Η Αποκαλυπτική των Ιουδαίων ξεκινάει από τις ίδιες ιστορικές και υπαρξιακές ρίζες της πνευματικής αντίστασης κατά των ξένων κατακτητών και μάλιστα των Ελλήνων. Έτσι η Αποκαλυπτική των Ιουδαίων έχει αναπόφευκτα πολλά κοινά με την Αποκαλυπτική των γειτονικών λαών της Μέσης Ανατολής. Η ιδιοτυπία της Αποκαλυπτικής είναι αρκετά εμφανής. Οι ρίζες της βρίσκονται στην ίδια την εβραϊκή παράδοση και μάλιστα στον προφητισμό, ο οποίος δημιουργεί αυτό το νέο είδος θρησκευτικής θεώρησης, που διαδραματίζει τόσο σημαντικό ρόλο στην ιστορική γένεση του Χριστιανισμού.
Το γεγονός ότι η Αποκαλυπτική ξεκινά ως μορφή πνευματικής αντίστασης κατά του Ελληνισμού δίνει στην αποκαλυπτική γραμματεία ένα έντονο ανθελληνικό τόνο εξωτερικά. Αλλά στην ουσία τα πράγματα διαφέρουν. Πρώτα πρώτα πρέπει να υπογραμμισθεί το γεγονός ότι η Αποκαλυπτική φιλολογία κυκλοφορεί ευρύτατα στην ελληνική γλώσσα. Χωρίς αυτό το γεγονός η εμφάνιση και η διάδοση του Χριστιανισμού στον ελληνόφωνο κόσμο θα ήταν ιστορικά αδύνατη, καθώς και η εμφάνιση της ίδιας της χριστιανικής Αποκαλυπτικής γραμματείας, που εμπνέεται προφανώς από την ιουδαϊκή Αποκαλυπτική.
Μια σχέση της Αποκαλυπτικής με το ελληνικό πνεύμα φαίνεται στα εξής σημεία: α) Υπάρχει μια τάση στην Αποκαλυπτική από τα πρώτα κιόλας βήματά της για συστηματοποίηση της εικόνας της Ιστορίας. Η γενίκευση και η συστηματοποίηση της Ιστορίας είναι στοιχείο νέο που το προσκομίζει η Αποκαλυπτική και δεν είναι εντελώς άσχετο με την ελληνική σκέψη. Η σημασία του νέου αυτού στοιχείου για τον χαρακτήρα του Χριστιανισμού είναι πολύ μεγάλη. β) Υπάρχει ένας συνδυασμός της Ιστορίας με την οντολογία. γ) Η συστηματοποίηση αυτή του κόσμου και της Ιστορίας δίνεται στην Αποκαλυπτική με εικόνες παρμένες από την αστρολογία, την αγγελολογία, τη μαντική κλπ. δ) Παρατηρείται σε ολόκληρη την Αποκαλυπτική γραμματεία μια έντονη ορμή για γνώση τόσο του ορατού, όσο και του αοράτου κόσμου, κάτι που θυμίζει πολύ Ελληνισμό και που προετοιμάζει ίσως ιστορικά τον Γνωστικισμό.
Όλα αυτά δείχνουν κάποια σχέση της Αποκαλυπτικής με την ελληνική σκέψη σε βαθμό που να προοιωνίζεται η σχέση αυτή την εμφάνιση του Χριστιανισμού, ο οποίος συνδέεται ιστορικά κατά τρόπο ιδιαίτερο με την Αποκαλυπτική και έχει συγχρόνως όλες τις προϋποθέσεις για να γίνει θρησκεία των Ελλήνων. Αλλά η σχέση αυτή Αποκαλυπτικής και Ελληνισμού αφήνει βασικά σημεία ακάλυπτα, που μαρτυρούν σαφώς ότι Αποκαλυπτική των Ιουδαίων παραμένει ουσιαστικά φαινόμενο ιουδαϊκό, ασυμβίβαστο με την τυπικά ελληνική νοοτροπία.
Τα σημεία αυτά που κληρονομούνται από τον Χριστιανισμό και κρίνουν αποφασιστικά τις σχέσεις του με τον Ελληνισμό στην πατερική περίοδο είναι τα εξής: α) Η ιστορική συνείδηση και μάλιστα η εσχατολογία. Η τοποθέτηση της αλήθειας στον χώρο της Ιστορίας ως του πεδίου αποκάλυψης των ενεργειών του θεού, και μάλιστα του τέλους της Ιστορίας, των εσχάτων κα του μέλλοντος, είναι ιδιοτυπία της ιουδαϊκής σκέψης, που επιζεί έντονα στην αποκαλυπτική γραμματεία ως συνέχεια της προφητικής παράδοσης. Το στοιχείο αυτό δεν μπορεί να θεωρηθεί τυπικά ελληνικό.
β) Η έννοια της κοινότητας που, σε πιστή προέκταση και εφαρμογή της εβραϊκής παράδοσης και νοοτροπίας αναπτύσσεται σε μεγάλο βαθμό στη ζωή των Αποκαλυπτικών κύκλων του Ιουδαϊσμού. Πρόκειται βασικά για μια άρνηση της ατομοκρατίας, που χαρακτηρίζει την ελληνική σκέψη, μια μετατόπιση της αλήθειας από τον χώρο της σκέψης στον χώρο της πράξης, της κοινής ζωής και της αγάπης.
γ) Η κεντρική και αποφασιστική θέση που κατέχει η Τορά (Νόμος) στην Αποκαλυπτική κίνηση είναι ένα από τα σημαντικότερα στοιχεία που την διαφοροποιούν από τον Ελληνισμό. Ο Ιουδαϊσμός των μεσοδιαθηκικών χρόνων (των χρόνων δηλαδή λίγο πριν την Καινή Διαθήκη) χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη και δράση πολλών ομάδων και αιρέσεων (όπως των Φαρισαίων, των Σαδδουκαίων, των Εσσαίων, των Ζηλωτών), που χωρίζονται από μεγάλες διαφορές, αλλά ενώνονται όλες στην πίστη ότι ο Νόμος είναι το ιερότερο και το πολυτιμότερο πράγμα που κατέχει ο Ιουδαϊσμός. Στη σχέση του Ιουδαϊσμού με τον Ελληνισμό η αφοσίωση στον Νόμο είναι αποφασιστική. Η πάλη μεταξύ Ελληνισμού και Ιουδαϊσμού ήταν πάντοτε πάλη μεταξύ Ελληνισμού και Τορά τόσο στην περίοδο του Μακκαβαϊκού πολέμου όσο και στη ρωμαϊκή εποχή. Ο θεσμός των συναγωγών και των ραββινικών σχολών απέβλεπε στην καλλιέργεια της διδασκαλίας του Νόμου ως μέσου προστασίας από την επίδραση του Ελληνισμού, ιδιαίτερα μάλιστα στη ρωμαϊκή περίοδο, οπότε η προβολή του Νόμου στάθηκε αποφασιστικό όπλο του Ιουδαϊσμού σε εξελληνιστικές προσπάθειες, όπως εκείνη του Ηρώδη.
Με πληροφορίες από: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους