Η σπαρτιατική οικονομία ήταν κατ’ εξοχήν αγροτική. Ακρογωνιαίος λίθος της οικονομίας της ήταν το μέγεθος και η ποιότητα των αγροτικών γαιών. Μεταξύ του 9ου και του 7ου αιώνα π.Χ. οι Σπαρτιάτες κέρδισαν τον έλεγχο του συνόλου του εδάφους, όχι μόνο της Λακωνίας, αλλά και της Μεσσηνίας. Βιοτεχνία και εμπόριο ήταν περιφερειακές ασχολίες.
Σπαρτιατική οικονομία
Αγροτική οικονομία
Το μεγαλύτερο τμήμα της αχανούς αυτής έκτασης ήταν ιδιωτικό και ανήκε στους πολίτες της Σπάρτης τους «Σπαρτιάτες». Οι Σπαρτιάτες ήταν εισοδηματίες γαιοκτήμονες και όλοι τους ζούσαν μέσα στη Σπάρτη συχνά σε σημαντική απόσταση από τα κτήματα τους. Η ζωή τους όλη ήταν αφιερωμένη στις πολιτικές και στρατιωτικές υποθέσεις της πόλης και δεν χρειαζόταν να ασχοληθούν με χειρωνακτικές και αγροτικές εργασίες. Τα κτήματα τους καλλιεργούσε κυρίως ο γηγενής πληθυσμός των δούλων, οι είλωτες. Τα δικαιώματα κάθε Σπαρτιάτη επί των ειλώτων που εργάζονταν στα κτήματα του περιστέλλονταν από τη σημαντική περί κολεκτίβας πρόνοια του καθεστώτος υποτέλειας των ειλώτων.
Οι οικογένειες των ειλώτων ήταν κατά πάσα πιθανότητα δεμένες με συγκεκριμένα κομμάτια γης, τα οποία συνέχιζαν να καλλιεργούν ακόμη όταν τα χωράφια αυτά άλλαζαν χέρια και περνούσαν από τον έναν Σπαρτιάτη στον άλλο. Έτσι, δεν υφίστατο εμπόριο ειλώτων και μόνο περιορισμένος αριθμός δούλων αγοράζονταν έξω από την σπαρτιατική κοινωνία.
Η έτερη μεγάλη ομάδα της σπαρτιατικής επικράτειας ήταν ο ελεύθερος πληθυσμός, που ήταν γνωστός με το όνομα «περίοικοι» και κατοικούσαν στις ορεινές και στις παράκτιες περιοχές. Παλαιότερες περιγραφές ανέφεραν ότι οι οικονομικές δραστηριότητες των περιοίκων περιστρέφονταν γύρω από τη βιοτεχνία και το εμπόριο. Είναι αλήθεια ότι οι περίοικοι εκμεταλλεύονταν τέτοιες θεσούλες, μιας και οι Σπαρτιάτες ήταν πολεμιστές και οι είλωτες ασχολούνταν με τις αγροτικές ασχολίες.
Ωστόσο, πρόσφατη έρευνα έδειξε ότι ο πληθυσμός των περιοίκων ήταν διαφοροποιημένος. Οι περισσότεροι περίοικοι κυρίως όσοι κατοικούσαν στα μεσόγεια χωριά ζούσαν από την γεωργία είτε ως εργαζόμενοι αγρότες είτε ως αργόσχολοι γαιοκτήμονες. Μόνο σε μεγάλες κοινότητες περιοίκων ή σε εκείνες που βρίσκονταν κοντά σε σημαντικά λιμάνια, μεγάλη μερίδα πληθυσμού είχε ευκαιρίες να ασχοληθεί με τη βιοτεχνία και το εμπόριο. Οι γενικώς περιορισμένες ευκαιρίες για τέτοιες δραστηριότητες ήταν αποτέλεσμα του μεγάλου βαθμού αυτάρκειας της περιοχής: σε εργατικά χέρια δούλων, σε αγροτικά και κτηνοτροφικά προϊόντα και σε σιδηρομετάλλευμα.
Δημόσια οικονομικά
Η δημοσιονομική πολιτική της Σπάρτης ήταν σχετικά μη ανεπτυγμένη. Στις περισσότερες ελληνικές πόλεις τα δημόσια οικονομικά ήταν συνάρτηση του βαθμού σύνθεσης του κράτους, των στρατιωτικών υποχρεώσεων του, και του εύρους των δημόσιων υπηρεσιών. Κατά το μεγαλύτερο διάστημα της αρχαϊκής και της κλασικής περιόδου, οι δημόσιες δαπάνες της Σπάρτης στους τομείς της άμυνας, της εσωτερικής διοίκησης και της αγοράς τροφίμων ήταν σχετικά χαμηλές. Με ναυτικές επιχειρήσεις περιστασιακές και μικρής κλίμακας, έναν στρατό ξηράς που λειτουργούσε μέσω επιτάξεων και προσωπικής θητείας και δίχως ειδικές αστυνομικές δυνάμεις ή οχυρά, που να απαιτούν συντήρηση, οι οικονομικές απαιτήσεις των ενόπλων δυνάμεων της Σπάρτης την εποχή πριν από τον Πελοποννησιακό πόλεμο ήταν μικρές.
Σε ό,τι αφορά την εσωτερική διοίκηση, η περιορισμένη έκταση των δημόσιων κτιρίων και το γεγονός ότι δεν προβλεπόταν μισθός για τους κρατικούς αξιωματούχους, συγκράτησε γενικά το κόστος σε χαμηλά επίπεδα. Εν τέλει, σε ένα κράτος με πλούσιες αγροτικές γαίες, δεν χρειαζόταν να γίνουν δαπάνες για εισαγωγή τροφίμων.
Σε αντίθεση με την Αθήνα του 5ου αιώνα π.Χ., που εισέπραττε φόρο από τους συμμάχους της, οι εταίροι της Σπάρτης στην Πελοποννησιακή Συμμαχία συνεισέφεραν με ανθρώπινο δυναμικό και όχι με χρήματα. Όταν η Σπάρτη είχε αυτοκρατορικές κτήσεις κατά τα τέλη του 5ου και αρχές του 4ου αιώνα π.Χ., η πόλη επιχείρησε να επιβάλλει έκτακτους στρατιωτικούς φόρους στους πολίτες της. Όπως σημειώνει ο Αριστοτέλης στα Πολιτικά του, οι περισσότεροι δεν πλήρωναν. Το δημόσιο ταμείο έπασχε από χρόνια έλλειψη πόρων. Για τις υπερπόντιες επιχειρήσεις η Σπάρτη ήταν υποχρεωμένη να βασιστεί στις ξένες πηγές χρηματοδότηση, όπως οι περσικές επιχορηγήσεις που της επέτρεψαν να νικήσει τον Πελοποννησιακό πόλεμο.
Σπαρτιατικές συναλλαγές
Η αρχέτυπη μορφή των συναλλαγών στην σπαρτιατική οικονομία ήταν η προσφορά δώρων. Η προσφορά δώρων δεν περιελάμβανε νομίσματα και ήταν ενταγμένη σε ένα πλαίσιο κοινωνικότητας και είναι εμφανής σε διάφορους τομείς της σπαρτιατικής ζωής. Στα συσσίτια οι πολίτες δεν ξόδευαν χρήματα για τους συνδαιτημόνες τους. Αντίθετα οι πλούσιοι διέθεταν σταρένιο ψωμί και οι κυνηγοί τα θηράματα τους. Οι βασιλείς τιμούσαν άλλους Σπαρτιάτες, μοιραζόμενοι τη δεύτερη μερίδα τους. Κατά κανόνα, ο βασιλιάς Αγησίλαος δώριζε ένα βόδι και ένα μανδύα στα νεοεκλεγμένα μέλη της Γερουσίας. Σε ορισμένους τομείς της κοινωνικής ζωής άλλων πόλεων γινόταν χρήση νομισμάτων, σε αντίθεση με τη Σπάρτη. Χρηματικά έπαθλα και υλικά βραβεία δίνονταν στους νικητές αθλητικών αγώνων σε διάφορες πόλεις, όχι όμως και στη Σπάρτη, όπου η μόνη επιβράβευση για τους Ολυμπιονίκες ήταν η τιμή να αγωνιστούν με την προσωπική φρουρά του βασιλιά. Στην Αθήνα η προίκα δινόταν με μετρητά, στη Σπάρτη με γη.