Ο εχθρικός στόλος του Χοσρέφ, μετά την καταστροφή των Ψαρών, σχεδίαζε να επιτεθεί στη Σάμο, αλλά για αρκετό καιρό έμενε στην Μυτιλήνη. Οι φήμες για επικείμενη απόβαση, όχι μόνο από τον τουρκικό αλλά και από τον αιγυπτιακό στόλο, πλήθαιναν και προκαλούσαν μεγάλη ανησυχία στους κατοίκους. Άλλοι πρότειναν να εγκαταλείψουν το νησί, άλλοι ήθελαν να ζητήσουν συμβιβασμό από τον καπετάν πασά. Υπήρχαν όμως και αυτοί που επέμεναν να μείνουν στο νησί και να αγωνιστούν. Επικράτησε η τελευταία άποψη και ο Σαχτούρης δικαιώθηκε.
Στις 4 Αυγούστου, ο εχθρικός στόλος πραγματοποίησε εξόρμηση εναντίον των ελληνικών πλοίων, που τον υποδέχτηκαν με σφοδρό κανονιοβολισμό, ενισχυμένο και από τα κανόνια των ακτών της Σάμου. Παράλληλα 16 ελληνικά πλοία προχώρησαν για να αποκρούσουν τον εχθρό και τα πυρπολικά έλαβαν διαταγή να δράσουν. Οι κυβερνήτες τους αρνήθηκαν να υπακούσουν με διάφορες προφάσεις. Τέλος, ο Σαχτούρης με τον πλοίαρχο Λ. Φόνο, μεταπηδώντας από το ένα πυρπολικό στο άλλο, τους θύμιζαν τη σημασία των πυρπολικών και ότι χωρίς το πανίσχυρο αυτό όπλο δεν θα έφερναν θετικά αποτελέσματα. Οι πλοίαρχοι παρέμεναν αμετάπειστοι.
Η κατάσταση των Ελλήνων χειροτέρευε. Σε αυτή τη δύσκολη στιγμή φάνηκε ο Κανάρης. Στην πρόταση του Σαχτούρη να ορμήσει κατά του εχθρού απάντησε θετικά και χωρίς χρονοτριβή, ακολουθώντας το πλοίο του Λ. Παναγιώτα, προχώρησε προς την τουρκική ναυαρχίδα και μια μεγάλη φρεγάτα. Σφοδρός κανονιοβολισμός υποδέχθηκε τα ελληνικά πλοία. Ο Κανάρης κάνοντας μια διαδρομή θανάτου ανάμεσα σε μια βροχή από μυδράλια και σφαίρες, αγωνιζόταν να προσκολλήσει το πυρπολικό του σε ένα από τα εχθρικά πλοία. Τελικά αυτό δεν έγινε κατορθωτό, πέτυχε όμως να ματαιώσει την έφοδο του εχθρού, που φοβισμένος απομακρύνθηκε μέσα στη νύχτα.
Την άλλη μέρα ο εχθρικός στόλος επανήλθε. Ο Σαχτούρης βέβαιος ότι αυτό θα γινόταν, είχε διατάξει γενική προετοιμασία κατά τη διάρκεια της νύχτας, δίνοντας μεγαλύτερη σημασία στα πυρπολικά. Το πρωί ήταν έτοιμα να κινηθούν 4 υδραίικα πυρπολικά, ένα σπετσιώτικο και ένα ψαριανό, καθώς και 8-10 πολεμικά πλοία. Στον εχθρικό στόλο προπορευόταν μια μεγάλη φρεγάτα, μια κορβέτα και ακολουθούσαν τα άλλα πλοία.
Προσπάθησαν να απομακρύνουν τον ελληνικό στόλο από τον πορθμό και πήγαν στο κάβο της Αγίας Μαρίνας για να τον αναγκάσουν να πολεμήσει. Ταυτόχρονα άλλα εχθρικά πλοία έρχονταν από το αντίθετο μέρος, οπότε η θέση του ελληνικού στόλου άρχισε να γίνεται δύσκολη. Τότε κινήθηκε ο Υδραίος πυρπολητής Δημ. Τσάπελης που αψηφώντας κάθε κίνδυνο προσπάθησε να προσκολλήσει το πυρπολικό του στη φρεγάτα «Μπρουλότ-κορμάζ» (=δεν φοβάται το πυρπολικό). Οι Έλληνες μπροστά στον άμεσο κίνδυνο να συλληφθούν, άρχισαν να απομακρύνονται. Ο Τσάπελης μόνος του συνέχισε τη δραματική προσπάθεια. Βλέποντας όμως τη βάρκα του έτοιμη να απομακρυνθεί, οπότε δεν υπήρχε δρόμος σωτηρίας για αυτόν, βιάστηκε να πυροδοτήσει το πυρπολικό του, η πυρίτιδα αναφλέγηκε νωρίτερα και το ελληνικό πυρπολικό καταστράφηκε χωρίς αποτέλεσμα, ενώ ο γενναίος Τσάπελης, με βαριά εγκαύματα, μόλις πρόφθασε να διασωθεί από τη λέμβο του.
Στην εχθρική φρεγάτα επικράτησε πανικός και πολλοί έπεφταν στη θάλασσα να σωθούν. Τότε η φρεγάτα αντί να συνεχίσει την πορεία της, για να περάσει τον κάβο της Αγίας Μαρίνας έστρεψε την πρώρα της προς τα μικρασιατικά παράλια, στο στενό της Μυκάλης, όπου θα προσάραζε. Τότε ξαφνικά ήρθε αντιμέτωπη με το πυρπολικό του Κανάρη, που αψηφώντας τη βροχή των πυροβολισμών συνέχισε την καταδίωξη της, φέρνοντας την σε αδιέξοδο. Άλλοι από το πλήρωμα της έμπαιναν σε βάρκες για να σωθούν, άλλοι έπεφταν στη θάλασσα. Ο Κανάρης, κατόρθωσε να προσδέσει το πυρπολικό του στη φρεγάτα, να βάλει φωτιά και να απομακρυνθεί εγκαίρως. Η εχθρική φρεγάτα πνιγμένη στις τεράστιες φλόγες έπεσε σε ένα βράχο.
Η πυριτιδαποθήκη της εξερράγη, τα πυροβόλα της εκπυρσοκροτούσαν αυτόματα από την υπερθέρμανση και το νεότευκτο εχθρικό πλοίο ανατινάχθηκε στον αέρα, σκορπίζοντας μεγάλη σε έκταση την καταστροφή και τον θάνατο. Όσος στρατός βρισκόταν στην παραλία έτρεχε προς τους λόφους, ενώ άλλοι έπεφταν στη θάλασσα, όπου Έλληνες τους συνελάμβαναν και τους έσφαζαν. Κανένα ελληνικό πλοίο δεν βλάφτηκε από την έκρηξη. Σκοτώθηκαν όμως δύο από τους ναύτες του Κανάρη.
Παρά την καταστροφή ο εχθρικός στόλος συνέχισε την επίθεση στην αριστερή πτέρυγα της ελληνικής μοίρας. Ο ίδιος ο καπετάν πασάς πλησίασε προς τον Άσπρο Κάβο, με τη ναυαρχίδα του και δύο φρεγάτες. Η ελληνική αντεπίθεση με πρώτη τη ναβέτα του Ανάργυρου Λεμπέση υπήρξε άμεση, ενώ τα υδραίικα και σπετσιώτικα πλοία με τα πυροβόλα τους εμπόδιζαν τον εχθρό να προχωρήσει. Τέλος ο πυρπολητής Βατικιώτης, με τη βοήθεια υδραίικων πλοίων, ανατίναξε ένα μεγάλο «Τουνεζίδικο» βρίκι και αργότερα, «μετά από δύο ώρας μάχης», ο πυρπολητής Ραφαλιάς και ο Λέκας Ματρόζος πυρπόλησαν ένα μεγάλο «φρεγαδόνι Τριπολίνικον». Δύο ακόμη προσπάθειες των Ελλήνων, με τον Ρομπότση, δεν ευδοκίμησαν.
Ο καπετάν πασάς, βλέποντας τότε ότι τα περισσότερα πλοία του, ήταν έτοιμα να εγκαταλείψουν τον αγώνα, προτίμησε να τερματίσει τη ναυμαχία και οπισθοχώρησε, μετά τα μεσάνυχτα, προς το Αγαθονήσι. Η μεγάλη καταστροφή που έγινε, στον στόλο του και ο διασκορπισμός του στρατού, που είχε συγκεντρώσει στις μικρασιατικές ακτές, τον ανάγκασαν να εγκαταλείψει κάθε προσπάθεια για απόβαση στη Σάμο. Σε λίγες μέρες έπλευσε προς την Κω, όπου περίμενε την άφιξη του αιγυπτιακού στόλου.
«Τα ελληνικά πλοία μετά χαράς, νικηταί και τροπαιούχοι, επέστρεψαν εις τα ίδια». Η συμβολή του Σαχτούρη στη νίκη αυτή ήταν τεράστια. Δικαιολογημένα περιέγραψε περήφανος τη νικηφόρα ναυμαχία του στόλου σε έκθεση του προς τους προκρίτους της Ύδρας.
Με πληροφορίες από: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών
[…] του νησιού. Τη διοίκηση του «Άρη» ανέλαβε ο Σαχτούρης, ο οποίος ύστερα από εξάωρο εξαντλητικό αγώνα […]