Αλκιβιάδης

Ο Αλκιβιάδης ήταν από τους πλέον αμφιλεγόμενους πολιτικούς και στρατιωτικούς της αρχαίας Ελλάδας ήταν ο Αλκιβιάδης. Γοητευτικός, χαρισματικός ηγέτης, λάτρης της γενέτειράς του Αθήνας, την οποία όμως πρόδωσε σε δύσκολη γι’ αυτή στιγμή.

Αλκιβιάδης

Ο Αλκιβιάδης γεννήθηκε στην Αθήνα το 450 π.Χ. Ήταν γόνος της υψηλότερης αριστοκρατίας της πόλης. Πατέρας του ήταν ο Κλεινίας που ανδραγάθησε στη ναυμαχία του Αρτεμισίου το 480 π.Χ. αλλά σκοτώθηκε στη μάχη της Κορώνειας της Βοιωτίας το 447 π.Χ. Ο παππούς του από την πλευρά του πατέρα του, Αλκιβιάδης επίσης, ήταν συνεργάτης του μεγάλου μεταρρυθμιστή της αρχαίας Αθήνας Κλεισθένη. Η γενιά του από τον πατέρα του, έφτανε ως τους Αιακίδες. Αλλά και η μητέρα του Δεινομάχη καταγόταν από το γένος των Αλκμεωνιδών. Ήταν ευγενής και πλούσια κόρη του Αλκμεωνίδη Μεγακλή και εγγονή του Ιπποκράτη, αδελφού του Κλεισθένη.

Η πολιτική και στρατιωτική δράση του Αλκιβιάδη

Ο Αλκιβιάδης πολιτεύτηκε στο τέλος της Α’ φάσης του Πελοποννησιακού Πολέμου (γύρω στο 421 π.Χ.). Από την αρχή εναντιώθηκε στη φιλειρηνική πολιτική του Νικία και παρουσιάστηκε ως ανανεωτής του παλαιού αθηναϊκού ονείρου για πανελλήνια κυριαρχία. Η Σπάρτη όμως αντέδρασε και συνέτριψε τους Αθηναίους στη Μαντίνεια το 418 π.Χ. Ο Αλκιβιάδης μόνο χάρη στην παρέμβαση του Νικία απέφυγε τον εξοστρακισμό. Το 417/416 π.Χ. ο Αλκιβιάδης εκλέχθηκε στρατηγός και πάλι, μαζί με τον Νικία. Τότε έγινε η καταστροφή της Μήλου, μία από τις πλέον μελανές σελίδες της αθηναϊκής ιστορίας. Οι Μηλιοί μετά από περήφανη αντίσταση υποτάχθηκαν. Όσοι άντρες μπορούσαν να φέρουν όπλο θανατώθηκαν. Οι γυναίκες και τα παιδιά πουλήθηκαν ως δούλοι. Πλέον η Αθήνα ακολουθούσε έναν δρόμο χωρίς επιστροφή.

Επόμενο βήμα ήταν μετά από προτροπή του Αλκιβιάδη, η εκστρατεία στη Σικελία. Αυτό ήταν κάτι που απασχολούσε τους Αθηναίους αρκετά χρόνια,ό μως η ευκαιρία δόθηκε το 415 π.Χ. όταν η Έγεστα ζήτησε τη βοήθειά της στη διαμάχη με τον Σελινούντα που υποστηριζόταν από τους Συρακούσιους. Στρατηγοί για την εκστρατεία ορίστηκαν ο Λάμαχος, ο Νικίας και ο Αλκιβιάδης.

Έξι εβδομάδες μετά τη λήψη της απόφασης για εκστρατεία στη Σικελία συνέβη μια ανήκουστη ασέβεια. Οι πολυάριθμες κεφαλές των Ερμών (λίθινων στηλών με την κεφαλή του Ερμή που χρησίμευαν ως οδοδείκτες) βρέθηκαν αποκεφαλισμένες. Δεν επρόκειτο απλώς για ασέβεια αλλά και για προσβολή των πατροπαράδοτων ηθών και εθίμων της πόλης. Η Βουλή και ο Δήμος περιβλήθηκαν με έκτακτες δικαστικές εξουσίες.

Έχουν διατυπωθεί διάφορες εκδοχές για τη βέβηλη αυτή πράξη. Ότι έγινε από αντιπάλους του Αλκιβιάδη που δεν ήθελαν να επιστρέψει από τη Σικελία νικητής. Ότι έγινε από αριστοκρατικούς που δεν συγχώρησαν τον Αλκιβιάδη για την ένταξή του στους δημοκρατικούς. Ότι έγινε από τους Κορίνθιους που ήθελαν να τον συκοφαντήσουν. Τέλος ότι έγινε από τον Αλκιβιάδη και τους φίλους του που περιφρονούσαν την αθηναϊκή δημοκρατία. Αυτό ισχυρίστηκαν και οι αντίπαλοί του. Ο Πυθόνικος τον κατήγγειλε ότι στο σπίτι του φίλου του Πλουτίωνα χλεύασε τα Ελευσίνια Μυστήρια. Μετά τις κατηγορίες του Πυθόνικου και τις συκοφαντίες του Ανδροκλή στη Βουλή για ιεροσυλία, ο Αλκιβιάδης ζήτησε αυστηρή ανάκριση και τιμωρία για τον ίδιο αν κρινόταν ένοχος. Όμως οι αντίπαλοί του υποχώρησαν ζητώντας αναβολή της δίκης.

Τον Ιούλιο του 415 π.Χ. 134 αθηναϊκά πλοία ξεκίνησαν για τη Σικελία. Μετά την άφιξή τους, έγινε στο Ρήγιο το πρώτο πολεμικό συμβούλιο όπου υπερίσχυσε η γνώμη του Αλκιβιάδη για άμεση επίθεση εναντίον των Συρακουσών. Λίγο πριν γίνει αυτό όμως έφτασε στη Σικελία η «Σαλαμινία» ένα από τα ιερά πλοία της αρχαίας Αθήνας (το άλλο ήταν η «Πάραλος») για να μεταφέρει τον Αλκιβιάδη στην Αθήνα. Στην πόλη είχαν επικρατήσει οι αντίπαλοί του που ζητούσαν να καταδικαστεί για την καθύβριση των Ελευσινίων Μυστηρίων και για την περικοπή των Ερμών.

Τον κατηγορούσαν επίσης ότι στη Σικελία οργάνωνε την κατάλυση της αθηναϊκής δημοκρατίας. Ο Αλκιβιάδης δεν επιβιβάστηκε στη «Σαλαμινία» και είπε ότι θα επιστρέψει με δικό του πλοίο, κάτι που δεν έγινε. Η «Σαλαμινία» έφτασε χωρίς τον Αλκιβιάδη στην Αθήνα. Οι Αθηναίοι τον καταδίκασαν σε θάνατο ερήμην και δήμευσαν την περιουσία του. Οι ιέρειες και οι ιερείς τον αναθεμάτιζαν. Μόνο η ιέρεια Θεανώ δεν έκανε κάτι τέτοιο, λέγοντας ότι το έργο της είναι να εκφέρει ευχές και όχι κατάρες.

Ο Αλκιβιάδης στη Σπάρτη

Ο Αλκιβιάδης από τη Σικελία πήγε στην Ήλιδα, από εκεί στο Άργος και έπειτα στη Σπάρτη. Έδωσε στους Σπαρτιάτες πολύτιμες συμβουλές που τους οδήγησαν στον θρίαμβο στη Σικελία και τους συμβούλευσε να οχυρώσουν τη Δεκέλεια για να φέρουν σε δύσκολη θέση την Αθήνα, κάτι που έγινε. Στη Σπάρτη σαγήνευσε την Τιμαία, σύζυγο του Άγη Β’ και απέκτησε μαζί της έναν γιο, τον Λεωτυχίδα. Λίγο αργότερα όμως (412 π.Χ.) ο Αλκιβιάδης έπεσε στη δυσμένεια και των Σπαρτιατών. Έτσι πέρασε με μεγάλη ευκολία στην Αυλή του Τισαφέρνη. Κατάφερε να πείσει τον Πέρση βασιλιά να μην ενωθεί το φοινικικό ναυτικό με το πελοποννησιακό, κάτι που θα σήμαινε καταστροφή των Αθηναίων.

Η επιστροφή στην Αθήνα

Ο Αλκιβιάδης είχε πλέον αντιληφθεί ότι έφτασε η ώρα της συμφιλίωσης με την Αθήνα. Πρωταγωνιστής σε μια σειρά ναυμαχίες ο Αλκιβιάδης κατατρόπωσε τους Σπαρτιάτες. Η συμβολή του στη ναυμαχία του Ελλησπόντου (411 π.Χ.) και στον θρίαμβο στην Κύζικο (410 π.Χ.) όπου σκοτώθηκε ο Σπαρτιάτης ναύαρχος Μίνδαρος ήταν καθοριστική. Στη συνέχεια κατέλαβε το Βυζάντιο και τη Χαλκηδόνα και το 408 π.Χ. επέστρεψε θριαμβευτικά στην Αθήνα, με 114 εχθρικά πλοία που είχε κυριεύσει και λεία 100 ταλάντων. Οι συμπολίτες του τον αποθέωσαν, τον στεφάνωσαν και τον εξέλεξαν Στρατηγό. Το 407 π.Χ. ο Αλκιβιάδης ξεκίνησε κατακτητικό πόλεμο στη Φώκαια. Όμως ο Αθηναίος ύπαρχος Αντίοχος παραβαίνοντας τις εντολές του συγκρούστηκε με τον Σπαρτιάτη Λύσανδρο στο ακρωτήριο Νότιον. Ο Αντίοχος σκοτώθηκε, πολλά αθηναϊκά πλοία καταστράφηκαν και οι Αθηναίοι καθαίρεσαν τον Αλκιβιάδη.

Τα τελευταία χρόνια του Αλκιβιάδη

Ο Αλκιβιάδης εγκαταστάθηκε στα κτήματά του, στη Βισάνθη της Θράκης, από όπου πάντα βοηθούσε τις ελληνικές πόλεις κατά τις βαρβαρικές επιδρομές. Όταν το 405 π.Χ. ο αθηναϊκός στόλος βρισκόταν στους Αιγούς Ποταμούς, ο Αλκιβιάδης συμβούλευσε τους συμπολίτες του να προσορμιστούν στη Σηστό. Αυτοί δεν τον άκουσαν, με αποτέλεσμα να γνωρίσουν τη συντριβή από τον σπαρτιατικό στόλο.

Στη συνέχεια κατέφυγε στον Φαρνάβαζο που του έδωσε την Αιολίδα για να μπορεί να ζει με άνεση. Προσπάθησε έπειτα να προσεγγίσει τον Αρταξέρξη Β’ τον Μνήμονα και να του καταγγείλει τα σχέδια του αδερφού του Κύρου να τον εκθρονίσει, πιστεύοντας ότι έτσι θα κέρδιζε κάποια βοήθεια για την πατρίδα του. Η προσπάθειά του όμως βρήκε αντιμέτωπους τόσο τους Σπαρτιάτες όσο και τους τριάκοντα τυράννους που είχαν επιβληθεί στην Αθήνα. Αυτοί εξόρισαν τον γιο του Αλκιβιάδη τον νεότερο, δήμευσαν τα κτήματά του σε όλη την Ελλάδα και ζήτησαν από τον Λύσανδρο τον θάνατό του.

Ενώ ο Αλκιβιάδης κοιμόταν, απεσταλμένοι του Φαρνάβαζου, ο θείος του Σουσαμίθρης και ο ανιψιός του Μαζαίος, έβαλαν φωτιά γύρω από το σπίτι του στη θέση Μέλισσα. Όταν ο Αλκιβιάδης βγήκε απ’ αυτό με την εταίρα Τιμάνδρα και έναν Αρκάδα, αυτοί τον σκότωσαν με βέλη. Το κεφάλι του το μετέφεραν στον Φαρνάβαζο και το σώμα του τάφηκε από την Τιμάνδρα. Σύμφωνα με άλλη εκδοχή, την οικία του Αλκιβιάδη πολιόρκησαν μια νύχτα δύο Πέρσες ευγενείς, την αδελφή των οποίων είχε διαφθείρει, και τον σκότωσαν για να ξεπλύνουν την οικογενειακή ντροπή.

Με πληροφορίες από: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους

Με πληροφορίες από: Πρώτο Θέμα