Η εξαιρετικά σημαντική καλλιτεχνική άνθηση που συντελείται κατά την ελληνιστική εποχή στο Πέργαμο ανήκει στο γενικότερο πλαίσιο της πολιτιστικής πολιτικής των Ατταλιδών βασιλέων. Ο Φιλέταιρος και οι διάδοχοί του συγκέντρωσαν στην αυλή τους καλλιτέχνες επιστήμονες και φιλοσόφους, ίδρυσαν βιβλιοθήκες και άρχισαν για πρώτη φορά στην ευρωπαϊκή ιστορία να κάνουν συλλογή κλασικών έργων, πρωτοτύπων ή αντιγράφων.

Έτσι η σχολή του Πέργαμου στην πλαστική είναι ένα απάνθισμα των διαφόρων σχολών και τάσεων που αντιπροσώπευαν οι διάφοροι καλλιτέχνες που συγκεντρώθηκαν εκεί. Στην περγαμηνή πλαστική συναντά κανείς όλα τα χαρακτηριστικά της ελληνιστικής τέχνης: τον νατουραλισμό πλάι στον κλασικισμό, την εξιδανίκευση των μορφών πλάι στη ρεαλιστική τους απεικόνιση, την αντίθεση ανάμεσα στην κίνηση και στη στάση, και επιπλέον τη γερά οργανωμένη σύνθεση, καθώς και την προβολή της στον χώρο.
Στην εξωτερική όψη του μεγάλου ποδίου του βωμού της Αθηνάς και του Δία στο Πέργαμο, και στις τέσσερις πλευρές του, απλώνεται μεγάλη ζωφόρος με ένα παραδοσιακό ελληνικό θέμα, την Γιγαντομαχία. Το μήκος της ζωφόρου ήταν 120 μέτρα και αποτελείτο από περίπου 100 ανάγλυφες πλάκες. Το θέμα της Γιγαντομαχίας είναι πολύ παλιό στην ελληνική τέχνη και συνήθως αποτελούσε αλληγορία των αγώνων των Ελλήνων εναντίον των βαρβάρων. Στην προκειμένη περίπτωση αποτελεί αλληγορία των αγώνων των βασιλέων του Πέργαμου ενατίον των Γαλατών. Οι εργασίες για την ίδρυση του βωμού άρχισαν μετά την καθιέρωση της εορτής των Νικηφορίων, μιας εορτής που είχε σκοπό να εξάρει τις νίκες των Ατταλιδών. θα πρέπει όμως να διήρκεσαν ως το 160π.Χ.
Η κυριότερη πλευρά του βωμού τήαν η ανατολική -αυτήν αντίκριζε πρώτα ο εισερχόμενος από το πρόπυλο στο πλάτωμα του βωμού. Εκεί εικονίσθηκε ο αγώνας των Ολυμπίων εναντίον των γιγάντων. Στη σπουδαιότερη θέση -στον άξονα του πρόπυλου- παραστάθηκαν ο Ζευς μαχόμενος εναντίον του γίγαντα Πορφυρίωνος, στα αριστερά του, προς Βορρά η Αθηνά εναντίον του Αλκυονέα και σε συνέχεια η Νίκη, ο Άρης και άλλες θεότητες. Προς Νότο της ίδιας πλευράς ο Ηρακλής, η Ήρα, ο Απόλλων, η Λητώ, η Άρτεμις και Εκάτη. Στη βόρεια πλευρά στο ανατολικόάκρο, η Αφροδίτη, ο Έρως και η Διώνη. Στο δυτικό άκρο οι Μοίρες και μια θεά με λιοντάρι. Το κέντρο της ίδιας πλευράς θεοί της νύχτας από τους οποίους τη σπουδαιότερη θέση έχει η Νυξ. Στη νότια πλευρά οι θεοί του φωτός, ο Ήλιος, η Σελήνη, η Ηώς. Στη δυτική πλευρά -όπου βρίσκεται η μνημειακή κλίμακα- το βόρειο τμήμα της καλύπτουν οι θεοί της θάλασσας και το νότιο Διόνυσος, η ακολουθία του και οι Νύμφες.
Αντίθετα με την έως τότε εικονογράφησή τους οι γίγαντες στο Πέργαμο είναι θηριόμορφοι: έχουν φτερά και τα άκρα τους καταλήγουν σε φίδια ή σε θαλάσσια τέρατα. Αυτά μαζί με το πλήθος των ζώων που χρησιμοποιούνται στη μάχη, είτε ζώα των γιγάντων είτε ζώα των θεών -λιοντάρια, σκύλοι, πουλιά, θαλάσσια τέρατα και φίδια- δίνουν στη ζωφόρο μια ασυνήθιστα φανταστική εικόνα που βγαίνει από τα όρια της ελληνικής παράδοσης και προσεγγίζει ανατολικά πρότυπα. Τα δυνατά σώματα των θεών και των γιγάντων με τις άγριες ορμητικές κινήσεις τους, καθώς είναι πυκνά τοποθετημένα μοιάζουν να συμπιέζονται ανάμεσα στη βάση της ζωφόρου και στο γείσο της. Παρουσιάζονται σαν μορφές ανεξάρτητες από το κτίριο, αντίθετα με τα κλασικά αρχιτεκτονικά ανάγλυφα που εντάσσονται οργανικά σε αυτό.
Η παράδοση δεν μας διέσωσε το όνομα του μεγαλοφυούς δημιουργού της μεγάλης ζωφόρου του βωμού στο Πέργαμο. Και εδώ όπως και στον Παρθενώνα ο Φειδίας, ένας θα πρέπει να ήταν ο «επίσκοπος» πάντων, τόσο του αρχιτεκτονικού μέρους, όσο και της πλαστικής διακόσησης. Αυτός θα πρέπει να έκανε το σχέδιο ολόκληρης της διακόσμησης του βωμού και να ανέθεσε σε άλλους τεχνίτες την εκτέλεση διαφόρων τμημάτων. Οι τεχνίτες προέρχονταν από διάφορες περιοχές του ελληνισμού. Ωστόσο ο δημιουργός του έργου δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ήταν Μικρασιάτης.
Τις τρεις πλευρές του τοίχου, που όριζε την υπαίθρια αυλή, στην οποία ήταν στημένος ο βωμός, τις κοσμούσε η λεγόμενη «μικρή ζωφόρος». Το θέμα της μικρής αυτής ζωφόρου ήταν ο αρκαδοτεγεατικός μύθος του Τήλεφου , γιου του Ηρακλή και ιδρυτή του Πέργαμου. Τόσο το θέμα όσο και η τεχνική της διαφέρουν τελείως από την μεγάλη ζωφόρο. Η μικρή ζωφόρος είναι μεταγενέστερη και οι καλλιτέχνες εργάστηκαν επί τόπου μετά την τοποθέτηση των πλακών στη θέση τους.
Η παρουσίαση του μύθου αρχίζει με τον χρησμό του Απόλλωνα προς τον Αλεό, πατέρα της Αύγης και παππού του Τηλέφου, ότι από το γιο της κόρης του θα βρει τον όλεθρο. Γενικά πρόκειται για την εικονογράφηση μιας διήγησης, στα συνεχή επεισόδια της οποίας βρίσκονται το ένα πάνω στο άλλο ή παρατάσσονται. Ο διαχωρισμός μεταξύ τους γίνεται με ένα λόφο, δένδρο ή κίονα ή απλώς με την τοποθέτηση των ακραίων μορφών δύο επεισοδίων ράχη με ράχη. Οι ίδιες μορφές επαναλαμβάνονται σε διάφορες στάσεις και κινήσεις, ανάλογα με τον τόπο και τον χρόνο του κάθε επεισοδίου και όχι αχρονικά, όπως τα κλασικά πρότυπα. Έτσι η Τηλέφεια, μπορεί να θεωρηθείται πρότυπο του αφηγηματικού αναγλύφου που ακμάζει στα ρωμαϊκά χρόνια.
Ως σύνολο ο βωμός στο Πέργαμο εμφανίζεται το πιο ολοκληρωμένο πνευματικό δημιούργημα της εποχής του. Επιπλέον, με το πλήθος των μορφών και των θεμάτων, την υψηλής στάθμης δραματικότητα και το πάθος που κατέχει τα πρόσωπα, αντιπροσωπεύει την ελληνιστική τέχνη στο κορύφωμά της. Ωστόσο, επειδή η παλιά βαθιά θρησκευτικότητα έχει εκλείψει, ο βωμός είναι δημιούργημα ενός κόσμου εντελώς διαφορετικού από ό,τι ανάλογα μνημεία των κλασικών χρόνων. Τη θέση της ευσέβειας κατέχει το ισχυρό πάθος και η συνείδηση των κινδύνων που διατρέχει ο ελληνισμός από τους βάρβαρους. Ο βωμός δεν είναι ανάθημα αποκλειστικό στη θεότητα απευθύνεται στους ανθρώπους -ως πολιτικό μνημείο προπαγάνδας- με σκοπό να συγκινήσει, να καταπλήξει ή να φοβίσει.
Με πληροφορίες από: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους