Σύσκεψη της Βοστίτσας (1821)

Η σύσκεψη της Βοστίτσας αποτελείται από πέντε συσκέψεις, οι οποίες έγιναν στις τέσσερις μέρες που διήρκεσε, 26-29 Ιανουαρίου. Έλαβαν μέρος εκτός από τα μέλη της Εφορίας Πελοποννήσου: οι προεστοί Ανδρέας Ζαΐμης, Ασημάκης Φωτήλας, Πανάγος Δεληγιάννης, Γιάννης Παπαδόπουλος ή Μουρτογιάννης, Σωτήριος Θεοχαρόπουλος, Ανδρέας Λόντος, Δημήτριος Μελετόπουλος, Σωτήρης Ιωάννου και άλλοι.

Σύσκεψη της Βοστίτσας (1821)
Ο Ανδρέας Λόντος, στο σπίτι του οποίου κατά πάσα πιθανότητα έλαβε χώρα η Σύσκεψη της Βοστίτσας

Η άφιξη του Παπαφλέσσα στην Πελοπόννησο τον Δεκέμβριο του 1820, αντιμετωπίστηκε με καχυποψία από τους προκρίτους και επίσπευσε την διεξαγωγή της σύσκεψης. Για λόγους ασφαλείας προτιμήθηκε η Μονή Ταξιαρχών ή κατ’ άλλους η οικία του Ανδρέα Λόντου στη Βοστίτσα (Αίγιο). Για να μην γεννηθούν υποψίες στους Τούρκους, διαδόθηκε ότι οι αρχιερείς και οι πρόκριτοι συγκεντρώθηκαν στη Βοστίτσα για να λύσουν κτηματικές διαφορές μεταξύ της Μονής των Ταξιαρχών και του Μεγάλου Σπηλαίου.

Η παρουσία του Παπαφλέσσα ως πατριαρχικού εξάρχου δεν μπορούσε να κινήσει υποψίες γιατί και στο παρελθόν είχε έρθει πατριαρχικός έξαρχος για να διευθετήσει κτηματικές διαφορές. Ο πραγματικός σκοπός, βέβαια, ήταν να εξακριβώσουν οι αρχιερείς και οι πρόκριτοι από τον απεσταλμένο της «Σεβαστής Αρχής» τους σκοπούς της άφιξης του, που από ό,τι είχαν πληροφορηθεί ήταν πολύ επικίνδυνοι.

Την πρώτη μέρα της σύσκεψης ο Παπαφλέσσας τους έδειξε τη συστατική επιστολή του Υψηλάντη και συνιστούσε στους εταίρους της Πελοποννήσου να ακολουθήσουν τις οδηγίες του και να είναι έτοιμοι ώστε μόλις φτάσει εκείνος να αρχίσει η επανάσταση. Παράλληλα χρησιμοποιώντας τη γοητεία των λόγων του προσπάθησε να τους πείσει για το πόσο εύκολο ήταν να πετύχει η επανάσταση. Με ρητορική μεγαλοστομία τους βεβαίωσε πως ξένη δύναμη, αφήνοντας να εννοηθεί πως ήταν η Ρωσία, θα βοηθούσε τους Έλληνες, πως θα πυρπολείτο ο τουρκικός στόλος μέσα στο λιμάνι της Κωνσταντινούπολης από τους επαναστάτες, οι οποίοι μέσα στη γενική σύγχυση θα δολοφονούσαν τον σουλτάνο.

Η μόνη απαραίτητη προϋπόθεση για όλα αυτά ήταν να κινηθούν εγκαίρως οι Πελοποννήσιοι. Οι υποσχέσεις αυτές ενίσχυαν τις επιφυλάξεις και τους δισταγμούς των προυχόντων που ήξεραν καλά πως η Πελοπόννησος ήταν τελείως απροετοίμαστη και διατηρούσαν νωπές στη μνήμη τους τις συμφορές που είχε υποστεί ο τόπος 50 χρόνια πριν, όταν είχε πάλι βασισθεί στις υποσχέσεις για ρωσική βοήθεια.

Έτσι, ο Παλαιών Πατρών Γερμανός έθεσε 8 ερωτήματα:

  • αν όλο το έθνος ήταν σύμφωνο για τη προετοιμαζόμενη εξέγερση,
  • αν υπήρχαν τα αναγκαία μέσα για την επιτυχία της,
  • ποιες ήταν οι πολεμικές δυνάμεις που διέθετε το έθνος,
  • πότε και πού θα γινόταν η έναρξη,
  • ποιες ξένες δυνάμεις είχαν την πρόθεση να βοηθήσουν και με ποιο τρόπο,
  • ποια θα ήταν η στάση των γειτονικών χωρών και ειδικά της Ρωσίας που βρισκόταν σε κατάσταση ειρήνης με την Τουρκία,
  • ποιοι θα ήταν οι Αρχηγοί του Αγώνα,
  • πώς αντιμετωπιζόταν η περίπτωση ανακάλυψης των προετοιμασιών.

Ο Παπαφλέσσας απατώντας αόριστα επανέλαβε ότι η ρωσική βοήθεια ήταν εξασφαλισμένη και η επιτυχία της επανάστασης βέβαιη. Τότε μάλιστα φαίνεται πως τους αποκάλυψε ως ημερομηνία έναρξης της Επανάστασης είχε οριστεί η 25η Μαρτίου, γιορτή του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου.

Στις διαβεβαιώσεις, όμως, του Παπαφλέσσα, ο Ασημάκης Ζαΐμης αντιπαρέθεσε πληροφορίες του για τους δισταγμούς με τους οποίους αντιμετωπιζόταν η κατάσταση και σε άλλα μέρη της Ελλάδας και ιδιαίτερα στα νησιά και επισήμανε τον κίνδυνο που διέτρεχε το έθνος αν όλες οι διαβεβαιώσεις του Παπαφλέσσα ήταν αβάσιμες.

Μετά από φιλονικίες και αντιγνωμίες λύθηκε η σύσκεψη με την απόφαση αναβολής της επανάστασης, επειδή οι περισσότεροι θεώρησαν «τον καιρόν ουκ αρμόδιον». Επίσης αποφασίστηκε να τηρηθεί απόλυτη μυστικότητα για όσα συζητήθηκαν και να αρχίσουν οι προετοιμασίες στις διάφορες επαρχίες. Κατόπιν να στείλουν αντιπροσωπείες στον πρώην μητροπολίτη Άρτας Ιγνάτιο, στην Πίζα, και τον Ιωάννη Καποδίστρια για να πληροφορηθούν τις ρωσικές διαθέσεις, καθώς και στις άλλες περιοχές της Ελλάδας και τα νησιά. Πρόθεση τους ήταν τότε μόνο να επαναστατήσει η Πελοπόννησος, όταν ξεσηκώνονταν και οι άλλες υπόδουλες περιοχές. Επίσης αποφάσισαν να μην μεταβούν στην Τριπολιτσά, σε περίπτωση που τους καλούσαν εκεί οι Τούρκοι, αλλά με διάφορες προφάσεις να παραμείνουν και να κρυφθούν στις επαρχίες τους.

Ως προς την έναρξη της επανάστασης συμφώνησαν ως κατάλληλη ημερομηνία, εκτός από την 25η Μαρτίου, την 23η Απριλίου, γιορτή του Αγίου Γεωργίου, ή την 21η Μαΐου, γιορτή των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης.

Τελικά διατύπωσαν την επιθυμία ο Παπαφλέσσας να αποσυρθεί στο Μοναστήρι της Σιδηρόπορτας, γιατί η παρουσία του και οι λόγοι του θα απέβαιναν σε βάρος της ελληνικής υπόθεσης. Ο Παπαφλέσσας από τη σύσκεψη της Βοστίτσας έφυγε πικραμένος και εξοργισμένος, αφού προηγουμένως φοβέρισε τους προύχοντες πως αν δεν συγκατανεύσουν στην έναρξη της επανάστασης, εκείνος, σύμφωνα με την εντολή της «Σεβαστής Αρχής» θα μισθώσει 2.000 Μανιάτες και θα αρχίσει τον Αγώνα.

Ευτυχώς για την Ελληνική Επανάσταση οι αποφάσεις που ελήφθησαν στη σύσκεψη της Βοστίτσας δεν τηρήθηκαν. Οι φλογεροί λόγοι του αρχιμανδρίτη είχαν ήδη ξεσηκώσει τις ελληνικές καρδιές έτοιμες από χρόνια να δεχθούν το μήνυμα της εξέγερσης. Ο «απατεών και εξωλέστατος καλόγηρος», όπως τον αποκαλεί ο Παλαιών Πατρών Γερμανός στα απομνημονεύματα του, υπήρξε αναμφισβήτητα ο πρωτεργάτης της Επανάστασης στην Πελοπόννησο.

Με πληροφορίες από: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών

7 Σχόλια

Ο σχολιασμός είναι απενεργοποιημένος.