Οι μήνες του Ιουνίου, Ιουλίου και Αυγούστου ήταν οι πιο κουραστικοί για τον Κολοκοτρώνη και τους άνδρες του. Ο ίδιος ο Γέρος του Μοριά, τρέχοντας συνεχώς προς όλες τις κατευθύνσεις, προσπαθούσε με κάθε τρόπο να σταματήσει το κακό και να επαναφέρει τους πληθυσμούς στον αγώνα εναντίον του Ιμπραήμ. Άλλοτε απειλώντας και άλλοτε νουθετώντας ο Κολοκοτρώνης κατόρθωσε: προσκυνημένοι οπλαρχηγοί, που συνειδητοποίησαν την πράξη τους, να ενωθούν με τους συμπατριώτες τους και να στρέψουν και πάλι τα όπλα εναντίον του Ιμπραήμ.
Ο Ιμπραήμ στα τέλη Ιουνίου με μεγάλο μέρος του στρατεύματος του έπλεε προς την Τριπολιτσά, ενώ ένα άλλο διατάχθηκε να βαδίσει εναντίον της περιοχής της Καρύταινας, προς την οποία είχαν σπεύσει με μικρή δύναμη ο Πλαπούτας και ο Γενναίος. Το ίδιο βράδυ ο Γενναίος επιτέθηκε αιφνιδιαστικά εναντίον των Τούρκων, που βρίσκονταν στον κάμπο της Δημητσάνας. Έπειτα από τους πρώτους πυροβολισμούς έφθασε σε ενίσχυση και το σώμα του Πλαπούτα.
Πανικόβλητοι οι εχθροί έσπευσαν το πρωί της επόμενης ημέρας να εγκαταλείψουν κάθε σχέδιο επιθέσεως εναντίον των ελληνικών δυνάμεων και να καταφύγουν στην Τριπολιτσά, από όπου στο μεταξύ την προηγούμενη είχε αναχωρήσει ο Ιμπραήμ με κατεύθυνση τα μεσσηνιακά φρούρια. Λίγο μετά ο Γενναίος και ο Πλαπούτας, εκτελώντας οδηγίες του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, στράφηκαν προς τα Καλάβρυτα, όπου υπήρχαν πολλά χωριά προσκυνημένα, ιδίως μετά την παράδοση της Ακρόπολης.
Στις αρχές Ιουλίου ο Κολοκοτρώνης με 500 άνδρες και συνοδευόμενος από τον Γκολφίνο Πετμεζά έφτασε στο χωριό Πατσάκους κοντά στο Μέγα Σπήλαιο και έγραψε στους προσκυνημένους του χωριού να ενωθούν μαζί του. Λίγοι ήταν οι πιστοί. Ο Βασίλειος Πετμεζάς, ο οποίος ενώ βρισκόταν στον Άγιο Βλάσιο, δέχθηκε επίθεση από 6.000 Τούρκους υπό τον Ντελή Αχμέτ και 2.000 προσκυνημένους υπό τον Νενέκο, στις αρχές Ιουλίου. Μπροστά στις υπέρτερες εχθρικές δυνάμεις τα σώματα του Πετμεζά, που είχαν στο μεταξύ ενισχυθεί και από 500 Αργείους στρατιώτες, αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν, χωρίς να υποστούν απώλειες.
Λίγες μέρες αργότερα, στις 17 Ιουλίου, σε μάχη που έγινε γύρω από το μοναστήρι του Αγίου Ιωάννη στο χωριό Τσετσεβά της Βοστίτσας, οι Έλληνες με αρχηγούς τους Ιωάννη Φεϊζόπουλο και Γεώργιο Λύκο ή Χελιώτη κατόρθωσαν, έπειτα από πεισματώδη μάχη, που στοίχισε τη ζωή σε 200 Τούρκους και αρκετούς Έλληνες, να διώξουν τους εχθρούς και τους προσκυνημένους συμπατριώτες τους από την περιοχή.
Με πληροφορίες από: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών