Τεχνίτες και έμποροι

Οι τεχνίτες κατασκεύαζαν αγαθά απαραίτητα για την αποτελεσματική λειτουργία της αυτοκρατορίας. Υπήρξε σημαντική αύξηση του αριθμού των εργαστηρίων χειροτεχνίας μετά τον 2ο π.Χ. αιώνα, δηλαδή μετά την εξάπλωση της Ρώμης στη Μεσόγειο και την κατοπινή μεγάλη ευημερία της, συνθήκη που ευνόησε και το εμπόριο.

Τεχνίτες και έμποροι
Ανάγλυφη αναπαράσταση εργαλείων σιδερά

Πολλοί χειροτέχνες και τεχνίτες εργάζονταν αυτόνομα σε μικρά καταστήματα, όπου παρήγαγαν και πωλούσαν τα αγαθά τους, ενώ άλλοι εργάζονταν ως έμμισθοι εργάτες σε μεγαλύτερες επιχειρήσεις που απασχολούσαν και δούλους. Παρήγαγαν αντικείμενα καθημερινής χρήσης, όπως κουζινικά σκεύη, λυχνίες, υποδήματα, βαρέλια, αμφορείς, πιθάρια και πλήθος άλλων αγαθών απαραίτητων στην καθημερινή ζωή, στο εμπόριο, στις μεταφορές και στον κατασκευαστικό τομέα.

Η θέση αυτών των εργαστηρίων ήταν πολύ σημαντική. Για παράδειγμα, οι μεταλλοτέχνες και οι αγγειοπλάστες χρειάζονταν φούρνους και καμίνια πολύ υψηλών θερμοκρασιών, που αποτελούσαν απειλή για το αστικό περιβάλλον – το ίδιο και οι απειλητικοί καπνοί που έβγαζαν. Έτσι συνήθως εργάζονταν στα περίχωρα της πόλης ή σε αραιοκατοικημένες περιοχές. Χτίστες, μαραγκοί και άλλοι τεχνίτες που δεν χρησιμοποιούσαν επικίνδυνο εξοπλισμό διέθεταν εργαστήρια στο ισόγειο ενός κτιρίου με διαμερίσματα, κατά προτίμηση σε κάποιον πολυσύχναστο δρόμο.

Ένα σημαντικό στοιχείο της αστικής ζωής, ιδιαίτερα κατά την αυτοκρατορική περίοδο, ήταν η collegia, ένα είδος εμπορικού σωματείου, που έφερνε σε επαφή τους εργάτες προκειμένου να προστατεύσουν τα συμφέροντα τους. Τα πιο διαδεδομένα σωματεία ήταν των οικοδόμων, των υφαντών, των ραφτών, των εμπόρων, των μαραγκών και των αρτοποιών. Κάθε σωματείο διέθετε δικό του καταστατικό, γραφείο, σημαία, προστάτιδα θεότητα και κεφάλαια από εισφορές των μελών του. Τα σωματεία αυτά διαδραμάτιζαν ενεργό ρόλο στις εκλογικές εκστρατείες των αστικών και επαρχιακών δικαστών. Μία από τις ανακοινώσεις του σωματείου των γναφέων (καθαριστών υφασμάτων), σε κάποια εκλογική αναμέτρηση, συνιστά κάποιον υποψήφιο για την τιμιότητα, τη γενναιοδωρία και τη διοικητική του ικανότητα.

Τεχνίτες και έμποροι
Ανάγλυφη αναπαράσταση εμπορίου υφασμάτων

Η ανάπτυξη της εμπορικής δραστηριότητας στον ρωμαϊκό κόσμο οφείλεται στην επέκταση και τον έλεγχο των θαλάσσιων εμπορικών δρόμων, σε συνδυασμό με τα περίπλοκα και αποτελεσματικά οδικά δίκτυα που συνέδεαν όλα τα λιμάνια με τα σημαντικότερα εμπορικά κέντρα. Η γεωργία και η κτηνοτροφία αποτελούσαν τη βάση των πρώιμων εμπορικών συναλλαγών αλλά, καθώς η Ρώμη σταδιακά ενίσχυε την παρουσία της στη Μεσόγειο, η πόλη έγινε το κέντρο μιας μεγάλης αγοράς με ένα ευρύτερο φάσμα αγαθών.

Εκτός από τα σιτηρά και τα άλλα προϊόντα διατροφής, το εμπόριο αφορούσε λινά υφάσματα και αιγυπτιακούς παπύρους, μάρμαρο, κεραμικά και μέλι από την Ελλάδα, αρώματα, μπαχαρικά και πορφύρα από την Συρία και τη Φοινίκη, δέρματα, αλάτι, άλογα και δούλους από τη Γερμανία, την Παννονία και τη Δακία, κρασί, λάδι, και υφάσματα από την Ισπανία και τη Γαλατία, αλλά και άγρια ζώα και ελεφαντόδοντο από την Αφρική και την Ασία.

Οι ριψοκίνδυνοι έμποροι είχαν πολλές ευκαιρίες να αυξήσουν τον πλούτο τους. Αν και η αγορά έμοιαζε να κυριαρχείται από τις εισαγωγές, υπήρχαν πάντα κάποια ιταλικά προϊόντα που ήταν περιζήτητα στο εξωτερικό, όπως τα διάφορα δοχεία και τα μεταλλικά είδη από το Αρέτσο και την Καμπανία, το κρασί και το λάδι της νότιας Ιταλίας, καθώς και τα υφάσματα της βόρειας Ιταλίας.

Το θαλάσσιο εμπόριο ήταν πολύ ανεπτυγμένο, επειδή η χερσαία μεταφορά ήταν χρονοβόρα και, συνεπώς, πιο δαπανηρή. Μολονότι η οικονομία στη ρωμαϊκή περίοδο διατήρησε πολλά χαρακτηριστικά της αρχαιότητας, δίνοντας ελάχιστη σημασία στο νόμο προσφοράς και ζήτησης που διέπει τις σημερινές αγορές, άρχισε να προσεγγίζει τη σύγχρονη οικονομία, όπως φανερώνουν πολλές ενδείξεις: η άνθηση των εμπορικών επιχειρήσεων, ο παραγόμενος πλούτος τους, η δυνατότητα επενδύσεων και η θέσπιση δανείων με γνώμονα το συμφέρον.

Με πληροφορίες από: nationalgeographic