Τουάχα Ντε Ντάναν

Οι Τουάχα Ντε Ντάναν, φυλή θεϊκών όντων, οι μυθικοί κάτοικοι της Ιρλανδίας πριν από τους Κέλτες, ανήγαν την καταγωγή τους στην πρόγονο-θεά Ντάνου. Έφεραν μαζί τους στην Ιρλανδία τέσσερα ισχυρά φυλακτά: τον Λίθο του Φαλ, που φώναζε μόλις τον ακουμπούσε ο σωστός βασιλιάς, τη λόγχη του Λουγ, που εγγυόταν τη νίκη, το Σπαθί του Νουάντου, από το οποίο κανείς δεν γλύτωσε και τον Λέβητα του Ντάγντα, από τον οποίο κανείς δεν έφευγε ανικανοποίητος. Οι Τουάχα Ντε Ντάναν ήταν γνώστες της μαγείας και των δρυϊκών παραδόσεων. Πολλοί θεοί συνδέονται με ειδικέ λειτουργίες: ο Όγνα ήταν εξασκημένος στη οπλοποιία, ο Λουγ στις τέχνες, καλές και κοινές, ο Γκοΐβνιου στη σιδηρουργία, ο Ντίαν Κεχτ στην ιατρική.

Τουάχα Ντε Ντάναν
Κελτικός λέβητας (2ος-1ος αιώνας π.Χ.)

Ο Ντάγντα (Καλός Θεός) ήταν πατέρας-θεός της φυλής, δότης της αφθονίας και της αναγέννησης. Τα δύο κύρια χαρακτηριστικά του ήταν μεγάλο ρόπαλο, του οποίου το ένα άκρο σκότωνε και το άλλο ξανάδινε τη ζωή, και ένας πελώριος ανεξάντλητος λέβητας. Ο Ντάγντα παριστάνεται χοντρός και ασουλούπωτος, μια γελοία γκροτέσκα μορφή που φοράει έναν απρεπώς κοντό χιτώνα και τρώει πάρα πολύ, ενώ ταυτόχρονα είναι ο δυνατός πατέρας της φυλής του. Όλα αυτά αποτελούν μέρος του συμβολισμού του ως θεού της γονιμότητας. Πολλοί μύθοι μιλούν για την ένωση του με διαφορες θεές, μεταξύ των οποίων και την Μπόαν, θεά του ποταμού Μπόιν. Η συνεύρεση του με την τρομερή θεά της πολεμικής κραυγής, τη Μόριγκαν, εξασφαλίζει την ασφάλεια του λαού του.

Ο Γκοΐβνιου ήταν ένας από τους τρεις θεούς-τεχνίτες: αυτός ήταν ο σιδηρουργός, ο Κούχτα ο κατασκευαστής και ο Κρέιγνε ο μεταλλουργός. Και οι τρεις μαζί κατασκεύαζαν μαγικά όπλα για τον Λουγ και τους Τουάχα Ντεμ, για τη μεγάλη μάχη τους κατά των Φομόριαν, τοπικών διαμόνων που αντιτάσσονταν σε κάθε εισβολέα της Ιρλανδίας. Ο Γκοΐβνιου είναι ο πιο ανεπτυγμένος χαρακτήρας της τριάδας. Τα όπλα του ποτέ δεν αστοχούσαν και πάντοτε σκότωναν. Είχε και έναν πρόσθετο ρόλο ως οικοδεσπότης στη Γιορτή του Άλλου Κόσμου, όπου ειδική μπύρα του χάριζε την αθανασία.

Ο Ντίαν Κεχτ, θεός της θεραπευτικής τέχνης, αντλούσε τη δύναμη του από έναν συνδυασμό μαγείας και βοτανικής: ήταν ταυτόχρονα γιατρός και σιδεράς. Έτσι κατασκεύασε για τον βασιλιά Νουάντου ένα ασημένιο χέρι, για να αντικαταστήσει αυτό που είχε χάσει στη μάχη. Ο Ντίαν Κεχτ είχε τη δύναμη να θεραπεύει με τη μαγεία: ανάσταινε τα νεκρά μέλη των Τουάχα Ντε Ντάναν ψάλλοντας επικλήσεις πάνω από ένα πηγάδι στο οποίο βύθιζαν τους σκοτωμένους πολεμιστές.

Ο Μανάναν ήταν θαλάσσιος θεός και περιβάλλεται από θαλάσσιες εικόνες: ο μανδύας του ήταν σαν τη θάλασσα και τα κύματα ήταν τα άλογά του. Ήταν και μάγος και έδινε βοήθεια στους Τουάχα Ντε στις μάχες τους, μεταξύ άλλων μια βάρκα που υπάκουε στις σκέψεις του ναύτη της, ένα άλογο που ταξίδευε το ίδιο εύκολα σε γη και θάλασσα και ένα σπαθί, το Φλάγκαραχ (Απαντητής), που μπορούσε να τρυπήσει κάθε πανοπλία. Οι μαγικοί χοίροι του Μανάναν ήταν σύμβολα αναγέννησης: μπορούσαν να σκοτωθούν και να φαγωθούν τη μια μέρα και να ξαναείναι ζωντανοί την επόμενη, έτοιμοι να σφαγούν για τη γιορτή.

Ο Νουάντου ήταν βασιλιάς των Τουάχα Ντε, αλλά αναγκάστηκε να παραιτηθεί από την εξουσία όταν έχασε το ένα του χέρι στη μάχη: οι κυβερνήτες του νησιού έπρεπε να είναι αρτιμελείς. Κατά τη μεσοβασιλεία, διορίστηκε ένας αναπληρωτής βασιλιάς ο Μπρες (Ωραίος), περίεργη επιλογή, αφού ήταν κατά το ήμισυ Φομόριαν. Η βασιλεία του δεν ήταν επιτυχημένη: οι φιλάργυροι τρόποι του προκάλεσαν την παρακμή της ιρλανδικής ευημερίας.

Δύο από τους γνωστότερους θεούς των Τουάχα Ντε Ντάναν είναι ο Νουάντου και ο Λουγ. Όταν οι Τουάχα Ντε Ντάνα νίκησαν τους Φομόριαν χάρισαν τη ζωή στον Μπρες, με αντάλλαγμα να συμβουλεύσει τους Τουάχα Ντε σε αγροτικά θέματα. Οι Τουάχα Ντε ήταν δυνατοί στον πόλεμο και στις τέχνες, αλλά δεν είχαν γεωργικές γνώσεις, γι’ αυτό ήταν αναγκασμένοι να βασίζονται στους ιθαγενείς Φομόριαν. Ο Νουάντου ξαναπήρε τη βασιλεία αφού ο Ντίαν Κέχτ τού έφτιαξε κανούργιο χέρι, και στο εξής έμεινε γνωστός ως Νουάντου Αργκατλάβ (ο Νουάντου με το ασημένιο χέρι). Αλλά ο Νουάντου αποθαρρύνθηκε από τις συνεχείς προστριβές με τους Φομόριαν και έτσι ανέλαβε την αρχηγία ο νεαρός Λουγ. Ο Νουάντου ίσως ταυτίζεται με τον Νόντενς, τον θεραπευτή θεό του Λίντνι στο Γκλόστερσαϊρ. Ίσως και τα δύο ονόματα σημαίνουν «Νεφοποιός» και επρόκειτο για θεούς των καιρικών μεταβολών.

Ο Λουγ (Λαμπερός) ήταν συγγενής εξ αίματος και με τους Τουάχα Ντε Ντάναν και με τους Φομόριαν. Ήταν θεός του φωτός και η θερινή του γιορτή λεγόταν Λούγνασαντ. Η γαλατική λέξη lugos σημαίνει «κοράκι» και υπάρχει μακρινή σχέση μεταξύ του Λουγ και αυτών των πουλιών. Ο Λουγ ήταν πολεμιστής-ήρωας, μάγος και αρχιτεχνίτης. Η σχέση του Λουγ με τις τέχνες οδήγησε κάποιους μελετητές να τον ταυτίσουν με τον γαλατικό Ερμή, τον οποίο ο Καίσαρ περιγράφει ως «εφευρέτη όλων των τεχνών».

Ο Λουγ εξόρκισε τον Νουάντου να αντισταθεί στους Φομόριαν και συντόνισε τις στρατιωτικές του εκστρατείες που οδήγησαν στην κατατρόπωσή τους. Αυτός ο ίδιος σκότωσε τον τρομερό Μπάλορ, τον αρχηγό των Φομόριαν (και παππού του ίδιου του Λουγ). Στη μάχη ο Λουγ χρησιμοποιούσε και τη δική του μαγεία και τα μαγικά, σπαθί και πλεούμενο, του Μανάναν. Το επώνυμο του Λουγ ήταν Λαμάντα (Μακρυχέρης), που πιθανόν αναφέρεται στην επιδεξιότητα του στην εξακόντιση του δόρατος ή της σφενδόνης με την οποία σκότωσε τον Μπάλορ.

Μετά τον εκτοπισμό των Τουάχα Ντε Ντάνα από τους Γαέλους, τους πρώτους Κέλτες, οι νικημένοι θεοί ιδρύουν βασίλειο κάτω από τη γη, αντικατοπτρισμό του επάνω κόσμου. Ακόμη και ηττημένοι, είναι σε θέση να στερήσουν από τους Γαέλους το σιτάρι και το γάλα και εκμεταλλεύονται τη δύναμη τους αυτή για να διαπραγματευτούν μαζί τους. Έτσι με αμοιβαία συμφωνία η Ιρλανδία διαιρείται σε δύο μέρη, έναν άνω και έναν κάτω κόσμο. Στο υπόγειο βασίλειο τους οι Τουάχα Ντε Ντάναν συνεχίζουν να ελέγχουν τον υπερφυσικό κόσμο μέσω της μαγείας. Κάθε θεός κατέχει ένα sidh (ένα μαγικό ύψωμα), που αποτελεί τμήμα του Μακάριου Άλλου Κόσμου.

Πηγή: Μύθοι και Ιστορία των Λαών