Σύμφωνα με τον Ξενοφώντα το νόμισμα των Λακεδαιμονίων είναι από σίδηρο βαρύ και άβολο. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο αυτό που αποκαλούμε σιδερένιο νόμισμα έχει ένα τετράχαλκο που ζυγίζει μια μνα αιγινίτικη. Ο ίδιος ο Λύσανδρος μιλά επίσης για τους οβολούς, τα γνωστά σιδερένια σουβλιά που άλλωστε σαν προσφορές ανασκάφηκαν σε ναούς αρχαϊκής περιόδου. Ελάχιστα γνωρίζουμε σχετικά με αυτό που οι Λακεδαιμόνιοι ονόμαζαν παραδοσιακό νόμισμα τον πρώιμο 4ο αιώνα.
Μέχρι τον 4ο αιώνα π.Χ. η Σπάρτη δεν έχει νομίσματα, χωρίς να αποτελεί μοναδική περίπτωση. Οι πόλεις της Κρήτης άρχισαν να συναλλάσσονται πολύ αργότερα με το νόμισμα όπως το αντιλαμβάνονται οι Αθηναίοι και οι πόλεις όπου η νομισματοποίηση του συστήματος τους είχε ήδη γίνει.
Δεν υπάρχουν, όμως, ενδείξεις ότι κατά τον 5ο αιώνα π.Χ. οι Σπαρτιάτες κρατούν κάποια ιδιαίτερη στάση νομοθετικής αντίθεσης απέναντι στα πολύτιμα μέταλλα και το νόμισμα. Μάλιστα οι βασιλείς τους κατηγορούνταν για διαφθορά. Ο Παυσανίας ήταν οικονομικά εύρωστος χάρη στις προσφορές των Περσών. Δεν υπάρχει σχετική απαγόρευση. Απλά το οικονομικό τους σύστημα λειτουργεί βάσει της ανταλλαγής αγαθών και υπηρεσιών στο εσωτερικό της χώρας, πολεμικών λεηλασιών κατά τους πολέμους και ανταλλαγή σε περιπτώσεις ανάγκης που η κοινότητας τους δεν μπορούσε να ικανοποιήσει. Εξάλλου δεν λείπει τίποτα από την Σπάρτη πέρα από τα ευγενή μέταλλα. Παράγουν σιτάρι, λάδι, κρασί, σύκα για τη διατροφή τους. Μαλλί και δέρμα για την ενδυμασία τους, ξυλεία από τα δάση στα βουνά και σίδηρο από τα ορυχεία (στο Ακρωτήριο Μαλέας) για τα εργαλεία τους. Έχουν και λίγο χαλκό (κοντά στο ναό του Απόλλωνα), καθώς και μόλυβδο. Ο κόλπος της Λακωνίας τους προμήθευε τα πορφυρά χρώματα για τις στολές.
Το πρόβλημα τίθεται όταν πρέπει να κατασκευάσουν ένα στόλο. Σε αυτήν την περίπτωση πρέπει να βρεθούν η κατάλληλη ξυλεία, η πίσσα, να προσληφθούν πλοηγοί και έμπειροι ναυτικού που θα πληρωθούν. Ο πόλεμος στη Μικρά Ασία τροφοδοτήθηκε κατά το μάλλον ή ήττον από περσικό χρήμα που αλλοτρίωσε τους Λακεδαιμονίους που υπηρέτησαν εκεί. Στο εξής μη νομισματικό σύστημα φαντάζει απαρχαιωμένο.
Όταν ο Λύσανδρος συντρίβει την Αθήνα μαζεύει σχολαστικότατα όσα νομίσματα μπορούν να βρεθούν στην αυτοκρατορία και τα στέλνει με την ίδια φροντίδα τοποθετημένα μέσα σε τσουβάλια στη Σπάρτη. Είναι φανερό ότι γνωρίζει την κυκλοφορία του χρήματος, αφού έχει συνηθίσει τη χρήση του νομίσματος, όπως επίσης και ο άλλος μεγάλος Σπαρτιάτης στρατηγός, ο Γύλιππος. Οι δύο άνδρες ξέρουν ότι στο εξής η Σπάρτη δεν μπορεί να κυριαρχήσει στον κόσμο που ανοίγεται μπροστά της, τόσο προς τα ανατολικά, όσο και προς τα δυτικά, χωρίς να εισέλθει στο κόσμο της νομισματικής οικονομίας.
Ο Λύσανδρος επιστρέφοντας στη Σπάρτη καταθέτει κάποιες προτάσεις στη Συνέλευση (άγνωστες ως τώρα σε εμάς), η οποία όμως τις απορρίπτει και αποφασίζει ότι το σπαρτιατικό κράτος θα εξακολουθήσει τον μη εμπλουτισμό τους με δικό του νόμισμα. Πάρα ταύτα το κράτος διατηρεί τα νομίσματα που έφερε ο Λύσανδρος και τα χρησιμοποιεί για τα εξωτερικά του έξοδα, αλλά απαγορεύει την ιδιωτική κατοχή νομίσματος.
Αρχίζει το κυνήγι των δυστροπούντων που έφεραν από τις εκστρατείες τους ποσά λιγότερο ή περισσότερο σημαντικά. Ο Γύλιππος εξορίστηκε. Φίλοι του Λύσανδρου θανατώθηκαν. Πάρα ταύτα, πολλοί άνθρωποι εξοικειώθηκαν με τη χρήση του νομίσματος και το παλιό σύστημα αλλοιώθηκε. Επιχειρείται τότε να βρεθεί ένα υποκατάστατο. Εμφανίστηκαν στοιχεία από μέταλλο που προϋπήρχαν σε ορισμένους τύπους ανταλλαγών. Στοιχεία που θεωρήθηκαν ικανά να προσεγγίσουν την ιδέα που συνιστά ένα νόμισμα: άφθαρτο, μετρήσιμο, συμβολικό. Έτσι γεννήθηκε το νόμισμα των Λακεδαιμονίων από σίδερο.
Σε μερικές πόλεις της Πελοποννήσου, συνδεδεμένες με τη Σπάρτη και που έκοβαν νόμισμα, φαίνεται ότι το είχαν ήδη κατασκευάσει για μικρή χρονική περίοδο. Τα νομίσματα στη Σπάρτη θα ανθίσουν την εποχή του βασιλιά Κλεομένη Γ’ (3ος αιώνας π.Χ.).