Παρακμή

Ήδη από τον 12ο αιώνα φάνηκαν τα σημάδια μαρασμού του πολιτισμού των Ανασάζι. Τον 13ο αιώνα ξεκίνησε η παρακμή με την εγκατάλειψη πολλών περιοχών που είχαν ακμάσει την προηγούμενη περίοδο. Στα τέλη του 13ου αιώνα οι Ανασάζι εξαφανίστηκαν αιφνιδίως από την περιοχή Φορ Κόρνερς, όμως είναι πολύ πιθανό αυτό να ήταν φαινομενικό και στην πραγματικότητα να αναγκάστηκαν να μετακομίσουν. Ήρθαν σε επαφή με άλλες κοινότητες και δημιούργησαν έτσι τους πληθυσμούς Πουέμπλο της σημερινής Αμερικής.

Παρακμή
Άποψη του Τάος Πουέμπλο,
κέντρο του πληθυσμού των Τίουα

Πουέμπλο ονόμασαν οι Ισπανοί τους πληθυσμούς που διαφοροποιούνταν από τους Ινδιάνους των Πεδιάδων και από αυτούς που ζούσαν στις ακτές -επειδή είχαν διαφορετικές συνήθειες και έχτιζαν κανονικά χωριά. Την περίοδο 1300-1600 σε όλο το νοτιοδυτικό τμήμα των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής κατέφυγαν πληθυσμοί που ίδρυσαν νέους εμπορικούς κόμβους. Αναμείχθηκαν με τους ντόποιους που μιλούσαν άλλη γλώσσα, συμβάλλοντας στην πολιτισμική αλληλεπίδραση.

Η ζώνη του Ρίο Γκράντε που κατοικούνταν από τους Ανασάζι μέχρι την Περίοδο Κατασκευαστών Καλαθιών, στην Περίοδο Πουέμπλο IV (1300-1600) φιλοξένησε κοινότητες που μιλούσαν διαφορετικές γλώσσες, οι οποίες σήμερα έχουν εξαφανιστεί. Δεδομένης της εγγύτητας με κάποιες λίμνες αλμυρού νερού, οι πληθυσμοί των Σαλίνας Πουέμπλο ασχολήθηκαν με το εμπόριο αλατιού με άλλες πληθυσμιακές ομάδες. Με τους Ινδιάνους των πεδιάδων αντάλλασσαν αλάτι και καλαμπόκι με κρέας και δέρμα βίσονα.

Πολύ διαδεδομένη ήταν η εικονογράφηση των κατσίνας (υπερφυσικά όντα που εισήχθησαν πιθανότατα από το Μεξικό και ήταν πολύ σημαντικά, ειδικά στον πολιτισμό των Χόπι), καθώς και η παραγωγή κεραμικών που ήταν πολύχρωμα και στιλβωμένα.

Πιο βόρεια δημιουργήθηκαν άλλα μεγάλα χωριά με σπίτια από πηλό, μεταξύ των οποίων το Πέκος Πουέμπλο, που πριν τον 16ο αιώνα αριθμούσε περίπου 3.000 κατοίκους και ήταν σπουδαίο εμπορικό κέντρο -ανήκε σε ένα δίκτυο που είχε διαδυνδέσεις με το κεντρικό Μεξικό, τις ακτές του Ειρηνικού και την κοιλάδα του Μισισιπή. Στις γειτονικές περιοχές του σημερινού Αλμπουκέρκι αναδύθηκαν πολλά χωριά στα οποία κατοικούσαν οι Τίουα, παραγωγοί πολύχρωμων στιλβωμένων αγγείων, των οποίων βασικό κέντρο ήταν το Τάος, ένας εμπορικός κόμβος που συνέδεε τα κέντρα του Ρίο Γκράντε με τις νομαδικές φυλές των κυνηγών τα Βραχώδη όρη και στις Μεγάλες Πεδιάδες.

Στις ίδιες περιοχές που κατοικούσαν οι Τίουα ζούσαν επίσης κοινότητες που μιλούσαν διαφορετικές γλώσσες, οι οποίες όμως μοιράζονταν ορισμένα παλιτιστικά στοιχεία, όπως τη λατρεία των κατσίνας και άλλες παραδόσεις Ανάλογα στοιχεία απαντώνται και στους Τίουα που έχτιζαν μεγάλα χωριά με πολυεπίπεδα και κίβας, παρόμοια με αυτά των Ανασάζι.

Η κεραμική τους μαρτυρούσε μια ιδιαίτερη επίδραση, που καλούνταν μπισκουί και επιτυγχανόταν με την ανάμειξη πηλού της περιοχής με ηφαιστειακή στάχτη. Στο υψίπεδο του Παχαρίτο υπήρχαν κάποιοι οικισμοί που θύμιζαν τα χωριά της Κλασικής Περιόδου Πουέμπλο. Στην τοποθεσία Τσουόνγι στο Φριχόλες Κάνιον ανασκάφηκε πρόσφατα ένα χωριό με διώροφα κτίσματα που δεν απέχουν πολύ από τις κατασκευές του Τσάκο Κάνιον. Από το χωριό ξεκινούσε ένα μονοπάτι και μερικά σκαλοπάτια που οδηγούσαν σε ένα σπήλαιο που προοριζόταν για θρησκευτικό κέντρο και στο εσωτερικό του βρέθηκε μια κίβα. Στις γύρω περιοχές αναδύθηκαν διάφοροι οικισμοί στους βράχους, παρόμοιοι με αυτούς της Μέσα Βέρντε.

Η περιοχή αυτή με τα βουνά και τις βραχώδεις τράπεζες (μέσας), πλούσια σε δάση και υδάτινα ρεύματα, στα σύνορα ανάμεσα στο Νέο Μεξικό και την Αριζόνα, γνώρισε τον 13ο αιώνα μεγάλη αύξηση του πληθυσμού, πιθανότατα λόγω των μεταναστευτικών ρευμάτων που ώθησαν τους Ανασάζι και του Μογκογιόν μακριά από τα αρχικά εδάφη τους.

Το 1250 οι Κέρεσαν έχτισαν το χωριό Ακόμα πάνω σε μια ψηλή μέσα στον γκρεμό ενός φαραγγιού. Πολλά στοιχεία μαρτυρούν πως το μέρος αυτό ήταν ένα χωνευτήρι παραδόσεων και τεχνοτροπιών: τα πρώτα κεραμικά θύμιζαν αυτά των Τσάκο και τα μεταγενέστερα αυτά των Ζούνι, ενώ κάποια αρχιτεκτονικά στοιχεία είχαν ομοιότητες με την παράδοση των Μογκογιόν.

Ένα από τα κυριότερα κέντρα της περιοχής ήταν η Ατσίνα, τόπος καταγωγής των Ζούνι. Αποτελούνταν από 1.000 δωμάτια, με στρογγυλές και τετράγωνες κίβας, και εγκαταλείφθηκε γύρω στο 1400. Στο Ζούνι, κέντρο του ομώνυμου πληθυσμού, συγκεντρώνονταν έμποροι από όλη την περιοχή και αντάλλασσαν προϊόντα -από υφαντά μέχρι αλάτι, από κρέας μέχρι κεραμικά, από κατεργασμένα κρέατα μέχρι εξωτικά αντικείμενα όπως κοχύλια και φτερά πουλιών.

Η άνυδρη περιοχή κατά μήκος του νότιου άκρου της Μπακ Μέσα περιέκλειε ένα τμήμα που στο παρελθόν είχε κατοικηθεί από Ανασάζι της Καγιέντα. Παρά την έλλιεψη υδάτινων πόρων, οι κάτοικοι αυτής της περιοχής βασίζονταν για την επιβίωση τους στην καλλιέργεια καλαμποκιού, φασολιών και κολοκύθας, εκμεταλλευόμενοι με επιδέξιο τρόπο το νερό των βροχοπτώσεων, κατασκευάζοντας κανάλια και επιλέγοντας φυτά με βαθύ ριζικό σύστημα.

Παρακμή
Μάσκα που αναπαριστά πνεύματα-κατσίνας

Η σημασία του νερού σε τούτη την άνυδρη γη πιθανότατα ευνόησε τη διάδοση της λατρείας των κατσίνας, που ήταν στενά συνδεδεμένοι με τη βροχή και τη γονομότητα και στη συνέχεια αποτέλεσαν χαρακτηριστικό ολόκληρου του πολιτισμού των Χόπι. Τα κεραμικά αντικείμενα, κίτρινου χρώματος, ήταν επιχρισμένα με σκούρα βερνίκια και έφεραν ζώνες λευκού και κόκκινου χρώματος, ή ήταν εγχάρακτα. Εκτός από τα συμβολικά στοιχεία που αναφέροννταν στον ήλιο και τη βροχή, απεικονίζονταν επίσης πουλιά, ανθρώπινες μορφές και ζώα. Η κεραμική αυτή γνώρισε ευρεία διάδοση και είχε αξιοσημείωτη επίδραση στην παραγωγή κεραμικών του Ρίο Γκράντε.

Με πληροφορίες από: nationalgeographic