Όταν τελείωσαν οι Μηδικοί πόλεμοι, η Αθήνα βρέθηκε με ένα στόλο που χρειαζόταν να αξιοποιηθεί, με έναν πληθυσμό γεμάτο ορμή για δράση, που ήταν ανάγκη να απασχοληθεί. Οι Αθηναίοι είχαν αποκτήσει συνείδηση της δύναμής τους, πλήθος όνειρα γεννιούνταν στη σκέψη των ηγετών τους, και ήταν η κατάλληλη στιγμή να πραγματοποιηθούν. Η Σπάρτη, μετά τα Μηδικά, ήθελε να γυρίσει πίσω στην κλειστή πολιτική της, που κύρια επιδίωξη είχε τη διαφύλαξη του πολιτεύματος της με τη στενή επιτήρηση περιοίκων και ειλώτων από τον στρατό της, που τον χρειαζόταν στον χώρο της τον περισσότερο καιρό. Επιθυμούσε επίσης να διατηρήσει το πρόσταγμα στην Ελληνική Συμμαχία, που είχε υποκαταστήσει στη διάρκεια των πολέμων την Πελοποννησιακή.

Αθήνα
Ύστερα από την αποχώρηση των Περσών, μετά την μάχη των Πλαταιών, η κατάσταση στην Αθήνας είχε ως εξής: Ο άμαχος πληθυσμός, που είχε καταφύγει στην Τροιζήνα, την Αίγινα και τη Σαλαμίνα, γύρισε στην Αθήνα. Βρήκε την πόλη τελείως κατεστραμμένη. Το τείχος ήταν στα περισσότερα σημεία γκρεμισμένο, τα ιερά ερειπωμένα και λεηλατημένα. Λίγα σπίτια έμεναν όρθια, εκείνα που είχε χρησιμοποιήσει το επιτελείο του Μαρδόνιου, όσον καιρό έμεναν οι Πέρσες στην Αθήνα. Τα προβλήματα ήταν πολλά και επείγοντα, ιδίως ο επισιτισμός και η στέγαση. Όλες οι καλλιέργειες είχαν εγκαταλειφθεί, γι’ αυτό και ήταν ανάγκη να φροντίσει το κράτος για τη διατροφή των κατοίκων. Οι πολίτες έπρεπε να κοιτάξουν να διασφαλίσουν, όπως μπορούσε ο καθένας, τη στέγασή τους.
Στην Αθήνα από ό,τι φαίνεται υπήρχαν δύο πολιτικές παρατάξεις. Ο Θεμιστοκλής ήταν αρχηγός της δημοκρατικής παράταξης. Εξακολουθεί να έχει μεγάλη δύναμη και το δικό του παλαιότερο πρόγραμμα επανεξετάζεται και μπαίνει σε εφαρμογή. Ο Ξάνθιππος, ο πατέρας του Περικλή, και ο Αριστείδης, ηγέτες, του συντηρητικού κόμματος, με την φήμη που απέκτησαν στους εθνικούς πολέμους και με την προσωπικότητά τους, είναι πάντα ισχυροί.
Οι δύο παρατάξεις για λίγα χρόνια συνεργάστηκαν σταθερά και στην εξωτερική και στην εσωτερική πολιτική της πόλης τους. Τον Αριστείδη και τον Θεμιστοκλή τους αναφέρει ο Αριστοτέλης ως προστάτες του δήμου, προσθέτοντας ότι ο ένας ήταν «ικανός στα στρατιωτικά, και ο άλλος στα πολιτικά και δικαιότερος από όλους τους συγχρόνους του, γι’ αυτό χρησιμοποίησαν (οι Αθηναίοι) τον ένα ως στρατηγό και τον άλλο ως σύμβουλο». Το όνομα του Ξάνθιππου δεν αναφέρεται σε καμία επιχείρηση μετά το 478π.Χ. Στην πολιτική που χαράκτηκε μετά τα Μηδικά, ο Αριστείδης και ο Θερμιστοκλής «κοινή διώκησαν». Η σύμπνοια μεταξύ των κομμάτων απέδωσε αμέσως πλούσιους καρπούς. Οι κυριότερες επιτυχίες της Αθήνας που οφείλονται σε αυτήν ακριβώς τη συνεργασία υπήρξαν η οχύρωση της Αθήνας και του Πειραιά και η οργάνωση της Α’ Αθηναϊκής Συμμαχίας.
Σπάρτη
Η πολιτική κατάσταση στη Σπάρτη, μετά τα Μηδικά, μας είναι σχετικά άγνωστη. Μέσα από τις ελάχιστες πληροφορίες που δίνουν οι αρχαίες πηγές, συμπεραίνουμε ότι στην Σπάρτη κυριαρχική μορφή, μετά το 479π.Χ. είναι για ένα μικρό διάστημα ο ένδοξος νικητής των Πλαταιών, Παυσανίας, επίτροπος του ανήλικου ξαδέλφου του Πλειστάρχου, από το γένος των Αγιαδών.
Ο Παυσανίας δυναμικός και φιλόδοξος, αδέσμευτος από τις παραδόσεις γεμάτος ορμή ύστερα από τη νίκη εναντίον των βαρβάρων που χάρισε πνοή σε ολόκληρο τον ελληνισμό, συνέλαβε κάποια σχέδια αλλαγής στην πολιτική της Σπάρτης. Η νεαρή του ηλικία τον βοηθούσε να βλέπει καθαρά πως οι καιροί είχαν αλλάξει και αναμφισβήτητα οραματιζόταν να πάρει η πόλη του στα χέρια της την Πανελλήνια ηγεσία, ξεφεύγοντας από την κλειστή πελοποννησικαή πολιτική.
Δεν είναι δυνατόν να μην πρόσεξε ο Παυσανίας την έκκληση των Ελλήνων της Μικράς Ασίας για συμμετοχή τους στην Ελληνική συμμαχία και τον πόθο τους να απαλλαγούν οριστικά από τον περσικό ζυγό. Θα είχε ασφαλώς αντιληφθεί όπως η επέκταση της επιρροής της Σπάρτης στον μικρασιατικό ελληνισμό ήταν μια λαμπρή ευκαιρία που δεν έπρεπε να χαθεί. Είναι αδύνατον όμως να ξεκαθαρισθεί πως έβλεπε την Αθήνα και την πολιτική της γραμμή μετά τα Μηδικά.
Πάντως για την πραγματοποίηση των πολιτικών του οραματισμών, ασφαλώς θα είδε πόσο αντίμαχη δύναμη θα ήταν οι συντηρητικοί έφοροι. Το ένα σκέλος της πολιτικής του ήταν η μείωση της δύναμης των εφόρων, για να μπορέσει χωρίς αντίδραση εσωτερική να ανταποκριθεί η Σπάρτη στο πνεύμα της πολιτικής του γραμμής. Ίσως, σε συνάρτηση με τα επεκτατικά σχέδια που συνέλαβε, διαπίστωσε την ανάγκη να γίνουν και άλλες αλλαγές στην εσωτερική πολιτική της Σπάρτης, πράγμα που αποτέλεσε το δεύτερο σκέλος της γραμμής του.
Θα ήταν αδύνατον να ριψοκινδυνεύσει η πόλη του άνοιγμα στο Αιγαίο και να αναλάβει πρωτοβουλία επιχειρήσεων εκεί, αν δεν γίνονταν ορισμένες αλλαγές στο πολίτευμα, και κυρίως αν η θέση των ειλώτων παρέμενε η ίδια. Για να είναι πάντα υποταγμένοι, όπως τους ήθελε το πολίτευμα, έπρεπε ο πάντα ολιγάριθμος σπαρτιατικός στρατός να καθηλώνεται στην Λακωνική τον περισσότερο καιρό. Το γεγονός αυτό όμως αποτελούσε μόνιμο εμπόδιο για οποιαδήποτε κίνηση της Σπάρτης έξω από την Πελοπόννησο.
Από την εξέλιξη των γεγονότων φαίνεται ότι ο Παυσανίας δεν κατάφερε να επιβάλει τις απόψεις του. Οι συντηρητικές δυνάμεις επικράτησαν και έτσι η Σπάρτη συνέχισε την κλειστή πολιτική της. Αργότερα, οι έφοροι, επειδή έβρισκαν επικίνδυνο στοιχείο για την πόλη τον Παυσανία και τις πολιτικές τους ιδέες, εκμεταλλεύτηκαν κάποιες αδυναμίες του χαρακτήρα του και τον εξουδετέρωσαν.
Την ισχυρή πολιτική μερίδα, αυτή που επιβλήθηκε τελικά, την αποτελούσαν τα συντηρητικά στοιχεία, με επικεφαλής τους εφόρους. Στη δική τους επιρροή πρέπει να οφείλεται και η άρνηση της Σπάρτης να συμπεριλάβει στη Ελληνική συμμαχία και τις μικρασιατικές ελληνικές πόλεις. Με τον τρόπο αυτό, χωρίς καν να το υποψιάζεται, άφησε ανοιχτό τον δρόμο για τη θαυμαστή άνοδο της Αθήνας.
Η Σπάρτη ήταν κηρυγμένη εναντίον κάθε νεωτερισμού στην πολιτική της και απέριπτε κάθε ιδέα μακρινών εκστρατειών, κυρίως μάλιστα ναυτικών επιχειρήσεων. Βασική της επιδίωξη στην εξωτερική πολιτική ήταν να κρατήσει η Σπάρτη τα πρωτεία στην ηπειρωτική Ελλάδα, διατηρώντας πάντως καλές σχέσεις με την Αθήνα, παρ΄ όλο που δεν έβλεπε με καλό μάτι τις ανεξάρτητες κινήσεις της. Αισθάνθηκε πιο άνετα αυτή η σπαρτιατική μερίδα, όταν την ηγεσία του συντηρητικού κόμματος στην Αθήνα ανέλαβε ο Κίμων, ο εκφραστής της φιλολακωνικής πολιτικής της πόλης.
Έργο της ίδιας παράταξης ήταν η αξίωση που προέβαλε η Σπάρτη στο Αμφικτιονικό Συνέδριο, να τιμωρηθούν οι πόλεις που είχαν «μηδίσει» ή έμειναν ουδέτερες στους εθνικούς πολέμους. Δική της ενέργεια ήταν η προσπάθεια να ματαιωθεί η τείχιση της Αθήνας. Η καταδίκη του Παυσανία και του Θεμιστοκλή και η κατασπίλωση των δύο μεγάλων αυτών στρατηγών των Μηδικών πολέμων, από τους κόλπους αυτής της παράταξης, κινήθηκε.
Απέναντι σε αυτήν την παράταξη διακρίνεται η ύπαρξη μιας άλλης, πιο φιλελεύθερης που θα την αποτελούσαν ουσιατικά οι φίλοι του Παυσανία και της πολιτικής του. Μερικές ενέργειες της διαφαίνονται στα γεγονότα της Πεντηκονταετίας. Αυτή η παράταξη επηρέασε την πολιτική της Σπάρτης να μην αντιδράσει όταν ο επιθετικός αγώνας εναντίον των Περσών έμεινε τελικά στα χέρια της Αθήνας.
Ακόμη οι άνθρωποι που την αποτελούσαν θα κινήθηκαν να επηρεάσουν τα πνεύματα στη Σπάρτη, όταν παρά την αντίδρασή της, οι Αθηναίοι πραγματοποίησαν την οχύρωση της πόλης τους. Αυτοί θα βοήθησαν τον Θεμιστοκλή, όταν πήγε στη Σπάρτη να συζητήσει για το τείχος, και αυτοί, τέλος, πρέπει να προσπάθησαν να αντισταθούν στην τελική καταδίκη του Παυσανία. Μέσα στις επιδιώξεις τους πρέπει να ήταν και ο περιορισμός της δύναμης των εφόρων. Ως που έφθασαν τα σχέδια αυτής της παράταξης δεν είναι γνωστό, είναι πάντως βέβαιο πως δεν κατόρθωσε να επιβάλει τη δική της γραμμή, που εκμηδενίστηκε από τους συντηρητικούς.
Με πληροφορίες από: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους