Χόχοκαμ και Μογκογιόν

Το νοτιοδυτικό τμήμα των σημερινών Ηνωμένων Πολιτειών υπήρξε λίκνο πολλών πολιτισμών, όπως των Χόχοκαμ και Μογκογιόν, που εν μέρει διαδέχτηκαν ο ένας τον άλλον και εν μέρει συμβίωσαν και μοιράστηκαν τα ίδια εδάφη. Όλες αυτές οι κοινότητες ζούσαν σε μια περιοχή όπου το φυσικό τοπίο ήταν συγκλονιστικό και συνάμα άγριο και σκληροτράχηλο, και ήταν απαραίτητο να είναι πολυμήχανοι ώστε να εξασφαλίσουν από τη γη τα προϊόντα που χρειάζονταν για την επιβίωση τους. Οι πληθυσμοί που κατοικούσαν σε αυτούς τους τόπους όχι μόνο ήξεραν να προσαρμόζονται τέλεια στο περιβάλλον, αλλά είχαν εξελιχθεί και στο πέρασμα των αιώνων.

Χόχοκαμ και Μογκογιόν
Κεραμικό πιάτο των Χόχοκαμ

Όταν οι πρώτοι εξερευνητές ήρθαν σε αυτόν τον τόπο βρήκαν ένα κόσμο πολυεθνικό και ποικιλόμορφο, πληθυσμούς που μιλούσαν διαφορετική γλώσσα, όμως αντάλλασσαν προϊόντα και τεχνολογίες και μερικές φορές μοιράζονταν παρόμοιες λατρείες. Η αλληλεπίδραση ανάμεσα στις διαφορετικές κοινότητες πέρα από τις σποραδικές επιδρομές από ομάδες Απάτσι ή Ναβάχο, ήταν σχεδόν πάντα ειρηνική, και δημιουργική μέχρι την άφιξη των Ισπανών, με τους οποίους ξεκίνησε μια περίοδος διαμάχης και καταπίεσης.

Στο δυτικό κομμάτι των Ηνωμένων Πολιτειών άνθησε από το 9500π.Χ. ο αποκαλούμενος «Πολιτισμός της Ερήμου». Χάρη στην ξηρασία διατηρήθηκαν αντικείμενα που διαφορετικά θα είχαν χαθεί, έτσι έχουμε στη διάθεση μας τεκμήρια τα οποία μας επιτρέπουν να ανασυνθέσουμε την ιστορία των πολιτισμών της συγκεκριμένης περιοχής και να εντοπίσουμε τις απαρχές τους. Οι πληθυσμοί ασχολούνταν με το κυνήγι και τη συλλογή άγριων φυτών και ήταν επιδέξιοι στην κατεργασία ξύλου και στην αξιοποίηση των υφασμάτων. Στα βραχώδη τοιχώματα και στα σπήλαια έχουν βρεθεί ζωγραφικές και εγχάρακτες παραστάσεις της συγκεκριμένης περιόδου: απεικονίζονται κυρίως σκηνές κυνηγιού, καθώς και σκηνές θρησκευτικού χαρακτήρα.

Στο πέρασμα του χρόνου σημειώθηκε πληθυσμιακή αύξηση, ενώ παρατηρήθηκε και διαφοροποίηση ανάμεσα στον πολιτισμό των Κοτσίσε, που ζούσε κυρίως στο νότο του Μογκογιόν Ριμ, και στον πολιτισμό των Οσάρα, που εξαπλώθηκε στο υψίπεδο του Κολοράντο. Η οικονομία τους ενώ στην αρχή βασιζόταν αποκλειστικά στο κυνήγι, στη συνέχεια στηρίχθηκε στην γεωργία, κάτι που ευνόησε την μόνιμη εγκατάσταση σε μια περιοχή.

Με την εμφάνιση των πρώτων οικισμών αναπτύχθηκαν διάφορες πολιτισμικές παραδόσεις. Η μελέτη της κεραμικής αποδείχθηκε θεμελιώδους σημασίας, επιτρέποντας στους αρχαιολόγους να προσδιορίσουν τους τέσσερις βασικούς πολιτισμούς που αναπτύχθηκαν στην περιοχή: Χόχοκαμ, Μογκογιόν, Ανασάζι, Πατάγια. Ο τελευταίος πιο περιθωριοποιημένος σε σχέση με τους υπόλοιπους στα δυτικά, δέχθηκε ισχυρές επιρροές από τους γειτονικούς πολιτισμούς.

Χόχοκαμ

Ο πολιτισμός των Χόχοκαμ, το όνομα του οποίου στη γλώσσα των σημερινών κατοίκων της περιοχής σημαίνει «αυτοί που έφυγαν», αναπτύχθηκε στην έρημο της νότιας Αριζόνας, στη συμβολή των ποταμών Τσίλα και Σολτ. Ο ερευνητής Χάρολντο Γκλάντουιν έγραψε ένα έργο στο οποίο υποστηρίζει τη θεωρία της καταγωγής των Χόχοκαμ από ακολούθους του Μεγάλου Αλεξάνδρου που έφτασαν στην Αμερική υπό την ηγεσία του Νεάρχου.

Ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του πολιτισμού των Χόχοκαμ είναι ορισμένες μορφές από τερακότα, καθώς και πρωτότυπες διακοσμητικές τεχνοτροπίες. Επιπλέον, οι Χόχοκαμ διακρίνονταν από τους γειτονικούς λαούς στην ανάπτυξη ενός εκτενούς δικτύου αρδευτικών καναλιών (πάνω από 200 χιλιόμετρα).

Σε όλη την περιοχή των Χόχοκαμ παρατηρούνται επιρροές από πολιτισμούς της Μέσης Αμερικής, κάτι που οφείλεται στις εμπορικές συναλλαγές με το Μεξικό. Η πρώτη φάση, που καλείται Περίοδος των Πρωτοπόρων (300π.Χ.-500μ.Χ.), χαρακτηρίζεται κυρίως από τα ζωγραφιστά κεραμικά αντικείμενα. Οι οικισμοί της συγκεκριμένης περιόδου ήταν μικρών διαστάσεων και οι κατοικίες χτίζονταν από φθαρτά υλικά. Σε αυτή τη φάση άρχισε η κατασκευή δικτύου των καναλιών άρδευσης, μέσω των οποίων από τους ποταμούς Τσίλα και Σολτ αρδεύονταν οι καλλιέργειες. Ανάμεσα στα χειροτεχνήματα που κατασκευάζονταν ήταν και πρωτότυπα ζωγραφιστά κεραμικά, περιδέραια από κοχύλια, ζωόμορφα και ανθρωπόμορφα ειδώλια από τερακότα και κάποια πέτρινα αγγεία, που ίσως χρησιμοποιούνταν στην καύση θυμιαμάτων. Γύρω στο 350μ.Χ. ξεκίνησε η κατασκευή της Πόλης των Φιδιών, το κύριο κέντρο των Χόχοκαμ, το οποίο διατηρήθηκε μέχρι το 1300 περίπου.

Την περίοδο του Αποικισμού (500-900μΧ.) οι κοινότητες μεγάλωσαν και το κοινωνικό σύστημα έγινε πιο περίπλοκο Αναπτύχθηκε η παραγωγή και το εμπόριο περιδέραιων από κοχύλια, ενώ εισήχθη και το βαμβάκι. Επιπλέον από το Μεξικό, εισήχθησαν παπαγάλοι, αντικείμενα από χαλκό και καθρεφτάκια από πυρόλιθο. Στη φάση αυτή καθιερώθηκε η καύση των νεκρών, η στάχτη των οποίων φυλασσόταν σε κεραμικά αγγεία.

Κατασκευάζονταν οικίες μνημειακού χαρακτήρα: μεγάλα ορθογώνια κτίσματα με αυλές οβάλ συνήθως σχήματος για το παιχνίδι της μπάλας, που ήταν μεξικανικής προέλευσης. Επίσης, την περίοδο αυτή έκαναν την εμφάνιση τους κάποιες περίεργες πλάκες από μαλακή πέτρα, με πλαίσιο που είχε ανάγλυφη διακόσμηση. Από τα ίχνη χρώματος συνεπάγεται ότι χρησίμευαν στην τοποθέτηση των βαφών που χρησιμοποιούνταν για να χρωματίζουν το σώμα τους.

Στην Περίοδο της Εγκατάστασης (900-1000μ.Χ.) ανήκει το σημαντικό κέντρο Γκάτλιν. Εκεί βρέθηκε ένας μεγάλος τύμβος με αναβαθμίδες, ο οποίος περιστοιχίζεται από άλλους μικρότερους, γεγονός που μαρτυρά την σταδιακή επέκταση του. Στην επόμενη φάση, τη λεγόμενη κλασική περίοδο (1100-1450μ.Χ.), σημειώθηκαν σημαντικές αλλαγές, που πιθανότατα ήταν αποτέλεσμα επιρροής γειτονικών πολιτισμών, κυρίως των Ανασάζι, από τους οποίους υιοθέτησαν κατασκευαστικές τεχνικές, και σε μικρότερο βαθμό των Σαλάδο.

Τα πιο σημαντικά κτίσματα της περιόδου είναι η Κάσα Γκράντε στην πεδιάδα του ποταμού Τσίλα (ο οποίο γνωρίζουμε από τις περιγραφές ενός ιησουίτη που το ανακάλυψε το 1694, καθώς σήμερα σώζονται λίγα ερείπια) και οι Κάσας Γκράντες στην Τσιουάουα, όπου διέμεναν οι έμποροι. Τα χωριά αποτελούνταν από μεγάλες πολυεπίπεδες, οικίες, που περιστοιχίζονταν από ψηλά τείχη. Τα κεραμικά αντικείμενα, τα οποία ζωγράφιζαν με έντονα χρώματα και διακοσμούσαν με γεωμετρικά-συμβολικά μοτίβα, εξαπλώθηκαν ευρέως. Με την άφιξη των πρώτων Ευρωπαίων στην περιοχή όλες οι τοποθεσίες των Χόκοκαμ εγκαταλείφθηκαν, όμως η πολιτιστική τους παράδοση διατηρήθηκε και συνεχίστηκε από τους απογόνους τους, Πίμα και Παπάγκο.

Χόχοκαμ και Μογκογιόν
Γαβάθα των Μογκογιόν

Μογκογιόν

Ο πολιτισμός των Μογκογιόν αναπτύχθηκε σε μια ορεινή περιοχή στα σύνορα μεταξύ της Αριζόνα και του Νιου Μέξικο και περιελάμβανε έξι υποομάδες. Φαίνεται πως η αλληλεπίδραση ανάμεσα στους Μογκογιόν και στους Ανασάζι διατηρήθηκε για αιώνες: αρχικά οι Μογκογιόν είχαν ασκήσει μεγάλη επιρροή στους Ανασάζι, όμως στη συνέχεια οι Ανασάζι επηρέασαν τους Μογκογιόν στην αρχιτεκτονική, στην πολεοδομία, στις τελετουργίες και στις καλλιτεχνικές τεχνοτροπίες.

Η πρώτη φάση (ανάμεσα στα 500π.Χ. και στο 1000μ.Χ.) ήταν κατά κάποιο τρόπο συνέχεια του Πολιτισμού της Ερήμου, με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που οφείλονταν στην προσαρμογή του πληθυσμού στο ορεινό περιβάλλον.

Όταν έφτασαν σε εκείνη την απόμακρη περιοχή στοιχεία του πολιτισμού των Ανασάζι, στη δεύτερη φάση που αποκαλείται Μίμπρες έλαβε χώρα μια αξιοσημείωτη πολιτισμική εξέλιξη. Το πιο εμφανές χαρακτηριστικό της εντοπίζεται στην κεραμική, η οποία έγινε πιο εκλεπτυσμένη της περιοχής: τα αγγεία ζωγραφίζονταν με μαύρο χρώμα πάνω σε άσπρο φόντο και έφεραν πρωτότυπο διάκοσμο. Από ό,τι φαίνεται, επρόκειτο για ταφικά αντικείμενα – έκαναν μια τρύπα στο κέντρο τους, ώστε να είναι κατάλληλα για να συνοδεύσουν το νεκρό.

Επίσης, τα χωριά εξελίχθηκαν και στην οικοδόμηση των κτιρίων υιοθετώντας την τεχνική των Πουέμπλο, με τοίχους από πηλό και κίβας. Μετά το 1150 τα μέρη αυτά εγκαταλείφθηκαν και οι Μογκογιόν πιθανόν να ενσωματώθηκαν σε κάποιες κοινότητες των Ανασάζι.

Με πληροφορίες από: nationalgeographic