Ριζωμένοι στην θρησκευτική ζωή των Ελλήνων ήταν και οι αθλητικοί αγώνες οι οποίοι μετά τα μηδικά άρχισαν γοργά να χειραφετούνται δίνοντας υπόσταση στην αυτόνομη καλλιέργεια του αγωνιστικού πνεύματος που εξελίχθηκε σε αληθινό πάθος της ελληνικής φυλής. Η αθλητική αναμέτρηση και η επίδειξη της σωματικής ρώμης που γίνονταν στα πανελλήνια ιερά, έχει ένα κοινό γνώρισμα με τα αγάλματα που στήνονταν στα ίδια ιερά: ήταν «προσφορά» στους θεούς.

Η αγωνιστική αναμέτρηση των ανθρώπων στις πανελλήνιες πανηγύρεις αποτελούσε μια ευάρεστη προσφορά για ένα θεό ή ήρωα: η ίδια η συγκέντρωση πολλού κόσμου ήταν μια τιμητική εκδήλωση για τον θεό ή τον ήρωα. Η λέξη «αγών» σημαίνει απλώς «συγκέντρωση κόσμου». Όσο μεγαλύτερη ήταν η συγκέντρωση τόσο περισσότερο έχαιρε ο θεός ή ο ήρωας.
Ανάμεσα στους συγκεντρωμένους πολλοί είχαν εξαιρετικές ικανότητες του σώματος και ο «αγών» έδινε την ευκαιρία να τις επιδείξουν. Η επίδειξη, όπως έτερπε τους ανθρώπους έτσι έτερπε και τους θεούς και τους ήρωες. Ήταν ένα είδος προσευχής ή δοξολογίας. Στους πανελλήνιους αγώνες τέρψη παρείχε στους θεούς το τέλειο, γυμνό προβαλλόμενο, ανθρώπινο σώμα του ελεύθερου ανθρώπου και η ρώμη του, τέρψη και τα πνευματικά του δημιουργήματα, ιδίως ποιήματα και μουσικές συνθέσεις που επίσης προβάλλονταν στους συγκεντρωμένους.
Ολύμπια
Όλα τα πανελλήνια ιερά έχουν για πυρήνα τους μια τοπική λατρεία, χάριν της οποίας συγκεντρώνονταν οι περίοικοι. Όταν η φήμη ενός ιερού ξεπερνούσε τα τοπικά όρια, εδραιωνόταν η παράδοση ότι όχι μόνο το ιερό, αλλά και οι αθλητικοί αγώνες είχαν ιδρυθεί από τους θεούς ή τους ήρωες και μάλιστα ότι οι πρώτοι θεοί και οι ήρωες είχαν λάβει μέρος στους αγώνες. Η ίδρυση του πυθικού ιερού ήταν έργο του ίδιου του θεού, ο οποίος οδήγησε εκεί Κρήτες από την Κνωσό και τους φανέρωσε το δελφικό άδυτο. Για τους ολυμπιακούς αγώνες, που ήταν οι επισημότεροι, υπήρχε η μηνιαία ιερή ανακωχή, η οποία είχε καθιερωθεί από τα προϊστορικά χρόνια, για να δίνεται η ευχέρεια σε αθλητές και θεατές να λαμβάνουν μέρος ή να παρακολουθούν τους αγώνες, όπως σε ιεροτελεστία.
Κατά τη συμβατική χρονολογία της πρώτης Ολυμπιάδας (776π.Χ.) υπήρχε μόνο αγώνας δρόμου ενός ολυμπιακού σταδίου (192,27μ). Κατά τη θυσία οι συγκεντρωμένοι περίοικοι στεφάνωναν με κλαδί ιερής αγριελιάς (κοτίνου) τον πιο ευκίνητο προσκυνητή που είχε ξεπεράσει τους άλλους στο τρέξιμο.
Είτε κάθε χρόνο γινόταν αυτό στην αρχή, (οπότε η συμβαική χρονολογία πρέπει να τοποθετηθεί στον 7οπ.Χ. αιώνα και όχι στον 8ο), είτε κάθε πέμπτο χρόνο, όπως αργότερα, τα αθλητικά αγωνίσματα διαρκώς πολλαπλασιάζονταν και διαρκώς προσείλκυαν περισσότερους αθλητές. Έτσι αναπόφευκτο ήταν να αποκτήσουν τα αγωνίσματα με τον καιρό τη πρωταρχική θέση στην πανήγυρη.
Όπως στις καλλιτεχνικές εκδηλώσεις, το αισθητικό ενδιαφέρον υπήρξε υστερογενές, αλλά νίκησε το λατρευτικό, έτσι και στους πανελλήνιους αγώνες το πνεύμα του αθλητισμού γεννήθηκε αργότερα, αλλά αποσπάσθηκε από τη λατρεία και έγινε επίδοση αυτόνομη, με εντελώς τυπική σχέση προς τη θρησκεία. Και η τυπική αυτή σχέση θα είχε εξαφανισθεί αν το αθλητικό πνεύμα δεν καλλιεργούνταν μέσα σε ιερά θεών και κατά τη διάρκεια θρησκευτικών πανηγύρεων.
Η βαθμιαία αποξένωση των αγώνων από την λατρεία καθρεφτίζεται στην ιστορία του σταδίου της Ολυμπίας: στα παλαιότερα χρόνια το στάδιο ήταν μέρος του ιερού. Οι θεατές μπορούσαν από τον ναό ή τον μεγάλο βωμό του Δία να περάσουν στο στάδιο και να παρακολουθήσουν τους αγώνες καθισμένοι στις τρεις πλευρές του που είχαν διαρρυθμιθεί σε επικλινή επίπεδα. Η δυτική πλευρά, όπου ήταν η άφεσις, έμενε ανοιχτή και επομένως το στάδιο δεν ήταν ξεκομμένο από το ιερό. Αποχωρίστηκε με το κτίσιμο της στοάς της Ηχούς και με την κατασκευή τέταρτου επικλινούς επιπέδου στη δυτική πλευρά του σταδίου.
Η μαρτυρία του Θουκυδίδη ότι κατά τον 5οπ.Χ. αιώνα οι αθλητές άρχισαν να αγωνίζονται στην Ολυμπία εντελώς γυμνοί, είναι μια άλλη απόδειξη ότι κατά τα μέσα του 5ου π.Χ. αιώνα οι αγώνες άρχισαν αποφασιστικά να απομακρύνονται από το συντηρητικό πνεύμα της λατρείας και να γίνονται καθαρά αθλητική εκδήλωση.
Πύθια
Το δεύτερο μεγάλο ή πανελλήνιο ιερό ήταν του Απόλλωνα στους Δελφούς, γνωστό ήδη από την Ιλιάδα για τον πλούτο των αναθημάτων του. Τα Πύθια, εορτή ενναετηριακή, κατά την παράδοση, μέχρι το 582π.Χ. έγινε ύστερα πεντετηρική. Αγωνίζονταν στην αρχή μόνο ποιητές ύμνων και συνθέτες θρησκευτικής μουσικής, προκηρύσσονταν έπαθλα για κιθαρωδία, έπειτα για το παίξιμο αυλού και για άσμα με συνοδεία αυλού. Από τα 582π.Χ. άρχισαν οι ιππικοί αγώνες και με τον καιρό πολλά από τα γυμνικά αγωνίσματα που γίνονταν και στην Ολυμπία. Ως πεντετηρικός αγώνας τα Πύθια συνέπιπταν με την αρχή του τρίτου έτους της Ολυμπιάδας.
Ίσθμια
Τα Ίσθμια, αγώνα τριετηρικός, συνδέεται με τον ναό του Ίσθμιου Ποσειδώνα. Φαίνεται όμως ότι η πανήγυρη και οι αγώνες δεν ξεκίνησαν από την εορτή του Ποσειδώνα. Στην ίδια θέση υπήρχε ιερό του Παλαίμονος ή Μελικέρτη. Για τον Παλαίμονα υπήρχε μυστηριακή λατρεία και νυχτερινή θρησκευτική τελετή. Οι αγώνες οργανώνονταν στην αρχή προς τιμήν του Παλαίμονα. Το Παλαιμόνιο των ρωμαϊκών χρόνων ήταν θεμελιωμένο πάνω στην παλαιά αφετηρία του σταδίου. Με τον Παλαίμονα συνδεόταν και η ιερά πίτυς (κουκουναριά φυτρωμένη κοντά στον βωμό του), της οποίας τα κλαδιά γίνονταν στεφάνια για τους νικητές των Ισθμίων. Ωστόσο οι αθηναϊκές παραδόσεις παρουσίασαν τον Θησέα ως οργανωτή της εορτής των Ισθμίων προς τιμήν του Ποσειδώνα.
Νέμεια
Τα Νέμεια πριν γίνουν εορτή του Δία πανηγυρίζονταν προς τιμήν ενός ήρωα του Οφέλτη, μικρού παιδιού, γιου του τοπικού ηγεμόνα ή ιερέα Λυκούργου κατά τους αργείτικους μύθους, οι «επτά στρατηγοί» μεταξύ των οποίων ο Άδραστος και ο Πολυνείκης βαδίζοντας από το Άργος κατά της Θήβας, πέρασαν από τη Νεμέα, και, επειδή διψούσαν, ζήτησαν από την τροφό του Οφέλτη Υψιπύλη να τους δείξει μια πηγή. Η Υψιπύλη άφησε για λίγο μέσα στα χόρτα τον Οφέλτη και ο δράκος που φρουρούσε την πηγή θανάτωσε το παιδί.
Οι επτά στρατηγοί πριν εγκαταλείψουν τη Νεμέα, οργάνωσαν τους πρώτους αγώνες προς τιμήν του Οφέλτη που τον μετονόμασαν αρχέμορο (δηλαδή αρχή της μοιραίας περιπέτειας που θα απέληγε στον θάνατό τους). Ως πανελλήνιοι αγώνες τα Νέμεια γίνονταν κάθε δύο χρόνια προς τιμήν του νεμείου Διός πρώτα στο μεταξύ Κλεωνών και Φλιούντος ιερό του θεού και ύστερα στο Άργος (χωρίς θρησκευτικό περεχόμενο).
Δήλια
Τα Δήλια, τοπική εορτή της Δήλου και των γύρω νήσων, πανηγυρίζονταν την πρώιμη άνοιξη πρς τιμήν του πατρώου θεού των Ιώνων, ο οποίος κατά την παράδοση είχε γεννηθεί στη Δήλο. Γίνονταν θυσίες προς τιμήν του Απόλλωνα, της Αρτέμιδος και της Λητούς και ακολουθούσαν χοροί και μουσικοί και γυμνικοί αγώνες.
Τον χειμώνα όμως του 426π.Χ., οι Αθηναίοι έκαναν τον θρησκευτικό καθαρμό του νησιού, για να εξευμενίσουν τον «λοίμιο» και «ακέσιο» θεό, ώστε να μην ξαναστείλει άλλη δοκιμασία (σαν το λοιμό των Αθηνών που μόλις είχαν περάσει). Οι Αθηναίοι κήρυξαν όλο το νησί ιερό, ανέσκαψαν όλους τους τάφους και μετέφεραν τα οστά και τα κτερίσματα στη γειτονική Ρήνεια. Απαγόρευσαν επίσης να γίνονται πλέον ταφές και γεννήσεις στο νησί (οι γυναίκες για τον τοκετό έπρεπε να μεταφέρονται στη Ρήνεια).
Μετά την κάθαρση της Δήλου, οι Αθηναίοι, χωρίς να σταματήσουν την ετήσια αυτή εορτή, για την οποία εξακολουθούσαν να στέλνουν και οι ίδιοι θεωρία, καθιέρωσαν και τη μεγαλοπρεπή πεντετηρική πανήγυρη των Δηλίων, στην οποία μετείχαν όλες οι ιωνικές πόλεις.
Με πληροφορίες από: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους