Παραδοσιακός βίος

Στη δεύτερη περίοδο της τουρκοκρατίας η οικονομία των ελληνικών περιοχών βρισκόταν σε μια τάση ανόδου, μολονότι την ανέστειλαν σκληρότατα φορολογικά και άλλα μέτρα των κατακτητών. Κτηνοτροφία, γεωργία, ναυτική ζωή, οικιστικές δυνατότητες, οικοτεχνίες και βιοτεχνίες, εμπόριο και άλλοι πόροι ζωής ακολουθούσαν πορεία αυξανόμενης παραγωγής και διάθεσης. Παράλληλα συνεχιζόταν και πλουτιζόταν ο παραδοσιακός βίος των Ελλήνων, ώστε συχνά ανανεωμένος να εκφράζεται στις κυριότερες εκδηλώσεις του: στα θρησκευτικά έθιμα, τις τελετές της γέννησης, του γάμου και του θανάτου, στις δεισιδαιμονίες και τις προλήψεις, στη λαϊκή φιλοσοφία με τους διδακτικούς μύθους και τις παροιμίες, στη λαϊκή λογοτεχνία με τα παραμύθια, τα τραγούδια και τις παραδόσεις, και στη λαϊκή ψυχαγωγία και τέχνη με τη μουσική, τον χορό και τα ποικίλα χειροτεχνήματα.

Παραδοσιακός βίος
Ποιμένας επιστρέφει από τη βοσκή.
Γυναίκες ασχολούνται με οικιακές εργασίες.

Παραδοσιακός βίος

Κτηνοτροφία

Από τα αρχαιότατα χρόνια ο ελληνικός χώρος προσφέρεται για την ανάπτυξη της κτηνοτροφίας, η οποία σε συνδυασμό με την γεωργία και τη πρόχειρη αλιεία, πρόσφερε μια σχετική επάρκεια τροφής και ρουχισμού. Στα χρόνια της τουρκοκρατίας αναπτύχθηκε και η πλατύτερη νομαδική κτηνοτροφία των μεγάλων τσελιγκάτων και κοπαδιών. Σε αυτό συνετέλεσε και η ελεύθερη μετακίνηση των νομάδων αυτών σε ολόκληρο τον βαλκανικό χώρο.

Οι κτηνοτρόφοι έμεναν στην κλειστή τους κοινωνία και παρείχαν στους άλλους τις πρώτες ύλες ζωής μαζί με το παράδειγμα της αδέσμευτης ζωής και των θυσιών τους, όπως της προσηλώσεως στα κληρονομούμενα έθιμα. Στην ελεύθερη ζωή των κτηνοτρόφων οφείλεται σε μεγάλο βαθμό και η ανάπτυξη πολλών από τα είδη της λαϊκής τέχνης και της ψυχαγωγίας: τα υφαντά σε συμβολικά σχέδια και τα πλεκτά, καθώς και τα ξυλόγλυπτα, που οι ορεσίβιοι είχαν την άνεση του χρόνου να τα φροντίζουν περισσότερο και καλύτερα από τους πεδινούς, τα τραγούδι, τον χορό και τη μουσική με τα πνευστά όργανα.

Γεωργία

Παρ’ όλη την κατακράτηση των μεγάλων και εύφορων γαιών από τους Τούρκους, η φιλεργία των Ελλήνων αγροτών σε όλο το διάστημα της τουρκοκρατίας δεν έλειψε. Η καλλιέργεια δημητριακών, ελιάς και βαμβακιού καθώς και η αμπελουργία ήταν οι βασικότερες απασχολήσεις των αγροτών στα χρόνια αυτά. Όλη η οικογένεια βοηθούσε στις ατελείωτες δουλειές, με την πικρή διαπίστωση στο τέλος ότι η παραγωγή «αποδεκατιζόταν» κυριολεκτικά από τους αλλεπάλληλους φόρους και τα «δοσίματα». Το ελάχιστο που απέμενε πήγαινε περισσότερο στο μικρεμπόριο παρά στα στόματα των μελών της οικογένειας.

Τα γεωργικά έθιμα ήταν συνδυασμένα με τις θρησκευτικές γιορτές. Η Πρωτοχρονιά έδινε το σύνθημα για προφυλακτικές ενέργειες και δεισιδαιμονίες. Χρησιμοποιούσαν πανάρχαια ελληνικά φυτικά σύμβολα, το ρόδι (σύμβολο της πολυσπερμίας και αφθονίας). Ακολουθούσε η γιορτή του Αγίου Τρύφωνα (προστάτης των κηπουρών και των αμπελουργών). Η Υπαπαντή οπότε είχαν αργία οι μύλοι. Έρχονταν έπειτα οι Απόκριες και οι Πασχαλινές γιορτές και ύστερα οι καλοκαιρινές γιορτές. Με το φθινόπωρο άρχιζαν τα οργώματα και οι ελπιδοφόρες σπορές. Την 14η Σεπτεμβρίου, ημέρα του Σταυρού, οι ζευγάδες φορούσαν τα γιορτινά τους και γλεντούσαν ευχόμενοι για καλή σοδειά.

Ψάρεμα

Το ψάρεμα ήταν πάντα στην Ελλάδα ένα τρίτο στοιχείο βιοπορισμού μετά την κτηνοτροφία και την γεωργία. Στα νησιά και στους παράλιους τόπους ο οικογενειάρχης ή τα παιδιά του, αλλά και η γυναίκα του, μπορούσαν να βγουν στο ψάρεμα όπως θα έβγαιναν για κυνήγι ή για χόρτα.

Η λαογραφία του ελληνικού ναυτικού βίου είναι ιδιαίτερα πλούσια από τα έθιμα των ταρσανάδων (αγιασμοί, κεράσματα, χοροί, και καθελκύσεις των καραβιών) ως τη λατρεία των αγίων και των παγανιστικών θεοτήτων της θάλασσας, που συνέχισαν τη μυθική δράση του Ποσειδώνα και των Νυμφών. Τα ακτωνύμια, που δίνουν ανθρώπινες μορφές και ιστορίες στο κάθε ακρωτήρι, νησί, στη μορφή του βράχου, στο Αιγαίο και στο Ιόνιο αποτελούν μια νεότερη μυθολογία, το ίδιο πλούσια και ποιητική, όπως η αρχαία.

Η σπιτική ζωή

Τα «έργα χεριών» έδιναν σε όλα τα ελληνικά σπίτια μία αυτάρκη οικοτεχνία για το ντύσιμο και τον ρουχισμό, που με τον καιρό και τις ανάγκες γινόταν και εμπορική. Στα νησιά του Αιγαίου (Κύθνο, Κίμωλο, Σαντορίνη, Πάρο, Μύκονο, Τήνο, Χίο, Πάτμο) οι γυναίκες έπλεκαν βαμβακερές κάλτσες και σκούφους και τα πουλούσαν στους ταξιδιώτες. Η αγγειοπλαστική επίσης, από τις πιο παραδοσιακές βιοτεχνίες στον ελληνικό χώρο, παρουσιαζόταν εδώ κι εκεί οικογενειακή.

Η σημαντικότερη οικοτεχνία, η οποία αποτέλεσε σταθμό στη ελληνική οικογενειακή ζωή και στην σχετική χειραφέτηση της Ελληνίδας είναι η υφαντική, με την εγκατάσταση στο σπίτι του προοδευτικού, για την εποχή εκείνη, αργαλειού, που αρχικά ύφαινε μαλλί. Με την χρησιμοποίηση βαθμιαία και των νεότερων υλών της εποχής, του μεταξιού και του λιναριού, ανοιγόταν ο δρόμος για την εμπορική οικοτεχνία.

Το θέμα της φιλοξενίας είναι από τα πιο παραδοσιακά και από τα πιο ιερά κληροδοτήματα στη Ελλάδα, αφού τις αρχαίες απαιτήσεις του Ξένιου Διός διαδέχθηκαν οι μυστικές επισκέψεις του Χριστού στα σπίτια των ανθρώπων. Στην οικοβιοτική εντάσσεται και ο τρόπος φωτισμού. Το λάδι και το λίπος αποτελούσαν το κυριότερο φωτιστικό υλικό για τα λυχνάρια της εποχής.

Με πληροφορίες από: https://www.ekdotikeathenon.gr/istopia-toy-ellhnikoy-ethnoys-p16.html

Υποβολή απάντησης

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *