Αφορμή για την εκστρατεία των Αθηναίων στη Σικελία στάθηκε η διαφορά μεταξύ των δύο πόλεων, της Εγέστας και του Σελινούντα. Μετά τη σύναψη συμμαχίας του Σελινούντα με τις Συρακούσες, η Εγέστα ζήτησε την βοήθεια της Αθήνας με την οποία διατηρούσε φιλικές σχέσεις. Και κάπως έτσι ο Πελοποννησιακός πόλεμος επεκτάθηκε και στη Σικελία.
Η ιστορία των Ελλήνων της Δύσης είναι πολύ λίγο γνωστή. Αν και ο πολιτισμός τους έχει αρκετά διαφωτισθεί χάρη στις αρχαιολογικές ανασκαφές, η πολιτική τους ιστορία, η οικονομική τους εξέλιξη, οι σχέσεις τους με τη Ρώμη, την Καρχηδόνα και την μητροπολιτική Ελλάδα είναι γνωστές αποσπασματικά, λόγω της ανεπάρκειας των πηγών. Κατά το δεύτερο μισό του 5ου π.Χ. αιώνα δεν συμβαίνουν στον Ελληνισμό της Δύσης γεγονότα γενικότερης σημασίας.
Η ιστορία της Σικελίας χαρακτηρίζεται περισσότερο από την επικράτηση των Συρακουσών γύρω στο 445π.Χ. Μια σειρά γεγονότων, που εκτείνονται από την μάχη της Ιμέρας το 445π.Χ., οδήγησαν στην ηγεμονία της σικελικής αυτής πόλης στο νησί: πτώση των τυράννων και εγκαθίδρυση της δημοκρατίας σε όλες σχεδόν τις πόλεις της Σικελίας και της Κάτω Ιταλίας, αγώνες εναντίον των μισθοφόρων των τυράννων, που μετά την ανατροπή της τυραννίδας αποτέλεσαν αυθύπαρκτο κίνδυνο για τις πόλεις, αγώνες εναντίον των αυτόχθονων Σικελών, οι οποίοι με αρχηγό τον Δουκέτιο πέτυχαν να δημιουργήσουν μεγάλο αυτόνομο κράτος. Τελικά οι νίκες των Συρακουσών εναντίον του Ακράγαντα και των Σικελών καθιέρωσαν την ηγεμονία της πόλης σχεδόν σε ολόκληρη τη Σικελία.
Γενικά οι πόλεις της Σιελίας δεν είχαν τη διάθεση να αναμειχθούν στους πολέμους της μητροπολιτικής Ελλάδας. Οι συμπάθειες και οι αντιπάθειες τους παρέμεναν θεωρητικές. Οι δωρικές πόλεις ωστόσο, όπως ο Τάραντας και οι Συρακούσες, διευκόλυναν την εξαγωγή δημητριακών στην Πελοπόννησο, αλλά και αυτές δεν σκόπευαν να αναμειχθούν στους πολέμους στην Ελλάδα παρά τις συμμαχίες που είχαν συνάψει στις αρχές του Πελοποννησιακού πολέμου. Οι Σπαρτιάτες τους είχαν ζητήσει πλοία, τα οποία δεν δόθηκαν ποτέ.
Οι πόλεις της Μεγάλης Ελλάδας ήταν κουρασμένες και εξαντλημένες από τους μεταξύ τους πολέμους και τις κομματικές έριδες. Ζούσαν επίσης κάτω από την απειλή των μη ελληνικών λαών, των Σικελών και των Καρχηδονίων στη Σικελία, των Καμπανών, των Τυρρηνών και άλλων ιταλικών λαών. Έτσι το 421π.Χ. η Κύμη, το προχωρημένο φυλάκιο του Ελληνισμού στη δυτική ακτή της Ιταλίας υπέκυψε στην πίεση των Καμπανών.
Οι έριδες ανάμεσα στις ελληνικές πόλεις της Σικελίας είχαν ως αιτία τις προσπάθειες των Συρακουσίων να κυριαρχήσουν σε ολόκληρη τη Σικελία. Οι επιδιώξεις αυτές και τα πλούτη της πόλης προκαλούσαν τον φθόνο και και τον φόβο των γειτόνων: ιδιαίτερα η Εγέστα, οι Λεοντίνοι, η Κατάνη, η Νάξος και το Ρήγιο ανησυχούσαν για την ελευθερία και την αυτονομία τους.
Όλες οι σικελικές πόλεις, όσες είχαν λόγο να φοβούνται τις Συρακούσες στράφηκαν στη Αθήνα, που είχε επίσης βλέψεις στην Δύση. Ίσως το παλαιό σχέδιο του Θεμιστοκλή για μετανάστευση στο Σίρι, κατά τις παραμονές της ναυμαχίας της Σαλαμίνας να μην είχε τελείως ξεχασθεί. Ίσως επίσης το δημογραφικό πρόβλημα και ο επισιτισμός της Αθήνας να επέβαλαν την κατάκτηση, για αποικισμό, μιας μεγάλης χώρας με άφθονα σιτηρά. Η επιχείρηση στην Αίγυπτο είχε αποτύχει και η ΑΘηνα έπρεπε να αναζητήσει αλλού φθηνό και άφθονο σιτάρι. Το 454π.Χ. έκλεισε συμφωνία με την Εγέστα και λίγο αργότερα με τις Αλικυές.
Το 444π.Χ., η Αθήνα ίδρυσε στην Κάτω Ιταλία του Θούριους, με συμμετοχή πολλών ελληνικών πόλεων. Η αποικία αυτή εξυπηρετούσε την πανελλήνια πολιτική του Περικλή και αποσκοπούσε να χρησιμεύσει ως αθηναϊκή βάση εμπορική και στρατιωτική στη Δύση για να εξουδετερώσει τον δωρικό Τάραντα. Σχεδόν την ίδια εποχή η ΑΘήνα έκλεισε συμφωνία με το Ρήγιο και τους Λεοντίνους, ίσως και με την Κατάνη και τη Νάξο.
Η ίδρυση των Θουρίων, οι συμμαχίες με την Εγέστα, τους Λεοντίνους και το Ρήγιο, η επιμαχία με την Κέρκυρα αργότερα, καθώς και η προγενέστερη εγκατάσταση των Μεσσηνίων στη Ναύπακτο δείχνουν πώς ήδη υπήρχε μια πολιτική αθηναϊκής επέκτασης στη Δύση. Η πολιτική αυτή εμπνευσμένη σε μεγάλο βαθμό από τον Περικλή, οδήγησε στην σύγκρουση με την Κόρινθο και υπήρξε μία από τις βασικές αιτίες του Πελοποννησιακού πολέμου.
Μια πρώτη ευκαιρία για αθηναϊκή επέμβαση στη Σικελία έδωσε η επίθεση των Συρακουσών εναντίον των Λεοντίνων το 427π.Χ. Η Αθήνα εξεστράτευσε τότε για να βοηθήσει τους συμμάχους της Λεοντίνους και Ρηγίνους. Στο συνέδριο της ειρήνης στη Γέλα καθιερώθηκε η αρχή «η Σικελία για τους Σικελιώτες» και οι Αθηναίοι στρατηγοί, που επέστρεψαν στην Αθήνα μετά την ειρήνη, καταδικάσθηκαν γιατί δεν πέτυχαν να δημιουργήσουν ένα στερεό προγεφύρωμα στη Σικελία.
Αλλά οι Σικελιώτες δεν άργησαν να αντιληφθούν ότι η παραπάνω αρχή ήταν στην πράξη ανεφάρμοστη, εφόσον δεν δέχονταν οι άλλες πόλεις την ηγεμονία και την κυριαρχία των Συρακουσών σε ολόκληρο το νησί. Δύο χρόνια από την ειρήνη της Γέλας οι Συρακούσες επανέλαβαν τον αγώνα εναντίον των χαλκιδικών αποικιών της Σικελίας, αρχίζοντας από τους Λεοντίνους. Έτσι αναμείχθηκαν τα εσωτερικά της πόλης και εξόρισαν τους αρχηγούς των δημοκρατικών. Αλλά από πλεονεξία και κερδοσκοπία διέπραξαν το πολιτικό λάθος να θίξουν τα οικονομικά συμφέροντα των πλουσίων και των ολογαρχικών. Αποτέλεσμα αυτών των άστοχων πολιτικών ενεργειών των Συρακουσίων ήταν να επιτευχθεί η πολιτική ενότητα των Λεοντίνων, οι οποίοι στράφηκαν έπειτα εναντίον των Συρακουσών.
Η Αθήνα προσπάθησε να ξεσηκώσει ολόκληρη τη Σικελία για να σώσει τους Λεοντίνους, όμως τα αποτελέσματα των ενεργειών της υπήρξαν μικρά. Ο Αθηναίος πρέσβης Φαίαξ δεν κατάφερε να δημιουργήσει μια μεγάλη συμμαχία αντίβαρο στο κράτος των Συρακουσών. Μόνο η Καμάρινα, ο Ακράγαντας και οι Επιζεφύριοι Λοκροί έδειξαν διάθεση να ταχθούν με την Αθήνα. Ο Φαίαξ είχε κάποια επιτυχία στους αυτόχθονες Σικελούς. Λίγο αργότερα οι Συρακούσιοι τάχθηκαν εναντίον της Εγέστας στη διαφορά της με τον Σελινούντα.
Οι Αθηναίοι έβλεπαν τη θέση τους στη Δύση να κλονίζεται. Η επιρροή τους στη Σικελία και στη Δύση έτεινε να εκλείψει. Δεν μπορούσαν να στηριχθούν στους Θούριους, όπου οι πολιτικοί, κοινωνικοί και φυλετικοί αγώνες ανάμεσα στους αποίκους της εμπόδιζαν το αθηναϊκό όσο και το φιλοαθηναϊκό στοιχείο να παίξουν αποφασιστικό ρόλο.
Οι Αθηναίοι φοβήθηκαν τη δημιουργία ενός μεγάλου κράτους των Συρακουσών που θα στήριζε οικονομικά -ιδιαίτερα στον επισιτισμό- και πιθανώς και στρατιωτικά την Πελοποννησιακή συμμαχία. Φοβήθηκαν ίσως μήπως ενωμένος από τις Συρακούσες Ελληνισμός της Δύσης επιβληθεί στην Αθήνα και την συμμαχία της. Η επέμβαση που πρότεινε ο Αλκιβιάδης, ο νεοεισερχόμενος στην πολιτική σκηνή της Αθήνας, τοποθετείται μέσα στην γενικότερη επεκτατική πολιτική της Αθήνας προς τη Δύση, που είχαν προβλέψει ή υποστηρίξει, ο καθένας σε διαφορετικό βαθμό και με διαφορετικό τρόπο, οι μεγάλοι πολιτικοί της Αθήνας ο Θεμιστοκλής, ο Περικλής, ακόμα και ο Κλέων.
Αυτή όμως η επέμβαση της Αθήνας στη Σικελία θα καταλήξει σε ολοκληρωτική καταστροφή για το εκστρατευτικό σώμα των Αθηναίων και των συμμάχων. Η Αθήνα επίσης εξαντλήθηκε οικονομικά με την προσπάθειά της να συντηρήσει στρατό και στόλο. Ενώ αγωνίστηκε για την ηγεμονία όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και σε ολόκληρη την ανατολική Μεσόγειο, που έτεινε να την μεταβάλει σε αθηναϊκή θάλασσα, μετά την εκστρατεία στη Σικελία, βρέθηκε στην ανάγκη να αγωνισθεί ακόμη και για την ίδια της την ύπαρξη και την επιβίωσή της για εννέα χρόνια.
Με πληροφορίες από: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους