Αν ο Σουργιαβαρμάν Β’ ήταν εκείνος που εγκαθίδρυσε δομές και παγίωσε τα όρια της αυτοκρατορίας, ο Τζαγιαβαρμάν Ζ’ (1181-1220) ήταν αυτός που την εφοδίασε με θαυμάσια έργα τέχνης, μέσα σε ένα κλίμα ανεκτικότητας που πήγαζε από τον ενστερνισμό του βουδισμού Μαχαγιάνα.
Η βασιλεία αυτού του μονάρχη ξεκίνησε με ένα από τα δραματικότερα επεισόδια της ιστορίας των Χμερ: το 1177 μια ναυτική αποστολή των Τσαμ, υπό την ηγεσία του Τζάγια Ιντραβαρμάν, κατέφθασε στην Άγκορ και τη λεηλάτησε. Μόνο έπειτα από τέσσερα χρόνια ο ήδη πενηντάχρονος Τζαγιαβαρμάν Ζ’, ύστερα από έναν εξαντλητικό πόλεμο σε στεριά και θάλασσα («το αίμα που χύθηκε έκανε τα νερά της Τονλέ Σαπ να κοκκινίσουν»), κατάφερε να κυριαρχήσει στην πόλη και να την καταστήσει πρωτεύουσα για τα επόμενα 40 χρόνια. Το 1190 ο στρατός των Χμερ εισέβαλε στην Τσάμπα, αιχμαλώτισε το βασιλιά και τον έφερε στην Άνγκορ αλυσοδεμένο. Η επακόλουθη προσάρτηση του ινδουιστικού βασιλείου στην αυτοκρατορία έγινε το 1203 και διήρκεσε μέχρι το τέλος της βασιλείας του Τζαγιαβαρμάν Ζ’.
Αυτός, πιθανότατα ο σημαντικότερος μονάρχης των Χμερ, έπρεπε να δείξει ότι δεν ήταν μόνο καλός ηγέτης και διοικητής. Σε αυτόν αποδίδεται η κατασκευή της Άνγκορ Τομ («μεγάλη πόλη»), που περιβάλλεται από ένα όρυγμα και από τείχη λατερίτη ύψους τριών μέτρων. Μέσα εκεί υπάρχει το παλιό βασιλικό ανάκτορο, που συνιστά ύμνο στο μεγαλείο της αρχαιότητας, καθώς και άλλα κτίρια τα οποία οικοδομήθηκαν από τους διαδόχους του.
Στο ανατολικό τμήμα, κατά μήκος της τελετουργικής οδού, βρίσκεται το Άνδηρο των Ελεφάντων, που μάλλον ήταν χώρος αποτέφρωσης, όπως συνάγεται από την αφιέρωση στο θεό του θανάτου Γιάμα, που αναπαρίσταται σε ένα άγαλμα με τίτλο ο Λεπρός Βασιλιάς. Η πόλη Άνγκορ Τομ είχε πέντε εισόδους (δύο εξ αυτών στην ανατολική πλευρά), καθεμία από τις οποίες διαθέτει δύο μεγαλοπρεπείς πλευρικές θύρες διακοσμημένες με λίθινους ελέφαντες. Τέσσερις προτομές του Βούδα στραμμένες στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα και μία ακόμα -κάποτε ήταν καλυμμένη με χρυσό- στο κέντρο δεσπόζουν στις εισόδους.
Μετά τα τείχη το συγκρότημα οριοθετείται από ένα όρυγμα, πέραν του οποίου υπάρχουν επιβλητικά πέτρινα μονοπάτια τα οποία κοσμούνται με 4 αγάλματα θεοτήτων, καλών (ντέβα) και κακών (ασούρα), που αποδίδονται ως επιβλητικοί πολεμιστές με απειλητική όψη, κρατώντας στα χέρια τους τα πέτρινα κάγκελα σμιλεμένα σε σχήμα νάγκα.
Στο κέντρο του αστικού συγκροτήματος της Άνγκορ Τομ βρίσκεται ο ναός Μπαγιόν, που οικοδόμησε ο Τζαγιαβαρμάν Ζ’. Η μορφή του Μποντισάτβα του Ελέους με τα τέσσερα κεφάλια, του Αβαλοκιτεσβάρα, που έχει αναπαραχθεί 54 φορές στους πύργους του ναού, αποτελεί τμήμα μιας ιδεατής πραγματικότητας: αναπαραστάσεις απόμακρες και συνάμα έντονες, που θα μπορούσαν να αναπαραγάγουν τα χαρακτηριστικά του μονάρχη και που μοιάζουν με εκείνες του αγάλματος που βρέθηκε στην Πρέα Καν, το οποίο, σύμφωνα με την παράδοση, απεικονίζει τον Τζαγιαβαρμάν Ζ’ τη στιγμή που διαλογίζεται. Μολονότι το συγκρότημα ήταν αφιερωμένο στον βουδισμό Μαχαγιάνα, περιλαμβάνει πολλές απεικονίσεις ινδουιστικών θεοτήτων, ενώ υπέροχοι ανάγλυφοι κύκλοι και μεγάλες ακολουθίες είναι διασκορπισμένοι στο οικοδόμημα.
Αν και από καλλιτεχνική άποψη υστερούν συγκριτικά με εκείνες της Άνγκορ Βατ, η περιγραφή της μεγάλης μάχης εναντίον των Τσαμ για την κατάκτηση της Άνγκορ, όπως επίσης οι λεπτομερείς αναπαραστάσεις της καθημερινότητας του λαού και της αυλής, αποτελούν εξαιρετική πηγή πληροφοριών για τον αρχαίο πολιτισμό των Χμερ.
Βορειοανατολικά της Άνγκορ Τομ βρίσκεται το Τζαγιατατάκα («Θάλασσα της νίκης»), το οποίο οικοδόμησε ο Τζαγιαβαρμάν Ζ’. Έχει μήκος 3,5 χιλιόμετρα και πλάτος 900 μέτρα. Πρόκειται για μια δεξαμενή αρκετά μικρότερη από εκείνη του Μπαρέι, ανατολικού και δυτικού, αλλά έχει ιδιαίτερη αξία εξαιτίας του ναού-νησιού που είναι αφιερωμένος στον Μποντισάτβα Αβαλοκιτεσβάρα. Η προτίμηση του μονάρχη στο νερό επιβεβαιώνεται από το μικρό Σρα Σαρανγκ –ίσως το βασιλικό λουτρό- που συνδεόταν με το νότιο τμήμα του ανατολικού Μπαρέι. Ακόμα και σήμερα είναι εμφανής η αγάπη του βασιλιά για αυτήν την τοποθεσία, την οποία ο Τζαγοαβαρμάν Ζ’ εξόπλισε με κλίμακες προκειμένου να διευκολύνει την πρόσβαση: από την πλατφόρμα που βρίσκεται δυτικά οι επισκέπτες έχουν τη δυνατότητα να απολαύσουν ένα εκπληκτικό ηλιοβασίλεμα.
Ο Τζαγιαβαρμάν Ζ΄, ένθερμος βουδιστής, κατασκεύασε για τη μοναστική κοινότητα της οποίας ήταν προστάτης τρία θρησκευτικά συγκροτήματα που περιβάλλονταν από τείχη και ορύγματα. Επρόκειτο για τρία αριστουργήματα, το καθένα από τα οποία είχε διαφορετικά χαρακτηριστικά. Το μεγαλύτερο είναι το Πρέα Καν, ανατολικά του Τζαγιατατάκα, που υποστηριζόταν από τους 97.840 κατοίκους των γειτονικών χωριών, που είχαν οικοδομηθεί εκεί που είχε λάβει χώρα η μάχη εναντίον των Τσαμ.
Σύμφωνα με κάποιες μελέτες, περισσότερο από μοναστήρι ήταν κέντρο σπουδών που προοριζόταν να φιλοξενήσει 15.000 κατοίκους. Δεύτερο σε διαστάσεις ήταν το Τα Προμ, ένα ακόμα μνημείο που το οποίο βρέθηκε στο επίκεντρο επιχειρήσεων αποκατάστασης που τελικά περιορίστηκαν στην εξασφάλιση της σταθερότητας κάποιων κτιρίων. Πρόκειται για ένα απειρομεγέθες έργο αν αναλογιστεί κανείς τις τεχνικές δυσκολίες και τον προβληματικό εφοδιασμό με πρώτες ύλες, όπως η πέτρα, που στη συγκεκριμένη περιοχή δεν υπήρχαν σε αφθονία. Από μια επιγραφή συνεπάγεται ότι για τη οικοδόμηση του εργάστηκαν 12.640 μοναχοί-τεχνίτες (πιθανότατα οι μελλοντικοί κάτοικοι) και βοήθησαν 80.000 κάτοικοι από τα γειτονικά χωριά.
Σήμερα το Τα Προμ ασκεί ιδιαίτερη γοητεία: τα κτίρια του, τυλιγμένα σε μια αποπνικτική και συχνά θανατηφόρα αγκαλιά ριζών και υπερμεγεθών δέντρων και παραμορφωμένα από τη μούχλα, όχι μόνο αποδεικνύουν περίτρανα ότι οι βασιλείς των Χμερ επιθυμούσαν διακαώς τη αθανασία, αλλά μαρτυρούν και το μάταιο της ανθρώπινης δύναμης μπροστά στα στοιχεία της φύσης.
Σε αντίθεση με τα δύο προηγούμενα, κατοικημένο ως σήμερα από θρησκευτικές ομάδες, το Μπαντεάι Κντέι («Ακρόπολη των κελιών») με πρόσοψη στην ανατολική όχθη του Σρα Σρανγκ, είναι το μικρότερο από τα ιερά συγκροτήματα που οικοδόμησε ο Τζαγιαβαρμάν Ζ’. Σώζεται σε πολύ κακή κατάσταση εξαιτίας της κακής ποιότητας ψαμμίτη που χρησιμοποιήθηκε κατά την κατασκευή του (δείγμα της παρακμής της Άνγκορ που είχε ξεκινήσει και αργότερα πιο εμφανής). Η ομοιότητα του με το Τα Προμ, που είναι αρκετά μεγαλύτερων διαστάσεων, έγκειται στην παρουσία τεσσάρων πυλών πρόσβασης (γκοπούρα), καθεμία εκ των οποίων είναι στραμμένη προς ένα σημείο του ορίζοντα, καθώς και στις απεικονίσεις του μυθικού γυπαετού γκαρούντα.
Με πληροφορίες από: nationalgeographic