Η Εθνική Οργάνωσις Κυπρίων Αγωνιστών (ΕΟΚΑ) ήταν ελληνοκυπριακή αντάρτικη οργάνωση που έδρασε κατά τη χρονική περίοδο 1955-1959 στην Κύπρο, με διακηρυγμένο σκοπό την αυτοδιάθεση της Κύπρου, την απαλλαγή από τη βρετανική αποικιοκρατία και τελικά την Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα.

Ο Γεώργιος Γρίβας, πρώην αρχηγός της αντικομμουνιστικής οργάνωσης «Χ» στη δεκαετία του 1940 , είχε συλλάβει από νωρίς την ιδέα της ένοπλης δράσης. Στις αρχές της δεκαετίας του 1950, παρουσίασε τις απόψεις του στον Μακάριο, ο οποίος αρχικά ήταν αρνητικός. Ακολούθησε σειρά συναντήσεων, στις οποίες συμμετείχαν εκτός από τον Μακάριο και τον Γρίβα, ο δημοσιογράφος Αχιλλέας Κύρου, και οι δικηγόροι Σάββας και Σωκράτης Λοϊζίδης, καθώς και Ελλαδίτες και Ελληνοκύπριοι πνευματικοί άνθρωποι και στρατιωτικοί. Σύνδεσμος με την ίδια τη μεγαλόνησο ήταν ο Ανδρέας Αζίνας.
Παρά τους δισταγμούς των προηγούμενων ετών ο Αρχιεπίσκοπος κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η ένοπλη δράση θα μπορούσε να μετακινήσει τους Βρετανούς από την απόλυτη αρνητική τους θέση. Έδωσε τελικά την συγκατάθεσή του, το 1954, με την προϋπόθεση ότι οι επιθέσεις θα κατευθύνονταν κατά των βρετανικών εγκαταστάσεων και θα καταβαλλόταν κάθε προσπάθεια να μην υπάρξουν ανθρώπινα θύματα. Ο Γρίβας μετακινήθηκε αρχικά στη Ρόδο και κατόπιν έφτασε στην Κύπρο, όπου και οργάνωσε την ΕΟΚΑ. Η ΕΟΚΑ, η οποία ήταν συντηρητική, αντικομμουνιστική, εθνοκεντρική και το θρησκευτικό της συναίσθημα έντονο, οργανώθηκε και στελεχώθηκε με την προσωπική φροντίδα του ίδιου του αρχηγού της.
Οι σχέσεις μεταξύ του Γρίβα και του Μακαρίου ήταν πολύπλοκες. Ο Μακάριος ήταν ηγέτης του αγώνα για την Ένωση και ο Γρίβας ο αρχηγός της ένοπλης οργάνωσης, ενώ οι μαχητές της ΕΟΚΑ στρατολογούνταν κατ΄ εξοχήν από οργανώσεις της Εθναρχίας και κυρίως τις οργανώσεις νεολαίας. Οπωσδήποτε, υπήρχε μεταξύ τους επικοινωνία και ο αρχηγός της ΕΟΚΑ, παρά τις τεράστιες ικανότητές του, στην οργάνωση και διεύθυνση του ένοπλου αγώνα, λίγα θα είχε καταφέρει χωρίς την υποστήριξη του Μακαρίου. Ωστόσο οι δύο ηγέτες δεν εξέφραζαν πάντα ταυτόσημες απόψεις: ο Μακάριος ζητούσε περιορισμένη στρατιωτική δράση και μεγαλύτερη έμφαση στην πολιτική κινητοποίηση, ενώ οι προτεραιότητες του Γρίβα ήταν αντίστροφες.
Η ένοπλη εξέγερση επέδρασε καταλυτικά στο Κυπριακό. Οι Βρετανοί χαρακτήρισαν την ΕΟΚΑ ως οργάνωση «τρομοκρατική» και φάνηκαν αποφασισμένοι να την καταστρέψουν. Σχεδόν αμέσως άρχισε να εκδηλώνεται αγγλοτουρκική συνεργασία στο ίδιο το νησί, καθώς τις ανησυχίες της εξέφρασε η τουρκική κυβέρνσηση, ενώ η αποικιακή διοίκηση συγκρότησε νέα σώματα «επικουρικής αστυνομίας» από Τουρκοκύπριους. Έτσι η βρετανική διοίκηση θα δώσει στη σύγκρουσή της με την ΕΟΚΑ και μία ακόμη διάσταση, αυτήν της σύγκρουσης μεταξύ της ελληνοκυπριακής οργάνωσης και της επικουρικής αστυνομίας, με προφανώς δυσμενείς σχέσεις μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων.
Σύντομα εμαφνίστηκε και αντίστοιχη τουρκοκυπρική οργάνωση η «Βολκάν», που αργότερα, το 1957, μετονομάστηκε σε ΤΜΤ (Τουρκική Οργάνωση Αντίστασης). Η ΤΜΤ οργανώθηκε και ανέλαβε δράση υπό την καθοδήγηση αξιωματικών του τουρκικού στρατού. Πρέπει να σημειωθεί ότι η σχέση της ΤΜΤ με τις τουρκικές ένοπλες δυνάμεις ήταν άμεση, σε αντίθεση με την ΕΟΚΑ, η οποία οργανώθηκε από απόστρατο αξιωματικό του ελληνικού στρατού και δεν αποτέλεσε ποτέ όργανο των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων.
Στόχος της ΕΟΚΑ δεν ήταν να νικήσει στρατιωτικά τους Βρετανούς και να τους διώξει από την Κύπρο, αλλά να καταδείξει διεθνώς τη βούληση των Κυπρίων για ελευθερία και να δημιουργήσει έτσι τις προϋποθέσεις για την πολιτική επίλυση του ζητήματος. Η προσπάθεια της ΕΟΚΑ αποτελεί τον τελευταίο χρονικά εθνικοαπαλευθερωτικό αγώνα των Ελλήνων. Είναι γεγονός ότι η οργάνωση ήρθε από την αρχή σε αντίθεση με το ΑΚΕΛ. Ωστόσο ο αγώνας της ΕΟΚΑ εξέφραζε την επιθυμία για ελευθερία του ελληνοκυπριακού λαού στο σύνολό του. Για τέσσερα χρόνια η ΕΟΚΑ συγκέντρωσε την υποστήριξη του κυπριακού ελληνισμού, αποτελώντας έναν από τους κύριους μοχλούς πίεσης της ελληνικής πλευράς.
Με πληροφορίες από: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους