Oι άνθρωποι της στέπας ζουν ως νομάδες, δηλαδή ως κυνηγοί και καρποσυλλέκτες, σε μικρές ομάδες, 15, 20, το πολύ 25 ατόμων, μέχρι σήμερα. Ζουν λοιπόν σε μικρές ομάδες, ευρείας συγγένειας μεταξύ τους, κινούνται με τα ποίμνιά τους, και ανά 20-30 ομάδες συγκροτούν μία φυλή, που μπορεί και αυτή να έχει έναν σύνδεσμο με μια ακόμη συγγενική φυλή και να υπάρχει δηλαδή μια ευρύτερη φυλή. Γενικά στις στέπες αυτό το οποίο χαρακτηρίζει την κοινωνική ζωή των ανθρώπων είναι: ομάδες, νομαδικές ομάδες, και φυλές.
Μέσα στην εξέλιξη της ιστορίας, στην τεράστια στέπα, που καλύπτει περίπου 6.000 χιλιόμετρα κατά μήκος, διαμορφώθηκαν εκατοντάδες φυλών. Η στέπα δεν είναι πολυάνθρωπη, δεν είναι σε θέση να θρέψει πολλούς ανθρώπους, όμως έχει πολυάριθμες φυλές, οι οποίες είναι ολιγάριθμες στη σύνθεσή τους αναλογικά.
Αυτές οι φυλές, όσο πιο δυτικά κινούμαστε στη στέπα είναι κατά το πλείστον τουρκομανικές φυλές, τουρκικές δηλαδή, ενώ από το κέντρο και ανατολικότερα των στεπών αρχίζουν να παρουσιάζονται οι μογγολικές φυλές, και πολύ ανατολικά και βόρεια άλλες φυλές, των Κους. Κατά κύριο όμως λόγο οι φυλές της στέπας είναι τουρκομανικές, μογγολικές και ανάμικτες, τουρκο-μογγολικές.
Ανατολικότερα, οι άνθρωποι είναι πάλλευκοι, πάρα πολύ χλωμοί, με κοντό και ευρύ κρανίο, με λεπτή μύτη και πολύ σχιστά μάτια, έντονο το μέτωπό τους και πλούσια κώμη. Δυτικότερα, που αρχίζουν και αναπτύσσονται οι τουρκικές φυλές, τα τουρκομανικά φύλα, αυτά έχουν μία κεντρική μορφή, αλλά και πολλές άλλες, είναι πιο μελαχρινά φύλα, με μακρόστενο πρόσωπο αρκετά από αυτά, με γαμψή και λεπτή μύτη, έντονα ζυγωματικά, ελαφρά σκιστά μάτια, και δυτικότερα σχεδόν καθόλου σχιστά μάτια, ψηλό μέτωπο και πλούσια κώμη.
Αυτές οι φυλές είναι νομαδικές φυλές, και κατά συνέπεια κινούμενες ομάδες, και αυτή η μετακίνηση γίνεται με τα άλογά τους. Έχουν βρει έναν τρόπο να στήνουν συχνά πυκνά, γρήγορα και επιτυχημένα, μια κατοικία, η οποία αποδεικνύεται αποτελεσματική και στη ζέστη και στο κρύο. Λέγεται «γιουρτ» στη γλώσσα της στέπας και αποτελείται από καλάμια. Στις στέπες υπάρχουν σημεία με καλαμιώνες.
Η γιουρτ λοιπόν συγκροτείται από τεμάχια έτοιμα. Τα ξεστήνουν, τα τυλίγουν, και όταν φτάνουν στο σημείο της στάσης τους, όπου μπορεί να παραμείνουν από μέρες έως και βδομάδες, ακόμη και μήνα, αμέσως η ομάδα, που έχει φορτωμένα αυτά τα υλικά πάνω στα άλογα, τα στήνουν, με συνεργασία όλα τα μέλη της ομάδας, καλύπτουν τον σκελετό, τον καλαμένιο σκελετό με κετσέ.
Τι είναι ο κετσές; Είναι μαλλί του προβάτου, έτσι άπλυτο με όλο του το λίπος, το οποίο και βάζουν κάτω στο έδαφος και το χτυπούν πάρα πολύ δυνατά, έτσι ώστε να κολλήσει το μαλλί μεταξύ του. Κολλώντας έτσι το μαλλί, γίνεται αδιάβροχο, επειδή έχει και το λίπος του ζώου, και έτσι δεν μπορεί να το διαπεράσει η βροχή. Με αυτόν τον κετσέ περιβάλλουν τον σκελετό τον καλαμένιο, τον δένουν με σχοινιά που έχουν δημιουργήσει από υλικό επίσης ζωικό.
Στην κορυφή της κατασκευής αφήνουν κενό. Και τούτο διότι τους χρειάζεται να υπάρχει ένα άνοιγμα γιατί μαγειρεύουν ακριβώς κάτω από αυτή την οπή. Στο κέντρο της καλύβας, είναι η εστία, η φωτιά που μαγειρεύουν, που ζεσταίνονται, και αυτοί κοιμούνται ολόγυρα. Τον χειμώνα επενδύουν αυτή τη γιουρτ στο εσωτερικό με χαλιά.
Οι κάτοικοι των στεπών έχουν υφαντική και παράγουν ωραιότατα χαλιά από τα μαλλιά των ζώων που έχουν, και από πλούσιες βαφικές ουσίες που βρίσκουν στα φυτά, τα άγρια φυτά που υπάρχουν ολόγυρα. Και έτσι, στρώνουν χαλιά στο πάτωμα και βάζουν στους τοίχους εσωτερικά χαλιά. Με τον τρόπο αυτό δίνουν και λίγο χρώμα στη ζωή τους, γιατί η στέπα δεν έχει μεγάλη ποικιλία, είναι μεγαλειώδης αλλά όχι ποικίλη, και προστατεύονται και από τη ζέστη και από το κρύο, ανάλογα με την εποχή.
Και βέβαια κινούνται, σαλαγούν τα ποίμνιά τους με τα άλογά τους. Οι Μογγόλοι λάτρευαν τα άλογά τους, και όταν πέθαιναν έθαβαν τα προσωπικά τους άλογα σαν να ήταν μέλη της οικογένειας τους. Γιατί ζούσαν με αυτά, πάνω σε αυτά έκαναν τη δουλειά τους σε σχέση με τα ζώα, δηλαδή να τα μαζεύουν, να τα ελέγχουν, να τα καθοδηγούν και βέβαια πάνω σε αυτά πολεμούσαν, αντιμετώπιζαν τους λύκους.
Στη στέπα υπάρχουν λύκοι, γκρίζοι κατά κανόνα λύκοι, πολύ επιθετικοί, και χρησιμοποιούσαν γι’ αυτές τους τις ανάγκες το περίφημο μογγολικό τόξο. Οι κάτοικοι των στεπών διαμόρφωσαν ένα τόξο πάρα πολύ δύσκολο να το τεντώσεις, διότι δημιουργούνταν από οστά και από τένοντες ζώων, αλλά όταν εκτοξευόταν το βέλος, εκτοξευόταν στη μεγαλύτερη απόσταση που εκτοξεύεται ποτέ βέλος και μπορούσε να διαπερνάει, σε απόσταση 1 χιλιομέτρου, πανοπλία. Ήταν δηλαδή δυνατό και πολύ σκληρό βέλος.
Η ιπποσύνη τους, δηλαδή η άνεσή τους στο άλογο, η σκληρή ζωή την οποία ζουν, η αντοχή τους στο +50 και στο -50, η αντοχή τους στην πείνα ήταν θρυλική. Ξεχνούσαν να φάνε, το πολύ-πολύ να έτρωγαν ένα κομμάτι κρέατος, αυτό ήταν το τσιπς τους. Έκοβαν ένα κομμάτι ωμό κρέας, το έβαζαν κάτω στη σέλα καθώς ίππευαν, και καθώς το σώμα τους χτυπούσε αυτό το κρέας, και αν πεινούσαν, έκοβαν ένα κομματάκι, το έτρωγαν.
Οι άνθρωποι αυτοί ήταν θρυλικοί στην αντοχή στην πείνα, στη δίψα κ.τ.λ. και έτοιμοι για κάθε επίθεση και για κάθε κίνδυνο. Δηλαδή, πιο μεγάλο πολεμικό κίνδυνο στην ανθρώπινη ιστορία από αυτούς τους ανθρώπους δεν θα μπορέσει κανείς να φανταστεί και δεν έχει υπάρξει άλλος.
Pingback: Η Κίνα | δρακοπουλιάδα
Pingback: Ινδία και Μαχμούντ του Γαζνί | δρακοπουλιάδα
Pingback: Τουρκομάνοι - δρακοπουλιάδα