Τον Οκτώβριο του 1912 η Θεσσαλονίκη απελευθερώνεται από τον νικηφόρο Ελληνικό στρατό. Ο Τούρκος διοικητής θα υπογράψει το πρωτόκολλο με το οποίο ολοκληρώνεται η παράδοση της Θεσσαλονίκης και η πόλη θα περάσει στην ελληνική επικράτεια χωρίς να γίνει μάχη. Η συνθήκη η οποία επισφράγισε επίσημα ότι η Θεσσαλονίκη προσαρτάται πλέον στο ελληνικό κράτος, υπεγράφη στο Βουκουρέστι το 1913.

Στις 11 το πρωί της 25ης Οκτωβρίου έφθασαν στο Γενικό Στρατηγείο δύο Τούρκοι αξιωματούχοι από το επιτελείο του Ταξίν Πασά, διοικητή της πόλης, οι οποίοι προσκόμισαν ένα έγγραφο του, στο οποίο αναγγελλόταν ότι θα κατέφθανε μια επιτροπή από τους προξένους των Μεγάλων Δυνάμεων στη Θεσσαλονίκη και τον Σεφήκ Πασά για διαπραγματεύσεις. Πράγματι, λίγο μετά τις 2 το μεσημέρι, έφθασε με μια αμαξοστοιχία η επιτροπή και γνωστοποίησε στο Διάδοχο Κωνσταντίνο τους όρους του Ταξίν Πασά για τη παράδοση της Θεσσαλονίκης χωρίς μάχη.
Ο Τούρκος διοικητής ζητούσε να αποσυρθεί με το στρατό και τον οπλισμό του στο Καραμπουρνού και να παραμείνει εκεί ως το τέλος του πολέμου. Ο αρχιστράτηγος Κωνσταντίνος όμως απέρριψε τον όρο αυτό του Τούρκου Πασά. Το ίδιο όμως βράδυ άρχισαν να καταφθάνουν στο Γενικό Επιτελείο τηλεγραφήματα των Υπουργών Εξωτερικών και Στρατιωτικών, τα οποία ανέφεραν την κατάληψη των Σερρών από τους Βούλγαρους και εξέφραζαν φόβους για ταυτόχρονη άφιξη του ελληνικού και του βουλγαρικού στρατού στην πόλη του Αγίου Δημητρίου.
Την επομένη, στις 26 Οκτωβρίου, στις 5 το πρωί, επέστρεψε στο ελληνική Γενικό Επιτελείο ο Σεφήκ Πασάς, ο οποίος ανακοίνωσε ότι ο Ταξίν Πασάς δεχόταν όλους τους όρους, αλλά ζητούσε να του επιτραπεί να κρατήσει 5.000 όπλα για την εκγύμναση των νεοσυλλέκτων. Το αίτημα αυτό απορρίφθηκε από τον αρχιστράτηγο Κωνσταντίνο και στον Τούρκο πληρεξούσιο δόθηκε δίωρη προθεσμία για να μεταφέρει την οριστική απάντηση του διοικητή του. Επειδή, όμως η προθεσμία έληξε χωρίς ανταπόκριση, δόθηκε εντολή στον ελληνικό στρατό να προελάσει προς τη Θεσσαλονίκη μετά τον Λουδία και τον Αξιό. Από την άλλη πλευρά, μέσα στη Θεσσαλονίκη, έπειτα από πολύωρη σύσκεψη με τους προξένους των Μεγάλων Δυνάμεων, ο Ταξίν Πασάς πείσθηκε να απεμπολήσει την αξίωση του για τη διατήρηση των 5.000 όπλων και απέστειλε με έφιππους αξιωματικούς την έγγραφη απάντησή του, με την οποία αποδεχόταν όλους τους όρους του Έλληνα αρχιστρατήγου. Η απάντηση αυτή έφθασε στο ελληνικό Γενικό Επιτελείο στις 2 το μεσημέρι.
Αμέσως δόθηκε διαταγή στην 7η μεραρχία και σε δύο τάγματα ευζώνων να προελάσουν γρήγορα και να καταλάβουν τη Θεσσαλονίκη, ενώ ταυτόχρονα ο αρχιστράτηγος, έστειλε μήνυμα στον διοικητή της βουλγαρικής μεραρχίας στρατηγό Τεοντορώφ με το οποίο τον πληροφορούσε ότι επίκειτο η κατάληψη της Θεσσαλονίκης και εξέφραζε την άποψη ότι η βουλγαρική φάλαγγα καλό θα ήταν να στραφεί προς άλλη κατεύθυνση και να μη βαδίσει προς την πόλη. Γύρω στις 11 το βράδυ, δύο Έλληνες αξιωματικοί, οι Βίκτωρ Δούσμανης και Ιωάννης Μεταξάς, συνυπέγραψαν με τον Ταξίν Πασά το πρωτόκολλο της παράδοσης, σύμφωνα με όλους τους όρους τους οποίους είχε προτείνει η ελληνική πλευρά. Έτσι, στις 26 Οκτωβρίου του 1912, ακριβώς την ημέρα της εορτής του Αγίου Δημήτριου, του πολιούχου της, η Θεσσαλονίκη απελευθερωνόταν ύστερα από πολύχρονη δουλεία, η οποία είχε αρχίσει στις 30 Μαρτίου του 1430.
Η δοξολογία της απελευθέρωσης εψάλλει στον Άγιο Μηνά, εκκλησία που παρέμεινε ορθόδοξη για όλη τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας.
Με πληροφορίες από: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους