Χόπι της ειρήνης

Οι Ινδιάνοι Χόπι, κληρονόμησαν μεγάλος μέρος της παράδοσης των Ανασάζι, του «Αρχαίου Λαού»: τη μητριαρχική κοινωνία, την χρήση των κίβας, την αρχιτεκτονική των Πουέμπλος με μεσοτοιχίες και τις τέχνες της υφαντικής και της κεραμικής. Οι Χόπι αποκαλούσαν τους εαυτούς τους Χοπίτου σινούμου («Μικρό Λαό της Ειρήνης») και μέχρι σήμερα τέσσερις φυλές έχουν αναγνωρισθεί ως άμεσοι απόγονοι των Ανασάζι. Μόνο από μνήμης πέρασαν οι τελετές και οι αφηγήσεις των Ανασάζι από γενιά σε γενιά και επιβίωσαν ως τις μέρες μας.

Χόπι της ειρήνης
Ερείπια χωριού των Χόπι

Οι Χόπι κατοικούσαν σε τρεις μέσας της Αριζόνα: την Πρώτη Μέσα (με τα χωριά Γουόλπι, Σιτσομόβι και Χάνο), τη Δεύτερη Μέσα (με τα χωριά Σιπαουλόβι, Μισονγκνόβι και Σονγκοπάβι) και την Τρίτη Μέσα (με τις τοποθεσίες Οραΐμπι, Οτεβίγια και Μπακάβι).

Σε σχέση με τους υπόλοιπους ιθαγενείς πληθυσμούς ήταν οι παλιοί κάτοικοι της περιοχής και εκείνοι που κατείχαν τη βαθιά και αρχαία σοφία. Ειρήνη, αγάπη και συνεργασία ανάμεσα στα μέλη των φυλών ήταν τα στοιχεία που χαρακτήριζαν την κοινωνία τους, μαζί με μια έντονη θρησκευτικότητα που ήταν εμφανής σε κάθε πτυχή της καθημερινότητας τους.

Οι Χόπι εκτελούσαν ιδιαίτερα περίπλοκα τελετουργικά κάθε χρόνο, τα περισσότερα από τα οποία σχετίζονταν με τη βροχή και τους κατσίνας, υπερφυσικά όντα που είχαν σχέση με τις θεότητες του νερού και της γονιμότητας, δοξάζονταν από πολλούς πληθυσμούς στο κεντρικό Μεξικό και η λατρεία τους καθιερώθηκε από τον 14ο αιώνα και μετά. Επρόκειτο για καλόκαρδα και συνάμα επικίνδυνα όντα: εξασφάλιζαν τη βροχή και τη γονιμότητα, όμως γίνονταν και εκδικητικά, αν δεν τους απέδιδαν τις προσευχές και τις προσφορές φτερών, ραβδιών προσευχής και τροφής.

Αυτές οι μορφές αποδίδονταν επίσης και σε άλλα υπερφυσικά όντα, όπως τα Πνεύματα των Σύννεφων, και στους απογόνους. Από την εποχή της διάδοσης τους οι κατσίνας αναπαρίστανται ως άνθρωποι με μάσκες που λειτουργούσαν ως ενδιάμεσοι μεταξύ των ανθρώπων και των θεοτήτων.

Ακόμα και στη σύγχρονη εποχή οι κατσίνας επισκέπτονται τα χωριά τους πρώτους έξι μήνες του χρόνου, από το χειμερινό μέχρι το θερινό ηλιοστάσιο. Σε διάφορες τελετές με χορούς και τραγούδια φέρνουν δώρα στα παιδιά και μερικές φορές κάνουν «δημόσιες εκπλήξεις».

Οι κατσίνας δέχονταν μεγάλες τιμές, ενέπνεαν το φόβο και η λατρεία τους εξασκούνταν από την τρυφερή ηλικία. Στα παιδιά έδιναν κούκλες, που τις έφτιαχναν από βαμβάκι, με περίτεχνο σκάλισμα και ενδυμασία, οι οποίες αναπαριστούσαν τους διάφορους κατσίνας και δεν χρησιμοποιούνταν ως παιχνίδια αλλά ως αντικείμενα που έπρεπε να φυλαχθούν με μεγάλη φροντίδα: μια προειδοποίηση υπακοής και διατήρησης ενός αυστηρού κώδικα συμπεριφοράς.

Η κίβα, ο κατεξοχήν λειτουργικός χώρος, αποτελούσε το λίκνο γύρω από το οποίο περιστρεφόταν το θρησκευτικό σύμπαν των Χόπι και η καθημερινή ζωή. Η είσοδος στην κίβα γινόταν, όπως και στα αρχαία υπόγεια σπίτια των Ανασάζι, από την οροφή, και αφού η είσοδος λειτουργούσε και ως αεραγωγός, εκείνοι έμπαιναν μέσα και εξαγνίζονταν από τον καπνό και την φωτιά. Τα πλαϊνά ράφια χρησιμοποιούνταν για να ακουμπούν «τα ραβδιά για τις προσευχές» και άλλα ατικείμενα, ενώ η δομή στήριξης του χώρου αποτελούνταν από έξι κάθετους στύλους που ενώνονταν με ξύλινα δοκάρια, πάνω στα οποία στηριζόταν η οροφή από πέτρα και λάσπη.

Η κίβα είχε βάση παρόμοια με τη βάση ενός μικρού αμφιθεάτρου, η οροφή της όμως εμπόδιζε τη θέαση αυτού του υπόγειου χώρου που βρισκόταν σχεδόν καμουφλαρισμένος μέσα στη γη του χωριού. Σε τούτο το μικρό υπόγειο δωμάτιο πραγματοποιούνταν οι τελετές μύησης και γέννησης. Τα έντονα χρώματα που είχαν τα τελετουργικά ενδύματα και οι μάσκες κατσίνας έρχονταν σε αντίθεση με τη φτώχεια των χωριών, που ακόμα και στη σύγχρονη εποχή συντηρούνται σε μεγάλο βαθμό από τη γεωργία και τη χειροτεχνία. Η υπόγεια κατασκευή της κίβα και η κεντρική τρύπα (σιπάπου), που θα μπορούσε να θεωρηθεί και ένα είδος λάκκου για προσφορές, επιβεβαίωναν το χθόνιο χαρακτήρα των τελετών των Πουέμπλο.

Η μυθολογία, παρά τις πολλές παραλλαγές της, είχε μάλλον κοινή καταγωγή στους Χόπι, στους γειτονικούς Ναβάχο και σε άλλους πληθυσμούς της περιοχής. Πράγματι, στην παράδοση όλων αυτών των λαών ο άνθρωπος προερχόταν από τερατώδη πλάσματα που κατοικούσαν σε ένα υπόγειο κόσμο βυθισμένο στο σκοτάδι. Με τη βοήθεια υπερφυσικών όντων ή για να ξεφύγουν από την οργή των θεοτήτων, οι άνθρωποι έφτασαν στην επιφάνεια του δικού μας σύμπαντος περνώντας μέσα από τέσσερις κατώτερους κόσμους.

Το σιπάπου, παρόν σε κάθε κίβα, συμβόλιζε την πρωταρχική μήτρα από την οποία βγήκαν οι άνθρωποι. Αυτός ο «ομφαλός του κόσμου» συνέπιπτε στους Ναβάχο και στους Πουέμπλο του Ρίο Γκράντε με ένα συγκεκριμένο σημείο ανάμεσα στα βουνά στα νοτιοανατολικά του Κολοράντο. Για τους Ζούνι βρισκόταν σε μια λίμνη τα νερά της οποίας άνοιξαν για να περάσουν οι άνθρωποι.

Τέλος, για τους Χόπι το πέρασμα σε έναν ανώτερο κόσμο έγινε σκαρφαλώνοντας σε ένα δέντρο, η κορυφή του οποίου έβγαινε σε ένα σημείο του Γκραν Κάνιον. Σε τούτον τον ιερό τόπο θα επέστρεφε ο καθένας μετά το θάνατό του για να συνατήσει τον Κουανιτάκα (τον θεό που μπορούσε να κοιτάξει μέσα στην καρδιά των ανθρώπων) και από εκεί θα έφτανε στον λαό των σύννεφων, από τον οποίο εξαρτιόταν η αφθονία της συγκομιδής και η ευημερία της κοινότητας.

Στις συγκεκριμένες παραδόσεις αναμειγνύονταν στοιχεία ρεαλισμού, όπως το ότι οι άνθρωποι εμφανίστηκαν από μια κοιλότητα, βρώμικοι και με σώμα που μύριζε άσχημα (που δεν ήταν άλλο από την αναπαράσταση της γέννησης), και αναμνήσεις ενός παρελθόντος στοοποίο οι άνθρωποι εγκατέλειψαν τις σπηλιές και τις κρυψώνες τους για να κατασκευάσουν τις πρώτες κατοικίες.

Σύμφωνα με τις παραδοσιακές δοξασίες των Χόπι, ο σημερινός κόσμος είναι αποτέλεσμα μιας σειράς διαδοχικών δημιουργιών, καθεμία από τις οποίες ολοκληρωνόταν με την καταστροφή και την σωτηρία μόνο κάποιων επίλεκτων ανθρώπων. Ο Πρώτος Κόσμος, που αποκαλείται «κόσμος του απέραντου διαστήματος», ήταν ένα είδος επίγειου παράδεισου στον οποίο ζούσαν οι πρώτοι άνθρωποι. Καταστράφηκε από τη φωτιά και σώθηκαν μόνο εκείνοι που άξιζαν να φτάσουν στον Δεύτερο Κόσμο. Αυτός καταστράφηκε από το κρύο και τον πάγο.

Οι άνθρωποι, που σώθηκαν, βρήκαν προστασία κάτω από τη γη, κάτι που μπορεί να ερμηνευτεί ως ένα είδος μυρμηγκοφωλιάς. Από εκείνο το μέρος μέσω μιας σκάλας κατάφεραν να βγουν στον Τρίτο Κόσμο, ο οποίος τελικά βυθίστηκε στα νερά. Οι επιζήσαντες σώθηκαν χρησιμοποιώντας καλάμια και μεταφέρθηκαν στη γη που αναδύθηκε στον Τέταρτο Κόσμο. Αν στους προηγούμενους κόσμους η ανθρωπότητα είχε τα πάντα, σε αυτόν τον κόσμο οι άνθρωποι έπρεπε να αντιμετωπίσουν ένα σκληρό και εχθρικό περιβάλλον, την έρημο και τις άγριες καιρικές συνθήκες. Σήμερα οι Χόπι πιστεύουν πως ο Τέταρτος Κόσμος έχει τελειώσει και βρισκόμαστε στο ξεκίνημα του Πέμπτου Κόσμου.

Με πληροφορίες από: nationalgeographic