Τραπεζούντα: το κράτος των Κομνηνών

Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους σταυροφόρους το 1204, δημιουργούνται κρατίδια, λατινικά αλλά και βυζαντινά, σε όλη την έκταση της πάλαι ποτέ Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Ένα από αυτά έχει πρωτεύουσα την Τραπεζούντα, από την οποία και ονομάστηκε Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας. Η δημιουργία αυτής της Αυτοκρατορίας εντάσσεται στα πλαίσια της αντίστασης του βυζαντινού κόσμου κατά της ξένης κυριαρχίας και θεωρείται ως πολιτικό κατόρθωμα, αντίστοιχο με αυτά της Αυτοκρατορίας της Νίκαιας και του Δεσποτάτου της Ηπείρου.

Τραπεζούντα: το κράτος των Κομνηνών
Το έμβλημα των Κομνηνών

Η Τραπεζούντα των Γαβράδων

Ήδη από το τέλος του 11ου αιώνα η περιοχή της Τραπεζούντας, δηλαδή το θέμα Χαλδίας, έχει ουσιαστικά ξεφύγει από τον έλεγχο των κρατικών οργάνων της βυζαντινής πρωτεύουσας. Η τουρκική σελτζουκική απειλή απομακρύνθηκε χάρη στην ενεργό αντίδραση των τοπικών παραγόντων. Ο Θεόδωρος Γαβράς, γόνος πλούσιας οικογένειας της Τραπεζούντας, ελευθερώνει την πατρίδα του και την περιοχή της από τους Τούρκους, γύρω στο 1075.

Ως το 1098, έτος του μαρτυρίου του, ο Γαβράς διοικεί τη Τραπεζούντα και την περιοχή της «ίδιον λάχος εαυτώ αποκληρωσάμενος», όπως τονίζει η Άννα Κομνηνή, δηλαδή ανεξάρτητα από την Κωνσταντινούπολη και την κυβέρνηση της. Απόγονοι του Θεόδωρου Γαβρά, ο Γρηγόριος, ο Κωνσταντίνος και άλλοι, θα κρατήσουν στα χέρια τους την τύχη της Τραπεζούντας ως την εποχή που ο Ιωάννης Β΄Κομνηνός θα αποκαταστήσει την βυζαντινή εξουσία και θα επαναφέρει την περιοχή στα πλαίσια της επαρχιακής διοίκησης. Είναι η εποχή που το Βυζάντιο αρχίζει να θεμελιώνει τον έλεγχο του στην περιοχή του ανατολικού Εύξεινου Πόντου.

Η Τραπεζούντα κέντρο του ποντιακού κόσμου

Η ύπαρξη και η ανάπτυξη του κράτους των Κομνηνών προϋπέθετε την ελεύθερη επικοινωνία της Τραπεζούντας με το εσωτερικό της Ασίας και με περιοχές της νότιας Ρωσίας. Η εξασφάλιση της ελεύθερης επικοινωνίας αποτέλεσε το κύριο μέλημα των αυτοκρατόρων της Τραπεζούντας και παρουσιάζεται ως προσπάθεια πότε προάσπισης της εδαφικής ακεραιότητας και πότε προστασίας του οικονομικού δυναμικού της χώρας. Η επιδίωξη των δύο αυτών σκοπών φέρνει την Τραπεζούντα αντιμέτωπη, από τη μια μεριά με τους Σελτζούκους Τούρκους και τους Τουρκομάνους της Μικράς Ασίας και από την άλλη τους Γενουάτες που χάρη στις ποντιακές τους εγκαταστάσεις, κυρίως μετά τη δημιουργία της αποικίας του Καφφά στην Ταυρική, διεκδικούν το μονοπώλιο του διαμετακομιστικού εμπορίου στον Πόντο.

Η ιστορία της Τραπεζούντας είναι μεστή από πολεμικές συγκρούσεις με τους Τούρκους που περιβάλλουν τα εδάφη της, απειλώντας ακόμα και την ίδια την πόλη της Τραπεζούντας. Η σύναψη συμμαχιών με τη Βενετία αποβλέπει σίγουρα στο να μειώσει τη θέση που καθημερινά η Γένουα κατακτά στον ανατολικό Πόντο.

Η μογγολική επέκταση από τον 13ο αιώνα στην Ταυρίδα και στη Μικρά Ασία στο εμπόριο της Δύσεως και στους πρωτεργάτες των διεθνών συναλλαγών, δηλαδή τις ιταλικές δημοκρατίες. Έτσι, το θέατρο αντιζηλίας Βενετίας και Γένουας μεταφέρεται στο βυζαντινό χώρο και ιδιαίτερα στην βορειανατολική περιοχή του Πόντου, στην Τραπεζούντα, στο σταυροδρόμι δηλαδή Ασίας και Ευρώπης.

Οι σχέσεις της Τραπεζούντας με το μογγολικό κράτος της Μικράς Ασίας είναι ανάλογες με τις σχέσεις με τους Σελτζούκους. Οι μογγολικές νίκες κατά των Σελτζούκων στα μέσα του 13ου αιώνα και η μογγολική προώθηση στη Γεωργία ανάγκασαν του Κομνηνούς να αναγνωρίσουν την εξουσία των Μογγόλων χωρίς αυτό να σημαίνει την υποταγή τους στο νέο ηγεμόνα της Ανατολής. Αντίθετα, η μογγολική κυριαρχία φαίνεται να λυτρώνει την Τραπεζούντα από τους Σελτζούκους, οι οποίοι κατά καιρούς επέβαλαν όρους φορολογικής υποταγής στην Αυτοκρατορία του Πόντου.

Εχθροί του κράτους των Κομνηνών τώρα είναι τα τουρκομανικά εμιράτα, ενώ η μογγολική κατάκτηση ανοίγει, χάρη στην πολιτική ενοποίηση που επέβαλε στην Ανατολή, νέους ορίζοντες στο διεθνές εμπόριο, που έχει για σταθμό την Τραπεζούντα.

Αμυτζαράντοι και Σχολάριοι

Το 1261 συντελείται η αποκατάσταση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας στην Κωνσταντινούπολη από τον Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγο. Αυτό το γεγονός θα επιτρέψει την αναδιοργάνωση του χριστιανικού κόσμου, θα επιβάλει τη δημιουργία νέων παραγόντων ισορροπίας στον ποντιακό χώρο και θα προβάλει νέους όρους συμβίωσης μεταξύ των ελληνικών ορθόδοξων αυτοκρατοριών.

Η διπλωματία του Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγου θα καταφέρει να δημιουργήσει τις συνθήκες που κάνουν την Τραπεζούντα, αν όχι τμήμα του Βυζαντινού κράτους, οπωσδήποτε μέρος αναπόσπαστο της βυζαντινής κοινότητας. Ο γάμος του Ιωάννη Β’ Μεγάλου Κομνηνού με την Ευδοκία Παλαιολογίνα, το 1282, τη θυγατέρα του Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγου, θα ανοίξει τον δρόμο αδελφικών σχέσεων της Τραπεζούντας με την Κωνσταντινούπολη. Ο μονοκέφαλος αετός, σύμβολο της Αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας, δένει την ποντιακή πόλη με την, πριν το 1204, Αυτοκρατορία της Κωνσταντινούπολης και θυμίζει την εξουσία της Τραπεζούντας στη χριστιανική Ανατολή.

Οι Τραπεζούντιοι βασιλείς πριν το τέλος του 13ου αιώνα θα εγκαταλείψουν τον τίτλο του βασιλιά των Ρωμαίων, ενώ η Κωνσταντινούπολη θα προσπαθήσει ακούραστα και μεθοδικά, κυρίως χάρη στην εγκατάσταση κωνσταντινοπολίτικων αριστοκρατικών οικογενειών στην Τραπεζούντα, να επιβάλει στη μικρασιατική ελληνική αυτοκρατορία του Πόντου την πολιτική των βυζαντινών συμφερόντων.

Ο εμφύλιος πόλεμος που συντάραξε τον κόσμο της Τραπεζούντας στα μέσα του 14ου αιώνα έχει σίγουρα στις ρίζες του στον ανταγωνισμό των αυτόχθονων οίκων της Τραπεζούντας, των Αμυτζαράντων, και των πιστών στην Κωνσταντινούπολη που είναι γνωστοί με το όνομα Σχολάριοι.

Η νίκη των Σχολάριων και η σφαγή των Αμυτζαράντων πνίγει στο αίμα κάθε αντικωνσταντινοπολίτικη πολιτική της Τραπεζούντας. Παρά τις εχθρικές, όμως, φάσεις που γνωρίζουν πότε πότε οι σχέσεις της Τραπεζούντας με την Κωνσταντινούπολη, είναι αναμφισβήτητο, ότι ως το τέλος της ποντιακής Αυτοκρατορίας, η Κωνσταντινούπολη μένει για την Τραπεζούντα η μητρόπολη του Γένους και της Εκκλησίας. Τον χαμό της Κωνσταντινούπολης το 1453 θα θρηνήσει πικρά ο ποντιακός λαός. Το πένθος για τη Ρωμανία και την Πόλη θα μείνει ολοζώντανο στα δημοτικά του τραγούδια, τους «Θρήνους», που περνούν αναλλοίωτοι τους αιώνες. Οι ποντιακοί στίχοι «Η Ρωμανία κι αν πέθανε ανθεί και φέρει κι άλλο», γαλούχησαν με αναστάσιμη ελπίδα σειρά ταπεινομένων γενιών της Ρωμιοσύνης και του Ελληνισμού.

Με πληροφορίες από: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους