματική του υπόδουλου ελληνισμού.

Ο αριθμός των Ελλήνων ναυτικών που περνούσαν από την Κωνσταντινούπολη ήταν τόσος, ώστε το 1762 ιδρύθηκε με φροντίδα του Γεωργίου Σταυράκη στον Γαλατά νοσοκομείο «διά τους αρρώστους ναύτας ή ναυτιλιώντας», που διατηρήθηκε ως την Ελληνική Επανάσταση, κυρίως από συνεισφορές πλουσίων πλοιοκτητών.

Αν όμως υπήρχαν οι προνομιούχοι του πλούτου, δεν έλειπαν από την Κωνσταντινούπολη και φτωχοί Έλληνες, που μόνο με τη συνδρομή της εκκλησίας ή των συντεχνιών μπορούσαν να ζήσουν. Χτυπημένοι από σεισμούς, αρρώστιες και πυρκαγιές, ανάπηροι και ανίκανοι για εργασία, αποτελούσαν ένα σημαντικό ποσοστό του ελληνικού στοιχείου.

Στον αριθμό των Ελλήνων κατοίκων της Κωνσταντινούπολης πρέπει να προστεθούν και οι ναυτικοί και οι αντιπρόσωποι των διαφόρων ελληνικών τόπων, που στέλνονταν εκεί για την άμεση επαφή με την κεντρική τουρκική διοίκηση και για την διευθέτηση προβλημάτων, που απαιτούσαν προσωπικές ενέργειες.

Αν στις παραπάνω κατηγορίες των κατοίκων της Κωνσταντινούπολης προστεθούν οι λόγιοι-διδάσκαλοι της Πατριαρχικής Σχολής και των άλλων σχολείων, οικοδιδάσκαλοι αρχοντικών οικογενειών, γραμματικοί των εμπόρων, ιατροί και άλλοι που καλλιεργούσαν τα γράμματα ή ασκούσαν ανάλογα επαγγέλματα, όλοι δηλαδή που αποτελούσαν μια τρίτη τάξη ανάμεσα στους Φαναριώτες και στους εμπόρους-επαγγελματίες-ναυτικούς, θα ολοκληρωθεί η εικόνα των Ελλήνων κατοίκων στην Κωνσταντινούπολη. Θα ερμηνευθεί επίσης η καταπληκτική επιβολή του ελληνικού στοιχείου σε όλες τις εκδηλώσεις της δημόσιας ζωής, μιας επιβολής που απλωνόταν από το Φανάρι μέχρι τις πολύβουες συνοικίες του λιμανιού, και από την Πατριαρχική Σχολή ως τα διάφορα ιδρύματα που ιδρύθηκαν ή διευθύνθηκαν από Έλληνες.

Με πληροφορίες από: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους