Η λέξη πογκρόμ προέρχεται από το ρήμα της Ρωσικής «громить» που σημαίνει «προκαλώ όλεθρο, συντρίβω». Ιστορικά, ο όρος δηλώνει τις βίαιες επιθέσεις των ντόπιων μη-εβραϊκών πληθυσμών κατά των Εβραίων στη Ρωσική Αυτοκρατορία και σε άλλες χώρες.
Το πρώτο «πογκρόμ»
Το πρώτο επεισόδιο που χαρακτηρίστηκε με την ονομασία «πογκρόμ» φέρεται να είναι οι αντισημιτικές εξεγέρσεις στην Οδησσό το 1821. Το «πογκρόμ» καθιερώθηκε ως περιγραφικός όρος με τις εκτεταμένες αντισημιτικές εξεγέρσεις που σάρωσαν την Ουκρανία και τη νότια Ρωσία την περίοδο 1881-1884, μετά τη δολοφονία του τσάρου Αλεξάνδρου Β’. Στη Γερμανία και την ανατολική Ευρώπη την εποχή του Ολοκαυτώματος, όπως και στην τσαρική Ρωσία, η έχθρα προς τους Εβραίους σε οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο τροφοδότησε τον παραδοσιακό θρησκευτικό αντισημιτισμό. Αυτό λειτούργησε ως πρόσχημα για την εκδήλωση πογκρόμ.
Οργάνωση των πογκρόμ
Οι δράστες των πογκρόμ οργανώθηκαν τοπικά, ορισμένες φορές με την ενθάρρυνση της κυβέρνησης και της αστυνομίας. Βίασαν και δολοφόνησαν τους Εβραίους που έπεσαν θύματά τους και λεηλάτησαν τις περιουσίες τους. Στη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου που ακολούθησε την επανάσταση των Μπολσεβίκων το 1917, Ουκρανοί εθνικιστές, Πολωνοί αξιωματούχοι και στρατιώτες του Κόκκινου Στρατού συμμετείχαν σε βίαια επεισόδια παρόμοια με πογκρόμ στη δυτική Λευκορωσία και στην επαρχία Γαλικία της Πολωνίας (σημερινή Δυτική Ουκρανία), δολοφονώντας δεκάδες χιλιάδες Εβραίους μεταξύ 1918 και 1920.
Η νύχτα των Κρυστάλλων
Το 1933, μετά την άνοδο των Ναζί στην εξουσία στη Γερμανία, ο Αδόλφος Χίτλερ αποθάρρυνε δημοσίως τις «αναταραχές» και τις βιαιοπραγίες. Στην πράξη, όμως, υπήρχε ανοχή μέχρι και ενθάρρυνση των επιθέσεων εναντίον των Εβραίων σε συγκεκριμένα χρονικά διαστήματα όταν οι ηγέτες των Ναζί εκτιμούσαν ότι η βία θα «προετοίμαζε» το γερμανικό πληθυσμό για τα σκληρά αντισημιτικά μέτρα σε νομοθετικό και διοικητικό επίπεδο τα οποία εφαρμόστηκαν με πρόσχημα την «αποκατάσταση της τάξης». Για παράδειγμα, η ενορχηστρωμένη, πανεθνική εκστρατεία συλλογικής βίας που έγινε γνωστή ως Kristallnacht (Νύχτα των Κρυστάλλων) στις 9 και 10 Νοεμβρίου 1938, ήταν το αποκορύφωμα μιας μεγαλύτερης περιόδου μεμονωμένων περιστατικών βίας εναντίον των Εβραίων. Αυτά τα βίαια επεισόδια σε δημόσιους χώρους είχαν ξεκινήσει με τις εξεγέρσεις στη Βιέννη μετά το Anschluss (τη λεγομένη «Ένωση») της Αυστρίας το Μάρτιο. Τη Νύχτα των Κρυστάλλων (Kristallnacht) ακολούθησε ένα κύμα αντιεβραϊκών νόμων το φθινόπωρο και το χειμώνα του 1938-1939. Αντίστοιχα, τα σπασμωδικά πογκρόμ που εκδηλώθηκαν τους πρώτους δύο μήνες του ναζιστικού καθεστώτος, οδήγησαν στην υιοθέτηση ενός νόμου στις 7 Απριλίου 1993, ο οποίος επέβαλε την απόλυση Εβραίων και κομμουνιστών από τη δημόσια διοίκηση. Τέτοια περιστατικά βίας συχνά συνοδεύονταν από λεηλασίες, όπως για παράδειγμα πυρπολήσεις συναγωγών, καταστροφή σπιτιών και επιχειρήσεων που ανήκαν σε Εβραίους, αλλά και μεμονωμένες επιθέσεις εναντίον ατόμων. Η Νύχτα των Κρυστάλλων (Kristallnacht) ήταν αναμφισβήτητα το μεγαλύτερο, το πιο καταστροφικό και το πιο καλά οργανωμένο από όλα αυτά τα «πογκρόμ».
Β Παγκόσμιος Πόλεμος και πογκρόμ
Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, τα Einsatzgruppen (κοινώς γνωστά ως κινητές μονάδες εξόντωσης) είχαν εντολές από τον αρχηγό των γερμανικών στρατιωτικών δυνάμεων ασφαλείας, Ράινχαρντ Χάιντριχ να επιτρέπουν ή και να ενθαρρύνουν τους ντόπιους πληθυσμούς στις νεοκατακτηθείσες σοβιετικές περιοχές να οργανώνουν πογκρόμ. Τα πογκρόμ που εκδηλώθηκαν (με μεγαλύτερο ή μικρότερο αυθορμητισμό) σε πόλεις όπως οι Μπιάλιστοκ, Κόβνο, Λίβοβ και Ρίγα, συμπλήρωσαν τη γερμανική πολιτική της συστηματικής εξάλειψης ολόκληρων εβραϊκών κοινοτήτων στη Σοβιετική Ένωση. Στις 29 Ιουνίου 1941, καθώς η ναζιστική Γερμανία και η σύμμαχός της στον Άξονα, η Ρουμανία, εισέβαλαν στη Σοβιετική Ένωση, Ρουμάνοι αξιωματούχοι και μονάδες του στρατού, ορισμένες φορές με τη βοήθεια Γερμανών στρατιωτών, σκότωσαν τουλάχιστον 8.000 Εβραίους στη διάρκεια ενός πογκρόμ στο Ιάσιο, στη ρουμανική επαρχία της Μολδαβίας. Στις 10 Ιουλίου 1941, οι Πολωνοί κάτοικοι του Τζεντβάμπνε, μιας μικρής πόλης στην περιφέρεια Μπιάλιστοκ της κατεχόμενης, πρώτα από τους Σοβιετικούς και στη συνέχεια από τους Γερμανούς, Πολωνίας, συμμετείχαν στη δολοφονία εκατοντάδων Εβραίων γειτόνων τους. Παρόλο που το ποιος φέρει την ευθύνη για την υποκίνηση του συγκεκριμένου πογκρόμ δεν έχει πλήρως τεκμηριωθεί, οι μελετητές έχουν πιστοποιήσει τουλάχιστον την παρουσία της γερμανικής αστυνομίας στην πόλη την περίοδο των δολοφονιών.
Στα τέλη του καλοκαιριού του 1941, τα αυξανόμενα περιστατικά διαφθοράς, λεηλασίας, ξεκαθαρίσματος παλιών λογαριασμών, καταστροφής σημαντικών οικονομικών πόρων και η διείσδυση πρώην κομμουνιστών σε ομάδες υπεύθυνες για τα πογκρόμ οδήγησαν τις γερμανικές αρχές να εγκαταλείψουν την τακτική αυτήν στο ανατολικό μέτωπο. Οι μονάδες των SS και της γερμανικής αστυνομίας προχώρησαν σε εκκαθάριση των επικουρικών αστυνομικών μονάδων που είχαν στρατολογηθεί εσπευσμένα και ξεκίνησαν να εκτελούν συστηματικές και ελεγχόμενες σφαγές ολόκληρων εβραϊκών κοινοτήτων στην κατεχόμενη Σοβιετική Ένωση.
Το πογκρόμ στην Κίλτσε
Παρόλο που οι Γερμανοί εγκατέλειψαν τα πογκρόμ ως τρόπο μαζικής εξόντωσης, τα πογκρόμ συνεχίστηκαν και μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Στην Κίλτσε της Πολωνίας, οι ντόπιοι προέβησαν σε πογκρόμ εναντίον των Εβραίων που είχαν επιβιώσει και επέστρεφαν στην πόλη στις 4 Ιουλίου 1946. Ένας μαινόμενος όχλος επιτέθηκε στους Εβραίους μετά τη διάδοση ψευδών ότι οι Εβραίοι είχαν απαγάγει ένα χριστιανόπουλο το οποίο σκόπευαν να σκοτώσουν στο πλαίσιο των τελετουργιών τους. Οι ταραχοποιοί σκότωσαν τουλάχιστον 42 Εβραίους και τραυμάτισαν άλλα 50 άτομα περίπου.
Τα πογκρόμ στην Κίλτσε έπαιξαν βασικό ρόλο στη μαζική μετανάστευση προς τα δυτικά εκατοντάδων χιλιάδων Εβραίων που είχαν επιβιώσει το Ολοκαύτωμα. Γνωστή ως Brihah, αυτή η μαζική μετανάστευση έφερε τους Εβραίους από την Πολωνία και άλλες χώρες της ανατολικής Ευρώπης σε καταυλισμούς υποδοχής προσφύγων στις δυτικές ζώνες της κατεχόμενης Γερμανίας και Αυστρίας, καθώς και στην Ιταλία. Ο φόβος των βίαιων πογκρόμ οδήγησε τη συντριπτική πλειοψηφία των Εβραίων στην απόφαση να εγκαταλείψει τη μεταπολεμική Ευρώπη.
Τα «Σεπτεμβριανά»
Ο όρος «Σεπτεμβριανά» περιγράφει το πογκρόμ που εξαπέλυσε ο τουρκικός όχλος με την καθοδήγηση της κυβέρνησης Μεντερές, εναντίον της πολυπληθούς ελληνικής κοινότητας της Κωνσταντινούπολης στις 6 και 7 Σεπτεμβρίου του 1955.
Αποτέλεσμα, οι συνολικά 100.000 Έλληνες που ζούσαν εκείνη την περίοδο στην Πόλη να συρρικνωθούν σταδιακά και σήμερα μόλις και μετά βίας να ξεπερνούν τις 2.000.
Αντνάν Μεντερές – Ένας «πρώιμος» Ερντογάν
Το έτος του 1955 την γείτονος χώρα κυβερνούσε ο Αντνάν Μεντερές -ένας «πρώιμος Ερντογάν»- και το Δημοκρατικό Κόμμα. Ο Μεντερές «χρησιμοποίησε» κατά κόρον το μουσουλμανικό χαρτί, προκαλώντας εκνευρισμό στο κεμαλικό κατεστημένο της χώρας. Το αποδεικνύουν εξάλλου και τα χιλιάδες τζαμιά που κτίστηκαν επί πρωθυπουργίας του.
Η οικονομική κατάσταση της χώρας δεν ήταν ανθηρή ενώ παράλληλα οι πιέσεις των Ελληνοκύπριων για την ένωση της μεγαλονήσου με την Ελλάδα «ανέβαζε» τον εθνικιστικό πυρετό. Το γεγονός λειτούργησε ως μία καλή αφορμή για την απόσπαση της κοινής γνώμης από τα ουσιαστικά της προβλήματα ενώ οι Τούρκοι ηγέτες την έστρεψαν κατά της ελληνικής μειονότητας που ευημερούσε. Στις 28 Αυγούστου του 1955 ο Μεντερές ισχυρίστηκε δημόσια ότι οι Ελληνοκύπριοι σχεδίαζαν σφαγές κατά των Τουρκοκυπρίων.
Η έκρηξη στο τουρκικό Προξενείο Θεσσαλονίκης
Η αφορμή για το Πογκρόμ κατά του Ελληνισμού της Πόλης δόθηκε στις 6 Σεπτεμβρίου, με την έκρηξη ενός αυτοσχέδιου μηχανισμού στο Τουρκικό Προξενείο της Θεσσαλονίκης, που στεγαζόταν και στεγάζεται και σήμερα στο σπίτι, όπου γεννήθηκε ο Κεμάλ Ατατούρκ, ο ιδρυτής του σύγχρονου τουρκικού κράτους.
Ως δράστης συνελήφθη από τις ελληνικές αρχές ο Οκτάι Εγκίν, ένας μουσουλμάνος σπουδαστής από την Κομοτηνή, που αργότερα περιεβλήθη το φωτοστέφανο του ήρωα. Τιμήθηκε στην Τουρκία και διορίστηκε κυβερνήτης σε επαρχία. Χρόνια αργότερα σε μία συνέντευξή του στην «Ελευθεροτυπία» αρνήθηκε οποιαδήποτε σχέση με το συμβάν και θεώρησε τον εαυτό του θύμα των ελληνικών αρχών.
Από την έκρηξη στο σπίτι του Ατατούρκ προκλήθηκαν μόνο μικρές υλικές ζημίες στις τζαμαρίες του κτιρίου, αλλά οι τουρκικές εφημερίδες εκμεταλλεύτηκαν το γεγονός, μεγαλοποιώντας και διαστρεβλώνοντάς το, κατόπιν κυβερνητικών οδηγιών.
Τα τουρκικά μέσα για την έκρηξη
Πρωτοσέλιδοι τίτλοι, όπως «Έλληνες τρομοκράτες κατέστρεψαν το πατρικό σπίτι του Ατατούρκ» της «Ισταμπούλ Εξπρές» και δημοσίευση μιας σειράς από παραποιημένες φωτογραφίες του συμβάντος, προκάλεσαν «αυθόρμητες» διαδηλώσεις στην Πλατεία Ταξίμ το απόγευμα της ίδιας μέρας.
Στις 5 το απόγευμα, το μαινόμενο πλήθος των 50.000 ατόμων στράφηκε κατά των ελληνικών περιουσιών στη συνοικία Πέραν. Οι λεηλασίες κράτησαν μέχρι τις πρωινές ώρες της 7ης Σεπτεμβρίου, όταν επενέβη ο Στρατός, καθώς η κατάσταση κινδύνευε να τεθεί εκτός ελέγχου. Μέχρι τότε, οι αρχές παρέμειναν απαθείς, όταν δεν διευκόλυναν τους πλιατσικολόγους στο έργο. Ο μηχανισμός του Δημοκρατικού Κόμματος, που ήλεγχε τα συνδικάτα, έπαιξε καταλυτικό ρόλο στα έκτροπα.
Μεγάλος αριθμός διαδηλωτών μεταφέρθηκε από τη Δυτική Μικρά Ασία δωρεάν, αντί αμοιβής 6 δολαρίων, που ουδέποτε τους δόθηκε. 4.000 ταξί τους μετέφεραν στον χώρο των ταραχών, ενώ φορτηγά του Δήμου της Κωνσταντινούπολης είχαν αναπτυχθεί σε επίκαιρα σημεία της Πόλης, φορτωμένα με τσεκούρια, φτυάρια, ρόπαλα, αξίνες, σφυριά, σιδερένιους λοστούς και μπιτόνια βενζίνης, απαραίτητα σύνεργα για τον όχλο των επιδρομέων, που επέπεσε επί των ελληνικών καταστημάτων με τα συνθήματα «Θάνατος στους γκιαούρηδες», «Σπάστε, γκρεμίστε, είναι γκιαούρης», «Σφάξτε του Έλληνες προδότες», «Κάτω η Ευρώπη» και «Εμπρός να βαδίσουμε κατά της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης».
Άνδρες και γυναίκες βιάστηκαν και σύμφωνα με τη μαρτυρία του γνωστού τούρκου συγγραφέα Αζίζ Νεσίν, πολλοί ιερείς εξαναγκάστηκαν να υποστούν περιτομή, με θύμα ένα αρμένιο παπά. 16 Έλληνες έχασαν τη ζωή τους και 32 τραυματίστηκαν.
Έκτροπα κατά των Ελλήνων δεν έγιναν μόνο στην Κωνσταντινούπολη, αλλά και στη Σμύρνη. Το πρωί της 7ης Σεπτεμβρίου Τούρκοι εθνικιστές έκαψαν το ελληνικό περίπτερο στη Διεθνή Έκθεση της Σμύρνης. Στη συνέχεια, κατέστρεψαν το νεόκτιστο εκκλησάκι της Αγίας Φωτεινής, ενώ λεηλάτησαν σπίτια Ελλήνων στρατιωτικών, που υπηρετούσαν στο Στρατηγείο του ΝΑΤΟ.
Στάση της Τουρκίας, της Ελλάδας, του ΝΑΤΟ
Ο πρωθυπουργός Μεντερές σε δηλώσεις του ισχυρίστηκε ότι το πογκρόμ κατά των Ελλήνων ήταν έργο των κομμουνιστών. Ένας ισχυρισμός που κατέπεσε αυτοστιγμεί και από τις αναφορές των ξένων πρεσβειών στην Άγκυρα προς τις κυβερνήσεις τους, που επισήμαιναν τις μεγάλες ευθύνες των τουρκικών αρχών.
Η κυβέρνηση Παπάγου προσπάθησε να διεθνοποιήσει το θέμα, αλλά χωρίς σημαντικά αποτελέσματα. Αμερικανοί και Βρετανοί δεν ήταν διατεθειμένοι να ασκήσουν πιέσεις στην Τουρκία, πολύτιμο σύμμαχό τους κατά τη διάρκεια του «Ψυχρού Πολέμου».
Οι νατοϊκοί σύμμαχοί μας είπαν ξεκάθαρα να ξεχάσουμε το συμβάν. Μόνο το Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών από τους διεθνείς οργανισμούς απαίτησε από την Τουρκία εξηγήσεις για την καταστροφή του 90% των ορθόδοξων ναών στην Κωνσταντινούπολη. Πάντως, τον Αύγουστο του 1995 η αμερικανική Γερουσία με απόφασή της κάλεσε τον Πρόεδρο Κλίντον να ανακηρύξει την 6η Σεπτεμβρίου Ημέρα Μνήμης για τα Θύματα του Πογκρόμ.
Συνέπειες του Πογκρόμ στην ελληνική κοινότητα
- θάνατος 16 Ελλήνων και τον τραυματισμό 32
- θάνατος ενός Αρμένιου
- βιασμός 12 Ελληνίδων
- βιασμό αδιευκρίνιστου αριθμού ανδρών (εξαναγκάστηκαν να υποστούν περιτομή)
- καταστροφή: 4.348 εμπορικών καταστημάτων, 110 ξενοδοχείων, 27 φαρμακείων, 23 σχολείων, 21 εργοστασίων, 73 εκκλησιών, περίπου 1000 κατοικιών, όλα ελληνικής ιδιοκτησίας.
Το οικονομικό κόστος των ζημιών ανήλθε σε 150 εκατομμύρια δολάρια, σύμφωνα με διεθνείς οργανισμούς, ενώ η ελληνική κυβέρνηση τις υπολόγισε σε 500.000.000 δολάρια. Η οικονομική αιμορραγία και ο φόβος ανάγκασαν χιλιάδες έλληνες ομογενείς να μεταναστεύσουν στην Ελλάδα.
Αργότερα, το τουρκικό κράτος διά του προέδρου Τζελάλ Μπαγιάρ υποσχέθηκε αποζημίωση για την καταστροφή των ελληνικών περιουσιών. Στην καλύτερη των περιπτώσεων δεν ξεπέρασε το 20% των απαιτήσεών τους, με δεδομένο ότι τα περιουσιακά τους στοιχεία είχαν υποτιμηθεί δραματικά.
Πηγή: https://encyclopedia.ushmm.org/content/el/article/pogroms