Θόλοι, στοές και ταφικά μνημεία

Μετά τον Παρθενώνα και άλλους περίτεχνους ναούς, η ελληνική αρχιτεκτονική αρχίζει από τον 4ο π.Χ. κιόλας αιώνα να ανοίγει νέους δρόμους που θα ακολουθήσουν οι επόμενοι αιώνες. Είναι πολύ χαρακτηριστικό πως μέσα σε αυτόν τον αιώνα οικοδομούνται τρία θαυμάσια κυκλικά οικοδομήματα, «αι θόλοι», όπως τα ονόμαζαν οι αρχαίοι, στη Μικρά Ασία επιβλητικά ταφικά μνημεία και σε όλη την έκταση του ελληνικού χώρου θέατρα, στοές και μεγάλα κλειστά κτίρια. Έτσι η μεταβολή της αρχιτεκτονικής μορφής είναι απότοκη της λειτουργίας των κτιρίων, πράγμα που σημαίνει ότι η τελική αιτία βρίσκεται στην ιστορική μεταμόρφωση που συντελείται στον ελληνικό κόσμο, με τις βαθύτατες κοινωνικές και πολιτικές ανακατατάξεις, που προετοίμαζαν τη νέα φάση του ελληνισμού.

Θόλοι, στοές και ταφικά μνημεία
Η θόλος που σώζεται στο ναό της Προναίας Αθηνάς στους Δελφούς
Θόλοι

Οι θόλοι είχαν μακρότατη παράδοση στην Ελλάδα, αλλά ποτέ ως την εποχή αυτή δεν είχαν μια τέτοια παρουσία χαρακτηριστική για την αρχιτεκτονική έκφραση. Και στις τρεις θόλους, των Δελφών, της Επιδαύρου και της Ολυμπίας, οι αρχιτέκτονες προσαρμόζουν τη μορφή της εξωτερικής κιονοστοιχίας του ναού στο κυκλικό σχήμα και δημιουργούν ένα περίπτερο κυκλικό οικοδόμημα, που βασίζεται σε άλλες αρχές και θέτει νέα προβλήματα. Και στις τρεις είναι εντυπωτική η διάθεση του διακοσμητικού πλούτου, που κλείνει τα σπέρματα του ελληνικού μπαρόκ», τα οποία ενυπάρχουν άλλωστε βασικά στην ατέρμονη κίνηση του κυκλικού κτιρίου.

Οι δύο πρώτες, των Δελφών(380π.Χ.) και της Επιδαύρου (360π.Χ.), έχουν χαρακτήρα θρησκευτικό, ενώ η τρίτη, γνωστή ως Φιλίππου, οικοδομήθηκε γύρω στο 335π.Χ. για να στεγάσει τα χρυσελεφάντινα αγάλματα της βασιλικής οικογένειας της Μακεδονίας. Στις δύο πρώτες η εξωτερική κιονοστοιχία είναι δωρική και η εσωτερική κορινθιακή (δηλ. ιωνική με κορινθιακό κιονόκρανο), ενώ στην τρίτη η εξωτερική είναι ιωνική ενώ στο εσωτερικό υπάρχουν κορινθιακοί ημικίονες. Έτσι ο νέος τύπος κιονόκρανου με την πλούσια διακοσμητική του μορφή κερδίζει έδαφος.

Στοές

Αν στον 5ο π.Χ. αιώνα οι λαμπροί ναοί δίνουν τον χαρακτήρα της ελληνικής αρχιτεκτονικής και παραμερίζουν άλλες μορφές κτιρίων στον 4ο αιώνα μπορούμε να παρακολουθήσουμε την ανάπτυξη ενός τύπου κτιρίου, χαρακτηριστικά ελληνικού, όσο και ο ναός, με παλαιά παράδοση, αλλά προπάντων με εξαιρετικά πλούσιο μέλλον, ενός κτιρίου που θα σφραγίσει την ελληνιστική αρχιτεκτονική: πρόκειται για τη στοά, ένα ανοιχτό στενόμακρο οικοδόμημα με τοίχο στην μία πλευρά και κιονοστοιχία στην άλλη.

Οι στοές του 5ου π.Χ. αιώνα (Ποικίλη Στοά και η Στοά του Διός στην Αθήνα) πειθαρχούν ακόμη στο κλασικό μέτρο. Από τον 4ο όμως αιώνα και ύστερα οι στοές αποκτούν διαστάσεις εξαιρετικά μεγάλες, γίνονται διώροφες, έχουν μία δεύτερη εσωτερική κιονοστοιχία και συχνά στην πλευρά του βαάους δημιουργούνται χώροι κατάλληλοι για εμπορική χρήση (καταστήματα). Σε όλα τα μεγάλα ιερά και στις αγορές των πόλεων οικοδομούνται τέτοιες στοές, προάγγελοι και με το μέγεθός τους και με τη λειτουργία τους, των ελληνιστικών αρχιτεκτονικών τάσεων.

Παράλληλα με την ανάπτυξη των στοών μπορούμε να επισημάνουμε την κατασκευή και άλλων επιβλητικών οικδομημάτων για δημόσια χρήση, που θέτουν νέα προβλήματα στους αρχιτέκτονες και οδηγούν προς νέες κατευθύνσεις. Το Πομπηείον της Αθήνας, ένα ορθογώνιο κτίριο με 4 στοές και δωμάτια στη βόρεια και δυτική πλευρά, που χρησίμευε για τις προετοιμασίες των μεγάλων θρησκευτικών πομπών (Παναθήναια, Ελευσίνια), μπορεί να θεωρηθεί ως τύπος στωικού βασικά κτιρίου, καθώς όμως είναι κλειστό προς τα έξω, συγγενεύει λειτουργικά προς τα μεγάλα τετράπλευρα οικοδομήματα του 4ου και προπάντων του 3ουπ.Χ. αιώνα με τα εσωτερικά περιστύλια, τα γυμνάσια δηλαδή και τους ξενώνες των μεγάλων ιερών.

Ταφικά μνημεία

Ένα από τα επτά θαύματα του κόσμου θεωρούσαν οι αρχαίοι το Μαυσωλείο (~350π.Χ.), τον μνημειώδη δηλαδή τάφο του Μαύσωλου, δυνάστη της Αλικαρνασσού και ο όρος μαυσωλείο έχει περάσει σε όλες τις σύγχρονες ευρωπαϊκές γλώσσες, για να δηλώσει κάθε επιβλητικό ταφικό μνημείο. Το έργο αυτό άρχισε από τον ίδιο τον Μαύσωλο και συνεχίστηκε από τη σύζυγό του Αρτεμισία, αλλά τελείωσε ύστερα από τον θάνατό της.

Θόλοι, στοές και ταφικά μνημεία
Αποκατάσταση του Μαυσωλείου της Αλικαρνασσού

Το Μαυσωλείο είχε την εξής μορφή: πάνω σε ένα υψηλό τετράπλευρο πόδιο υψώνονται οι 36 κίονες, που περιέβαλλαν τον «σηκό», και πάνω από τον θριγκό υψωνόταν μια πυραμιδοειδής κατασκευή από 24 βαθμίδες. Στην κορυφή της δημιουργούνταν μια πλατιά βάση πάνω στην οποία πατούσε ένα τέθριππο με τους αναβάτες του (ίσως Μαύσωλος και Αρτεμισία).

Ολόκληρο το μνημείο είχε ύψος μεγαλύτερο από 40μ. μια τέτοια ταφική κατασκευή φαίνεται ξένη προς το ελληνικό πνεύμα, όσο και να χρησιμοποιεί ελληνικές αρχιτεκτονικές και γλυπτικές μορφές και αν εργάστηκαν γι΄ αυτήν οι καλύτεροι τεχνίτες. Ωστόσο είναι πολύ χαρακτηριστική για την περιφέρεια του ελληνικού κόσμου, όπου η ακτινοβολία του ελληνικού πολιτισμού ήταν πάντοτε δυνατή και από τα τέλη του 5ου π.Χ. αιώνα ενισχύθηκε περισσότερο.

Πραγματικά, το Μαυσωλείο δεν είναι ένα λαμπρό δημιούργημα χωρίς ιστορικές ρίζες. Στην Ξάνθο τηςυκίας βρέθηκαν τα λείψανα ενός λαμπρού ταφικού μνημείου των τελευταίων χρόνων του 5π.Χ. αιώνα γνωστού ως «μνημείο των Νηρηίδων» από τις γλυπτές Νηρηίδες που το κοσμούσαν. Με τη αποκατάσταση του μπορούμε να δούμε ότι αυτό το αρχιτεκτόνημα είχε τη μορφή ενός ιωνικού ναού, υψωμένου πάνω σε υψηλό πόδιο. Και σε αυτό είναι χαρακτηριστική η πλούσια γλυπτή διακόσμηση που μοιράζεται στη βάση, στο επιστύλιο, πάνω στο σηκό (ζωφόροι), στα αετώματα και στα μετακιόνια.

Θόλοι, στοές και ταφικά μνημεία
Μνημείο των Νηρηίδων

Με τέτοια έργα οι αρχιτεκτονικές μορφές αρχίζουν να χάνουν τη λειτουργική τους δύναμη και υπηρετούν σκοπούς περισσότερο κοσμητικούς. Σε συνδυασμό μάλιστα με μια πληθωρική χρησιμοποίηση της γλυπτικής, δημιουργούν σύνολα που υπερβαίνουν, αν δεν αντιβαίνουν, τα όρια του κλασικού και ανοίγουν τον δρόμο προς το ελληνιστικό «μπαρόκ». Από μια άποψη σε αυτές τις μικρασιατικές συνθέσεις μπορούμε να επισημάνουμε το τέλος της τέχνης των ελληνικών πόλεων και να διακρίνουμε τα σπέρματα της τέχνης των πολυεθνικών βασιλείων των διαδόχων του Μεγάλου Αλεξάνδρου, όπως αυτή κορυφώνεται στον περίφημο βωμό της Περγάμου.

Με πληροφορίες από: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους