Το βορειοηπειρωτικό ζήτημα

Η Συνθήκη του Βουκουρεστίου δεν κάλυψε το σύνολο των αλυτρωτικών αιτημάτων της Ελλάδας. Σε πρώτο επίπεδο πρέπει να τοποθετηθεί το βορειοηπειρωτικό ζήτημα και η συμβατική προσκύρωση των νησιών του ανατολικού Αιγαίου, απελευθερωμένων από τον ελληνικό στόλο στη διάρκεια επιχειρήσεων του Α’ Βαλκανικού Πολέμου.

Το βορειοηπειρωτικό ζήτημα
ΒΟΡΕΙΟΣ ΗΠΕΙΡΟΣ

Το διπλωματικό πλαίσιο

Η απόφαση για την ίδρυση αυτόνομου αλβανικού κράτους, δεν συνοδευόταν από τον καθορισμό των εδαφικών ορίων της νέας επικράτειας. Η μοιραία σύναψη των συνοριακών εκκρεμοτήτων με σκοπιμότητες και κριτήρια ξένα προς την εθνολογική πραγματικότητα των επίμαχων επαρχιών, έτεινε να ματαιώσει την προσάρτηση της Βορείου Ηπείρου στην Ελλάδα, παρά την κατάληψη της από τον ελληνικό στρατό στη διάρκεια των Βαλκανικών πολέμων. Το επίφοβο αυτό ενδεχόμενο επαληθεύτηκε, όταν η Πρεσβευτική Συνδιάσκεψη του Λονδίνου, επεξέτεινε με το πρωτόκολλο της Φλωρεντίας στις 17 Δεκεμβρίου 1913, τα νότια σύνορα της Αλβανίας ως τη γραμμή Στύλου-Πρέσπας. Η εκδήλωση της ελληνικής αντίδρασης περιστελλόταν κάτω από την εκβιαστική πίεση των Μεγάλων Δυνάμεων, επιφορτισμένων να καθορίσουν το καθεστώς των νησιών του Αιγαίου. Η κοινή ευρωπαϊκή διακοίνωση προς την Αθήνα, στις 13 Φεβρουαρίου 1914 συσχέτιζε άμεσα τα ζητήματα: η αναγνώριση της ελληνικής κυριαρχίας στο νησιωτικό χώρο του Αρχιπελάγους -με εξαίρεση την Ίμβρο, την Τένεδο και το Καστελλόριζο- συνεπαγόταν τον εξαναγκασμό της Ελλάδας να αποσύρει τα στρατεύματα της από τη Βόρειο Ήπειρο και να αποθαρρύνει κάθε αντίδραση απέναντι στο καθεστώς της αλβανικής κυριαρχίας.

Η αναγκαστική υποχώρηση της Αθήνας δεν προοριζόταν να οδηγήσει σε πλήρης εξομάλυνση των διαφορών πάνω τα δυο επίμαχα ζητήματα. Οι Έλληνες της Βορείου Ηπείρου εξεγείρονταν κατά των ευρωπαϊκών αποφάσεων, ανακήρυσσαν την αυτονομία της περιοχής και εγκαθιστούσαν στο Αργυρόκαστρο προσωρινή κυβέρνηση με πρόεδρο τον Γ. Χρηστάκη-Ζωγράφο. Η αναγνώριση με τη συμφωνία της Κέρκυρας, στις17 Μαΐου 1914, σημαντικών διοικητικών, εκκλησιαστικών και εκπαιδευτικών προνομίων, ισοδύναμων με τη χορήγηση πραγματικής αυτονομίας στις επαρχίες Κορυτσάς και Αργυροκάστρου, και η προσεπικύρωση των παραχωρήσεων από το νεοεκλεγέντα ηγεμόνα της Αλβανίας, Γουλιέλμο Βηδ, δεν θα αρκέσει για να παγιωθεί η ειρήνη στο εσωτερικό του νεότευκτου αλβανικού κράτους.

Η νέα διεθνής θέση της Ελλάδας μετά τη συνθήκη του Βουκουρεστίου είναι ριζικά αναβαθμισμένη. Η συνομολόγηση της Συνθήκης του Βουκουρεστίου υποδηλώνει μια καίρια τομή στην εξέλιξη της αλυτρωτικής πολιτικής, η οποία δεν εντοπίζεται σε μόνη, ή καθεαυτή, την πρόσκτηση εκτεταμένων εδαφών. Η σημασία της είναι συναρτημένη με το μεταβολισμό της εθνικής ιδέας, ως ενιαίας εθνικής στρατηγικής, στους κόλπους του αλύτρωτου ελληνισμού. Η εθνικιστική πολιτική του νεοτουρκικού καθεστώτος είχε ήδη ανατρέψει κάθε προϋπόθεση για δυναμική ενσωμάτωση των χριστιανικών μειονοτήτων στους κόλπους ενός πολυεθνικού κράτους, φιλελεύθερου και αποκεντρωτικού στην εσωτερική δομή του. Έκθετοι στις πιέσεις των Νεότουρκων εθνικιστών, οι αλύτρωτοι Έλληνες, σε αναζήτηση των μέσων για την προάσπιση της εθνικής τους ταυτότητας και τη διασφάλιση του εθνικού τους μέλλοντος, θα υιοθετήσουν ομόθυμα και ανεπιφύλακτα, την επιδίωξη της ενσωμάτωσης στους κόλπους ενός μεγάλου ελληνικού κράτους. Στην εμπέδωση της επιθυμίας αυτής θα συμβάλει αποφασιστικά η νέα πραγματική κατάσταση που θα ανακύψει από την εφαρμογή της Συνθήκης του Βουκουρεστίου και θα δώσει ουσιαστική υπόσταση σε μια επιδίωξη χωρίς σοβαρό ως τότε πολιτικό αντίκρισμα: Η ελεύθερη Ελλάδα, με εκτεταμένα τα σύνορα της μέχρι τη Θράκη και τα μικρασιατικά παράλια, διπλωματικά, στρατιωτικά και οικονομικά αναβαθμισμένη, κρινόταν ήδη ικανή να επιχειρήσει ένα νέο άλμα στην οδό της εκπλήρωσης των πιο προωθημένων εθνικών της ονείρων στην Κωνσταντινούπολη και τη Μικρά Ασία.

Το βορειοηπειρωτικό ζήτημα και ο Βενιζέλος

Η επισήμανση αυτή δεν συνεπάγεται το συμπέρασμα ότι η διπλωματική στρατηγική που υιοθέτησε η ελληνική κυβέρνηση την επαύριο της ειρήνης βασιζόταν αναγκαστικά στην ένταση των αλυτρωτικών διεκδικήσεων. Τα συγκεκριμένα αιτήματα εντοπίζονταν στην διευθέτηση του νησιωτικού και στον θετικό διακανονισμό όσον αφορά το βορειοηπειρωτικό ζήτημα. Ηγέτης στην επική πολεμική προσπάθεια της χώρας γινόταν ο Ελευθέριος Βενιζέλος, μετά την υπογραφή της Συνθήκης του Βουκουρεστίου, κήρυκας της ανάγκης για τη οριστική αποκατάσταση και παγίωση της ειρήνης. Στο διμερές επίπεδο η Ελλάδα διατηρούσε συμμαχικούς δεσμούς με τη Σερβία και ήλπιζε ότι ο καθορισμός των νοτίων συνόρων της Αλβανίας θα γινόταν με τρόπο που να μην διαταράξει τις φιλικές σχέσεις των δύο λαών. Η Ελλάδα επιθυμούσε την ειρηνική συμβίωση με τη Βουλγαρία -με την αυτονόητη προϋπόθεση ότι οι όροι της Συνθήκης του Βουκουρεστίου θα γίνονταν σεβαστοί- και προσέβλεπε με αισιοδοξία, μετά και τη σύναψη της Συνθήκης των Αθηνών, προς την κατεύθυνση της Τουρκίας.

Πέρα από το διμερές πεδίο, τα βαλκανικά κράτη, στο σύνολο τους, θα ήταν δυνατό να συσφίξουν τους δεσμούς τους και σε πολυμερές πλαίσιο προκειμένου να φθάσουν βαθμηδόν στη σύμπηξη μιας Βαλκανικής Ομοσπονδίας «προς ευτυχή και ζωτικήν ανάπτυξιν των λαών του Αίμου». Η έκρηξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου ήταν μοιραίο να ματαιώσει κάθε προοπτική σταθεροποίησης σε περιφερειακό πλαίσιο.

Πηγή: Η ελληνική εξωτερική πολιτική, Κ. Σβολόπουλος, εκδ. Βιβλιοπωλείο της Εστίας

Υποβολή απάντησης

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

error

Enjoy this blog? Please spread the word :)

Αρέσει σε %d bloggers: