Με την έκρηξη της Ελληνικής Επανάστασης στην Μολδοβλαχία και αργότερα στην κυρίως Ελλάδα, οι Τούρκοι ενέτειναν την προσοχή τους στην Κύπρο, φοβούμενοι μεταφορά της επανάστασης στο νησί. Οι φόβοι των Τούρκων ενισχύθηκαν, όταν έπεσαν στα χέρια τους επαναστατικές προκηρύξεις που έφερε στην Κύπρο ο μητροπολίτης Θεόφιλος Θησέως, συγγενής του αρχιεπισκόπου Κυπριανού. Τότε ο Τούρκος διοικητής Κιουτσούκ Μεχμέτ ζήτησε από το σουλτάνο την αποστολή στρατευμάτων για την ενίσχυση των δυνάμεων του, ενώ υπέβαλε ένα κατάλογο με 486 άτομα, τα οποία ήθελε να εκτελέσει.

Ο εκτεταμένος κατάλογος προγραφών που υπέβαλε ο Κιουτσούκ, σύμφωνα με μελετητές δεν είχε σχέση με επαναστατική δράση των προγραφέντων αλλά με το οικονομικό τους εκτόπισμα. Σύμφωνα με τον υπάρχοντα τότε νόμο, αμέσως μετά την εκτέλεση οι περιουσίες τους θα δημεύονταν, τις οποίες ο διοικητής ήθελε να καρπωθεί.
Ο σουλτάνος απέστειλε 4.000 γενίτσαρους στο νησί, ωστόσο αρνήθηκε να εγκρίνει τον κατάλογο των προγραφών. Στη συνέχεια και μετά τις επιτυχίες των επαναστατών στην Ελλάδα, συγκατάνευσε. Ο Κιουτσούκ Μεχμέτ με διάφορες προφάσεις κάλεσε τους προκρίτους και στη Λευκωσία, όπου συγκεντρώθηκαν τελικά οι περισσότεροι. Ένας μικρός αριθμός προκρίτων κρύφτηκε σε προξενεία στη Λάρνακα και φυγαδεύτηκε στο εξωτερικό. Ευκαιρία διαφυγής είχε και ο αρχιεπίσκοπος Κυπριανός, ο οποίος είτε γιατί πίστευε ότι ο Κιουτσούκ δεν θα έφτανε στα άκρα, είτε γιατί ήθελε να προστατεύσει το ποίμνιο του, έμεινε στη Λευκωσία.
Η μεγάλη σφαγή των προκρίτων άρχισε στις 9 Ιουλίου 1821. Εκείνη την ημέρα απαγχονίστηκαν ο αρχιεπίσκοπος Κυπριανός και ο αρχιδιάκονος Μελέτιος και καρατομήθηκαν τρεις μητροπολίτες Πάφου Χρύσανθος, Κιτίου Μελέτιος και Κυρήνειας Λαυρέντιος, ο προύχοντας Γεώργιος Μασούρας και ο βοσκός Δημήτριος από τον Άγιο Ιωάννη Μαλούντας. Οι εκτελέσεις συνεχίστηκαν και τις επόμενες μέρες, ανεβάζοντας τον αριθμό σε 470.
Οι Κύπριοι κληρικοί και λαϊκοί που κατάφεραν να διαφύγουν της σφαγής συγκεντρώθηκαν μερικούς μήνες αργότερα στη Ρώμη, από όπου στις 6 Δεκεμβρίου 1821 εξέδωσαν προκήρυξη καταδικάζοντας τις τουρκικές βιαιότητες στο νησί τους και διακήρυσσαν την απόφαση τους να αγωνιστούν για τη ελευθερία τους. Μετά τις σφαγές της 9ης Ιουλίου πολλοί Κύπριοι εγκατέλειψαν το νησί και εγκαταστάθηκαν σε περιοχές της Ελεύθερης Ελληνικής Επικράτειας και σε ευρωπαϊκές περιοχές. Από όπου κι αν βρίσκονταν προσέφερε ποικιλόμορφες υπηρεσίες στον Αγώνα αναλαμβάνοντας διάφορες αποστολές. Ένας αριθμός Κυπρίων δημιούργησε τον «Λόχο Κυπρίων», ο οποίος είχε δική του σημαία.
Με πληροφορίες από: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών