Οικοδομήματα

Οικοδομήματα είναι τα παντός τύπου κτίρια που ικανοποιούν τις ανάγκες των πολιτών. Ο όρος «ιερά οικοδομήματα» αναφέρεται σε κτίρια με ιερό, θρησκευτικό χαρακτήρα, όπως ναοί, θόλοι, βωμοί και τάφοι, στα οποία η έννοια του «ιερού» είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη λατρεία και τις θρησκευτικές πρακτικές. Είναι χώροι όπου ο άνθρωπος συναντάται με τον Θεό και συνομιλεί (προσεύχεται) μαζί του. Άλλα οικοδομήματα που αξίζουν έρευνας είναι οι τάφοι και οι προσόψεις που οικοδομήθηκαν κατά την ελληνιστική εποχή.

Οικοδομήματα
Πίνακας με τον βωμό της Αθηνάς και του Δία στο Πέργαμο
Θόλοι

Το Αρσινόειο της Σαμοθράκης, το μεγαλύτερο κυκλικό οικοδόμημα της ελληνικής αρχιτεκτονικής, αποτελεί εξέλιξη των θόλων του 4ου π.Χ. αιώνα. Παρουσιάζει όμως αρκετές αποκλείσεις από τον καθιερωμένο τύπο. Οι διαφορέες οφείλονται στο τυπικό της λατρείας: οι θυσίες γίνονταν το εσωτερικό και επιπλέον πλήθος πιστών συναθροίζονταν εκεί κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών εορτών. Η ανάγκη να χρησιμοποιηθεί όλος ο διαθέσιμος χώρος οδήγησε στην κατάργηση των κιονοστοιχιών, τόσο της εσωτερικής όσο και της εξωτερικής και στην υποχώρηση του τοίχου στη θέση της εξωτερικής κιονοστοιχίας.

Πάνω σε ένα πλατύ δακτύλιο θεμελιώσεων υψωνόταν ένας τοίχος από μάρμαρο Θάσου. Στη εξωτερική πλευρά ακολουθούσε μια σεριά από ανοίγματα, που πλαισιώνονταν από 44 δωρικές παραστάδες-πεσσούς και ένα διάζωμα με τρίγλυφα και μετόπες. Στην εσωτερική πλευρά κορινθιακοί ημικίονες ήταν τοποθετημένοι πάνω από το πόδιο. Οι μεταβολές αυτές, καθώς και το μεγάλο μέγεθος της θόλου, προποθέτουν μμεγάλες τεχνικές προόδους στο θέμα της κάλυψης των κυκλικών κτιρίων. Κατά πάσα πιθανότητα η κάλυψη έγινε με μεγάλα συγκλίνονταν ξύλινα δοκάρια και ιδιόρρυθμα φολιδωτά κεραμίδια. Στη κορυφή της στέγης υπήρχε ένας μαρμάρινος κώνος.

Ο οκταγωνικός πύργος του ωρολογίου του Ανδρόνικου του Κυρήστου στην Αθήνα δίνει μια ιδέα για το πως περίπου γινόταν η κάλυψη κυκλικών κτιρίων μικρότερης διαμέτρου: μεγάλες συγκλίνουσες μαρμάρινες πλάκες ενώνονταν στο κέντρο γύρω από μια στρογγυλή πλάκα που αποτελούσε την κορυφή του οικοδομήματος.

Βωμοί

Ο μεγάλος βωμός της Αθηνάς και του Δία στο Πέργαμο (181-159π.Χ.) είναι το τελειότερο δείγμα τύπου βωμού που πρωτοφανερώθηκε στα αρχαϊκά χρόνια την Ιωνία και έδωσε λαμπρές μνημειακές δημιουργίες, όπως τον βωμό της Ήρας στη Σάμο και τον βωμό του Ποσειδώνα στο Μονοδένδρι της Μιλήτου.

Ο τύπος αυτός του βωμού αποτελούσε αυτοτελές οικοδόμημα με πόδιο και μια μνημειακή κλίμακα που οδηγούσε σε μια εξέδρα όπου υψωνόταν ο κυρίως βωμός. Την εξέδρα αυτή πλαισίωναν αργότερα τοίχοι με προβαλλόμενες κιονοστοιχίες και ανάγλυφες παραστάσεις μεταβάλλοντας την έτσι σε ένα «κλειστό» υπαίθριο χώρο. Οι βωμοί αυτού του τύπου αποτελούσαν ανεξάρτητους τόπους λατρείας, χωρίς να έχουν οργανική σύνδεση με κανένα ναό.

Ο μεγάλος περγαμηνός βωμός διατήρησε την αυτάρκεια και την ανεξαρτησία των παλαιότερων πρόδρομων του τύπου του. Το κυρίως σώμα του βωμού αποτελείται από δύο μέρη: ένα τετράγωνο ενιαίο πόδιο που στη δυτική πλευρά διακόπτεται από τη μνημειακή κλίμακα, η οποία οδηγεί στο δεύτερο τμήμα του βωμού, την υπαίθρια αυλή όπου είχε τοποθετηθεί ο κυρίως βωμός. Ο υπαίθριος αυτός χώρος περιβάλλεται στις τρεις πλευρές του από έναν τοίχο κατά το λεγόμενο σχήμα πετάλου. Στη θέση της τέταρτης πλευράς υπάρχει στο ύψος της κλίμακας μια ιωνική κιονοστοιχία. Το πρώτο τμήμα, το πόδιο του βωμού, κοσμείται ολόγυρα από την περίφημη ζωφόρο που απεικονίζει η μάχη των θεών και των γιγάντων. Τους τρεις τοίχους της «αυλής» του βωμού κοσμούσε η μικρή λεγόμενη ζωφόρος, που το θέμα της ήταν η Τηλέφεια.

Ταφική αρχιτεκτονική

Οι βαθείς μετασχηματισμοί της ελληνικής κοινωνίας μετά τον θάνατο του Μ. Αλεξάνδρου συνετέλεσαν ώστε τα μεγάλα και πολυτελή μνημεία τοπικώ ηγεμόνων του τύπου του Μαυσωλείου της Αλικαρνασσού να διαδοθούν πλατιά στον ελληνικό χώρο.

Το Μαυσωλείο Μπελεβί (κοντά στη Σμύρνη) αποτελεί ίσως το σπουδαιότερο ναόσχημο μνημείο της Μικράς Ασίας αυτής της περιοχής. Πρόκειται για τον τάφο άγνωστου ηγεμόνος. Αποτελείται από ένα τετράγωνο υψηλό πόδιο, πάνω στο οποίο έχει τοποθετηθεί μια κορινθιακή κιονοστοιχία (8 κίονες σε κάθε πλευρά). Ανάμεσα στους κίονες και πάνω στο γείσο υπήρχαν περίοπτα αγάλματα, ενώ τα ακρωτήρια στις τέσσερις γωνίες αποτελούσαν άλογα σε φυσικό μέγεθος. Η κορυφή του μνημείου είχε κατά πάσα πιθανότητα πυραμιδοειδές σχήμα, όπως και ο μεταγενέστερος τάφος των Μυλάσων. Ο τελευταίος αυτός τάφος του ίδιου τύπου με το Μαυσωλείο του Μπελεβί, σώζει την πυραμιδοειδή επίστεψή του και αποτελείται από ένα υψηλό πόδιο και μια κορινθιακή κιονοστοιχία.

Έναν άλλο επιβλητικό τύπο ταφικών μνημείων αποτελούν οι λεγόμενοι μακεδονικοί τάφοι. Η ονομασία τους οφείλεται στο ότι προσιδιάζουν στη Μακεδονία και σε περιοχές που εγκαταστάθηκαν Μακεδόνες π.χ. Αλεξάνδρεια. Τα παλαιότερα ανάγονται στον 4οπ.Χ. αιώνα επικρατούν όμως στα ελληνιστικά χρόνια και γοργά διαδίδονται και σε άλλες περιοχές του αρχαίου κόσμου. Πρόκειται για μεγάλους τυμβόχωστους τάφους, μονοθάλαμους ή διθάλαμους, με καμαρωτή συνήθως σκεπή.

Οι μεγαλύτεροι και πολυτελέστεροι από αυτούς έχουν ναόσχημη πρόσοψη ιωνικού ή δωρικού ρυθμού. Συνήθως κοσμούνται με γραπτές ή ανάγλυφε ζωφόρους, μεγάλα μαρμάρινα θυρόφυλλα με διακοσμητικές εφηλίδες (κεφάλια καρφιών) καθώς και με γραπτές παραστάσεις. Στο εσωτερικό τοποθετούνται η κλίνη του νεκρού. Από τους καλύτερα σωζόμενους τάφους είναι ο τάφος των Λευκαδίων με διώροφη πρόσοψη και γραπτή παράσταση που παριστάνει την κρίση του νεκρού στον Άδη και ο τάφος της Βεργίνας με ναόσχημη πρόσοψη ιωνικού ρυθμού.

Οικοδομήματα
Αναπαράσταση της πρόσοψης του μακεδονικού τάφου της Βεργίνας

Οι τυμβόχωστοι τάφοι συναντώνται σε περιοχές που διατηρούν τον θεσμό της βασιλείας χωρίς αυτό να σημαίνει ότι όλοι οι τάφοι που σώζονται ανήκουν σε πρόσωπα βασιλικά. Πολλοί από αυτούς πρέπει να ανήκουν και σε επιφανείς τοπικούς άρχοντες ή σε στρατιωτικούς εταίρους, όπως μπορεί να υποθέσει κανείς από τα πολεμικά θέματα των γραπτών παραστάσεων των τάφων του Κίνχ ή του Λύσωνος και του Καλλικλέους.

Μνημειακές προσόψεις

Το πρόπυλο του ιερού της Αθηνάς στο Πέργαμο αποτέλεσε καινοτομία σε σχέση με την κλασική παράδοση και δημιούργησε έναν τύπο που είχε λαμπρή εξέλιξη στην ρωμαϊκή εποχή: τη μνημειακή πρόσοψη, η οποία διαμορφώνεται ανεξάρτητα από τη δομή και το σχέδιο του οικοδομήματος όπου ανήκει. Πρόπυλα αγορών ή ιερών, πύλες πόλεων, σκηνές θεάτρων, προσόψεις ταφικών μνημείων παίρνουν διάφορες μορφές και οργανώνονται με διαστάσεις και αναλογίες άλλοτε αρμονικές και άλλοτε όχι, εναξάρτητα όμως πάντα από το υπόλοιπο κτίριο. Διάφορα αρχιτεκτονικά μέλη, κίονες, επιστύλια, τρίγλυφα και μετόπες, ζωφόροι, τόξα, αετώματα χρησιμοποούνται για διακοσμητικούς και μόνο λόγους.

Το πρώιμο περγαμηνό παράδειγμα προπύλου διατηρεί μια επιφανειακή ενότητα και μια αντιστοιχία μεταξύ της ιωνικής κιονοστοιχίας στον δεύτερο όροφο και της δωρικής στον κάτω. Ωστόσο τα διάφορα αρχιτεκτονικά μέλη χρησιμοποιούνται με βάση τη διακοσμητική τους υπόσταση. Τα μετακιόνια του δεύτερου ορόφου αραίωσαν υπερβολικά, για να προβληθεί το στηθαίο με τις ανάγλυφες παραστάσεις όπλων. Η αντίστοιχη όμως αραίωση των δωρικών κιόνων του κάτω ορόφου επέφερε μια δυσανάλογη αύξηση των τρίγλυφων και μετοπών του θριγκού πάνω από κάθε μετακιόνιο. Το επιστύλιο εμφανίζεται ως απλή ταινία προορισμένη να δεχθεί την αναθηματική επιγραφή.

Με πληροφορίες από: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους