Το έτος 1, συντελέστηκαν γεγονότα των οποίων ουδείς ζων τότε δεν μπορούσε να συλλάβει την σημασία τους για το μέλλον του κόσμου. Φυσικά τότε κανείς δεν γνώριζε ότι εκείνο ήταν το έτος 1. Αν αναφέρονταν στο έτος αυτό εννοούσαν το έτος κατά το οποίο δημιουργήθηκε ο κόσμος, και όχι αυτό που εμείς εννοούμε: «Έτος του Κυρίου μας ή μ.Χ».
Τι έτος αναγραφόταν σε ένα πιστοποιητικό γέννησης, σε μια συμβολαιογραφική πράξη γάμου, σε μια εμπορική συμφωνία που συντάχθηκαν το έτος 1; Στο ερώτημα αυτό δεν μπορεί να δοθεί μόνο μία απάντηση, καθώς για τις περισσότερες δραστηριότητες της καθημερινής ζωής γινόταν χρήση ημερομηνιών ανάλογα με το γεωγραφικό μήκος και πλάτος του κόσμου. Στη Ρώμη ένα συμβόλαιο θα μπορούσε να έχει ημερομηνία «επί υπατείας του Ιούλιου Καίσαρα, γιου του Αυγούστου και του Αιμιλίου Παύλου, γιου του Παύλου». Σε άλλα σημεία του κόσμου τα έτη καθορίζονται από τις βασιλείες ή από τη θητεία ντόπιων αρχόντων και ιερέων.
Σήμερα όλα αυτά φαίνονται χαώδη, καθώς λειτουργεί ένα συνεχές και σταθερό ημερολόγιο το οποίο χρησιμοποιείται από όλον τον κόσμο. Εκείνο το σύστημα ήταν αρκετά λειτουργικό. Μόνο οι λόγιοι αντιμετώπιζαν προβλήματα, γιατί απαιτούσαν ακριβή απάντηση στην ερώτηση «πόσο χρόνο πριν» ή εκείνοι που ήθελαν να συγχρονίσουν τα γεγονότα ης ελληνικής με αυτά της ρωμαϊκής ιστορίας.
Στη Ρώμη, οι λόγιοι μετρούσαν συχνά τα γεγονότα από τη θρυλούμενη ίδρυση της πόλης από τον Ρωμύλο, το έτος που οι σύγχρονοι ιστορικοί έχουν ονομάσει 753π.Χ. Στην Ελλάδα χρησιμοποιούσαν μονάδες χρονικών περιόδων ανά τέσσερα χρόνια, τις Ολυμπιάδες, αρχίζοντας από τους πρώτους Ολυμπιακούς Αγώνες, το 776π.Χ. Στα δύο αυτά συστήματα το έτος 1 ήταν για τη Ρώμη το 754π.Χ. και το πρώτο έτος της 195ης Ολυμπιάδας. κανένα σύστημα δεν ήταν επίσημο. Κάθε λόγιος και ιστορικός μπορούσε να επιλέξει ποιο θα χρησιμοποιήσει, ή να κάνει και συνδυασμό συστημάτων.
Ακόμη και οι Χριστιανοί χρειάστηκαν πολύ χρόνο για να διαμορφώσουν και να εισαγάγουν δικό τους σύστημα. Ο πρώτος που το έκανε ήταν ένας ανατολικός ελληνόφωνος μοναχός, ο Διονύσιος ο Μικρός, ο οποίος έζησε στη Ρώμη το πρώτο μισό του έκτου αιώνα. Αυτός υπολόγισε ότι ο Χριστός γεννήθηκε το 754 από κτίσεως της Ρώμης, ονόμασε αυτό το έτος τότε anno Domini (a.D.), δηλαδή «Έτος του Κυρίου μας» (μ.Χ.) και μέτρησε τα έτη που είχαν προηγηθεί έως τόσα ante Christum «προ Χριστού».
Η μέτρηση του ήταν ελαφρώς ανακριβής. Οι μόνες πραγματικές ενδείξεις υπάρχουν σε δύο από τα τέσσερα ευαγγέλια και δυστυχώς είναι συγκρουόμενες και ασυμβίβαστες. Αν ο Ματθαίος ορίζει ορθώς την έξοδο προς την Αίγυπτο, τότε ο Ιησούς γεννήθηκε λίγο πριν την ή κατά το τελευταίο έτος της βασιλείας του Ηρώδη του Μεγάλου, ο οποίος πέθανε το 4π.Χ. Εάν όμως ο Λουκάς έχει δίκιο συνδέοντας τη Γέννηση με την απογραφή. Tότε η ημερομηνία θα πρέπει να είναι το 6μ.Χ. ή και το 7μ.Χ. Σε καμία από τις δύο περιπτώσεις το έτος 1 δεν θεωρείται πιθανό.
Ποια χρονιά όμως γεννήθηκε ο Ιησούς; Ο Ιησούς δεν γεννήθηκε το έτος μηδέν. Στο σύστημα χρονολόγησης που ακολουθείται το έτος μηδέν δεν υπήρξε ποτέ. Στην αρχαιότητα ως πρώτο έτος της βασιλείας ενός νέου βασιλιά θεωρούσαν αυτό που άρχιζε με τη ενθρόνιση του. Με τον ίδιο τρόπο καθιερώθηκε και η μέτρηση των ετών από τη Γέννηση του Ιησού. Η στιγμή της εμφάνισης του στη Γη θεωρήθηκε έναρξη του πρώτου έτους της νέας χρονολογίας.
Το σύστημα του Διονύσιου επεκτάθηκε σταδιακά πρώτα στη Δύση και με αργούς ρυθμούς στην Ανατολή, μέχρι που καθιερώθηκε σχεδόν ανά την υφήλιο. Το έτος 1 -όποιο κι αν ήταν- κατέστη σημαντικό έτος, για πολλούς το σημαντικότερο της Ιστορίας.
[…] Ο Χριστιανισμός παραμένει μέχρι σήμερα η μεγαλύτερη θρησκεία απ’ όλες τις άλλες στον κόσμο. Ο χριστιανισμός είναι μια θρησκεία παγκόσμια σήμερα. Δεν είναι μια θρησκεία ενός λαού. Είναι διαχυμένη σχεδόν σε όλη την υφήλιο. Ο χριστιανισμός γεννήθηκε το 1. Οι χριστιανοί μετρούν από τη γέννηση του Ιησού και έχουν υπολογίσει ότι γεννήθηκε σε κάποια χρονιά, στην οποία και τοποθετούν το έτος 1. […]
[…] Το έτος 1 28 Δεκεμβρίου 2020 […]
[…] Το έτος 1 28 Δεκεμβρίου 2020 […]