Στον δρόμο Ζητουνίου-Λιβαδειάς

Ενώ η διάσκεψη των πρεσβευτών των μεγάλων Δυνάμεων στον Πόρο τερμάτιζε τις εργασίες της τον Δεκέμβριο του 1828, οι ελληνικές δυνάμεις κατείχαν το μεγαλύτερο μέρος της Στερεάς Ελλάδας, έπειτα και από τις επιτυχείς εκστρατείες του Κίτσου Τζαβέλλα και του Δημητρίου Υψηλάντη. Οι τουρκικές δυνάμεις κατείχαν μόνο την περιοχή στον δρόμο Ζητουνίου-Λιβαδειάς.

Στον δρόμο Ζητουνίου-Λιβαδειάς

Οι Τούρκοι προχώρησαν εύκολα προς τη Βοιωτία, αλλά οι χιλιαρχίες του Υψηλάντη έμειναν άθικτες και αποτραβηγμένες στις ορεινές περιοχές στον κεντρικό δρόμο Ζητουνίου-Λιβαδειάς. Έτσι η Δ’ χιλιαρχία του Γεωργίου Δυοβουνιώτη, αφού εγκατέλειψε το φρούριο της Βουδουνίτσας (Μενδενίτσα) στην ανατολική πλευρά του Καλλιδρόμου όρους, οχυρώθηκε στην περιοχή Σουβάλας (Πολύδροσου), Δαδίου (Αμφίκλειας) και Βελίτσας (Τιθορέας), στο βορειοανατολικό τμήμα του Παρνασσού, όπου και απέκρουσε εχθρική επίθεση. Η Η’ χιλιαρχία του Διονυσίου Ευμορφόπουλου αποτραβήχτηκε προς την παραλία Λοκρίδας και κατέφυγε στο Γαϊδουρονήσι (στον κόλπο της Αταλάντης). Η ΣΤ’ χιλιαρχία του Βάσου Μαυροβουνιώτη αποσύρθηκε στο Μαρτίνο καισ τη Μαλεσίνα στη νοτιοανατολική Λοκρίδα. Μόνο ένα μικρό τμήμα άτακτου ιππικού υπό τον Αν. Παπάζογλου αντέταξε σθεναρή άμυνα στο Κασνέζι, δίνοντας έτσι χρόνο στον άμαχο πληθυσμό να διαφύγει.

Η Β’ χιλιαρχία του Χριστόδουλου Χατζηπέτρου, που κατείχε την περιοχή Λιβαδειάς και Πέτρας, εγκατέλειψε τόσο την πόλη της Λιβαδειάς όσο και τη θέση της Πέτρας και συμπτύχθηκε στο Στεβένικο. Μικρά όμως τμήματα της τελευταίας αυτής χιλιαρχίας, με σειρά από ενέδρες και μικροσυμπλοκές, παρενοχλούσαν τις εχθρικές δυνάμεις και ανάγκαζαν τον κύριο όγκο τους να παραμείνει στη Λιβαδειά.

Στο μεταξύ ο Υψηλάντης μετακινήθηκε με το στρατηγείο του και τη φρουρά του από την Αράχωβα και το Ζεμενό και κατέλαβε τη Δαύλεια. Έτσι οι Τούρκοι του Μαχμούτ, που βρίσκονταν στη Θήβα, δεν άργησαν να βρεθούν σε δύσκολη θέση, γιατί από τη μία η επικοινωνία της Λιβαδειάς με τη Θήβα είχε αποκοπεί και από την άλλη ο ανεφοδιασμός τους ήταν δύσκολος, επειδή οι εφοδιοπομπές τους προς τη Λιβαδειά εμποδίζονταν και κατακόβονταν. Τέλος η βαρυχειμωνιά που ξέσπασε την ίδια εποχή έκανε ακόμη πιο δύσκολη τη θέση τους.

Για να αντιμετωπίσουν την παραπάνω κατάσταση οι Τούρκοι της Λιβαδειάς αποφάσισαν, σε συνεννόηση με τον Ομέρ πασά της Εύβοιας, να επιτεθούν εναντίον των ελληνικών θέσεων στο Μαρτίνο, για να ανοίξουν το δρόμο προς την Εύβοια. Επειδή, όμως, λόγω της κακοκαιρίας, άργησε να κινηθεί ο Ομέρ πασάς, την επιχείρηση αυτή την πραγματοποίησαν στις 29 Ιανουαρίου μόνοι τους οι Τούρκοι της Λιβαδειάς με δύναμη 3.000 πεών και 500 ιππέων, οι οποίοι παρά τις τρεις σφοδρές επιθέσεις τους δεν μπόρεσαν να ανατρέψουν την ΣΤ’ χιλιαρχία του Μαυροβουνιώτη που ήταν οχυρωμένη στο χωριό. Τελικά ο Μαχμούτ υποχώρησε αφήνοντας 200 νεκρούς στο πεδίο της μάχης. Η σοβαρή αυτή ήττα των Τούρκων στο Μαρτίνο ανέκοψε οριστικά την ορμή της προέλασης τους.

Με πληροφορίες από: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών

Υποβολή απάντησης

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *