Δύο φορές το χρόνο μπορεί να μπαρκάρει κανείς για Τήνο από σχεδόν κάθε ελληνικό λιμάνι. Γιατί το νησί αυτό έχει παραγκωνίσει την Ιερή Δήλο ως τόπο προσκυνήματος και εκεί στη μεγάλη και μικρή πανήγυρη τον Μάρτιο και τον Αύγουστο εναλλάξ, συρρέουν Έλληνες από τρεις ηπείρους. Πείστηκα για αυτό το γεγονός, όταν ταξίδεψα για πρώτη φορά με τον μικρό Αττικό Σιδηρόδρομο από Αθήνα για Λαύριο: κάθε ενδιάμεσος σταθμός ήταν ασφυκτικά γεμάτος με γραφικούς χωρικούς με τις καλές τους φορεσιές και φορτωμένους με όλα τα εφόδια νομαδικών φυλών. Το τρένο ήταν μακρύ, αλλά όχι αρκετό για ολόκληρο τον πληθυσμό, και πολλοί χωρικοί αφήνονταν να περιμένουν το επόμενο. Όταν το τρένο έφτασε στο Λαύριο, ξεφόρτωσε το πολύχρωμο φορτίο του στα βρώμικα μικρά ατμόπλοια που ήδη σφύριζαν για την αναχώρηση. Ήταν το ανοιξιάτικο προσκύνημα στην Τήνο.

Μέσα από τα ελικοειδή σοκάκια κατευθύνθηκα προς την εκκλησία του 15ου αιώνα που συνέρρεαν οι πιστοί. Ήταν γεμάτη με κόσμο που μπαινόβγαινε και σταματούσε μόνο για να ανάψει ένα κερί και να ασπαστεί τις εικόνες των Αγίων. Το φως από τα κεριά, τα θυμιατά και το λιβάνι, οι παπάδες με το ράσο τους και οι ευσεβείς προσκυνητές, συνδυάζονταν σε μια σκηνή αλλόκοτη και σοβαρή.
Προχωρήσαμε προς τη μεγάλη εκκλησία του προσκυνήματος. Ο δρόμος ήταν μια πλατιά ανηφορική λεωφόρος στρωμένη με χοντροκομμένες μαρμάρινες πλάκες και με πάγκους ξύλινους στη σειρά, αριστερά και δεξιά. Είχε κατεύθυνση προς το Βορρά και κατέληγε στις πύλες του τεράστιου και ακανόνιστου τετραγώνου που βρίσκεται περίπου 800μ. από τη θάλασσα και αρκετά πιο ψηλά από την πόλη. Μπροστά από τις πύλες αυτού του αυλόγυρου, στις δύο πλευρές ενός ημικυκλικού προαυλίου στρωμένου με βότσαλα, υπήρχε μια μαρμάρινη κρήνη και ένα μικρό άλσος. Κατά μήκος του ανοιχτού περιστυλίου περπατούσαμε προσεκτικά ανάμεσα σε εκατοντάδες ξαπλωμένους ανθρώπους, άνδρες, γυναίκες και παιδιά, που είχαν απλωθεί για να περάσουν τη νύχτα, και άλλους που έκαναν άγαρμπες μετάνοιες. Μετά τους ξαπλωμένους υπήρχαν καταλύματα που ήταν πιασμένα από τους προνομιούχους προσκυνητές. Ένα παρεκκλήσι ήταν ασφυκτικά γεμάτο, ενώ ακόμη και τα σκαλοπάτια ταλαιπωρούνταν από ανθρώπους που ροχάλιζαν.
Το σκηνικό δεν είναι νέο. Τα αρχαία χρόνια στη Δήλο και στην Επίδαυρο οι θεοί λατρεύονταν σε ανοιχτό χώρο, όπως εδώ η Παρθένος. Όχι πολύ πριν τις ένδοξες μέρες της Δήλου, αυτό το ίδιο σημείο ήταν τόπος συγκέντρωσης του λαού των νησιών της Ιωνίας: εδώ στη μέση του ιερού κήπου υψωνόταν επιβλητικός ο ναός του Ποσειδώνα και της Αμφιτρίτης, με χώρους γευμάτων και αναψυχής για όσους συνέρρεαν στη μεγάλη γιορτή του θεού.
Πώς όμως συμβαίνει η αρχαία Ελλάδα να επαναλαμβάνεται στο ίδιο ακριβώς σημείο; Στην περίπτωση της Τήνου υπάρχει μια γνωστή ιστορία. Η ιστορία λέει ότι το 1823 μια μοναχή ονειρεύτηκε ότι υπήρχε εδώ μια εικόνα της Παναγίας. Η πιστή έσκαψε και τη βρήκε. Το θαύμα διαδόθηκε πέρα από το νησί. Πιστοί κατέφθαναν από την Ανατολή για Προσκύνημα στην Τήνο. Για να γιορτάσουν τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου.
Με τα δώρα και τον απλήρωτο μόχθο των Τηνίων, πριν ακόμη τελειώσει ο πόλεμος της Ανεξαρτησίας, χτίστηκε η μεγάλη μαρμάρινη εκκλησία. Τα έσοδα με τον καιρό αυξήθηκαν και προστέθηκαν τμήματα για τον κλήρο, καταλύματα για τους προσκυνητές, ένα σχολείο και ένα νοσοκομείο. ολόκληρο το ίδρυμα συντηρείται χωρίς να επιβάλλεται κανένας φόρος στο λαό της Τήνου. Στην πραγματικότητα η εκκλησία έχει χτίσει και συντηρεί την πόλη. Έχει φτιάξει τους μόλους, έχει στρώσει τους δρόμους, έχει φτιάξει δίκτυο ύδρευσης και έχει ενθαρρύνει τις τέχνες.
Το πανηγύρι στο νησί δεν είναι απλά ένα προσκύνημα στην Τήνο, είναι πατριωτική εκδήλωση. Στο λιμάνι δύο ελληνικά πλοία χαιρετούσαν με κανονιοβολισμούς, καθώς η εορταστική πομπή, που συνοδευόταν από στρατιωτικό άγημα, έφτασε στη μικρή πλατεία και σταμάτησε για να απαντήσει στους κανονιοβολισμούς με τον Εθνικό Ύμνο. Εδώ οι Έλληνες της Αιχμαλωσίας από όλη την Ανατολή έρχονται να φιλήσουν το χώμα της ελεύθερης Ελλάδας. Και η ελεύθερη Ελλάδα φρόντισε να τους συναντήσει με μια θαυμάσια εκδήλωση. όπως η Αθήνα συνήθιζε να στέλνει τος λαμπρές «θεωρίες» στη Δήλο, έτσι τώρα στέλνει τις φρεγάτες στην Τήνο, και πιο ευχάριστη από τη μονότονη λειτουργία, ακόμη και από τον Εθνικό ύμνο, ήταν για το μακρινό προσκυνητή η μουσική των ελληνικών κανονιών.
Ακούγοντας αυτή τη μουσική και βλέποντας αυτή την ετερόκλητη πομπή, που όμως έχει το ίδιο αίμα και την ίδια πίστη, αναρωτιέται κανείς γιατί δεν θα μπορούσε να γίνει εδώ στην Τήνο μια νέα Συμμαχία της Δήλου.
[…] πρέπει να πας στην Τήνο αν θέλεις να δεις τους Έλληνες να συγκεντρώνονται από […]