Ο Ρωμύλος και ο Ρέμος

Ο γιος του Αινεία ίδρυσε την Άλβα Λόγγα και την κληρονομική δυναστεία των βασιλέων της, που όλοι είχαν και το πρόσθετο όνομα Σίλβιος, από τον γιο του Σίλβιο. Ενδέκατος στη σειρά ήταν ο Πρόκας. Αυτός είχε δύο γιους, τον Νουμίτορα και τον Αμούλιο. Ο Αμούλιος σφετερίστηκε το θρόνο από τον μεγαλύτερο αδελφό του σκοτώνοντας τους γιους του. Μετά ανάγκασε την κόρη του Νουμίτορα, Ρέα Σίλβια, να γίνει Εστιάδα παρθένα, για να μην αποκτήσει ο Νουμίτορας αρσενικούς απογόνους. Η Ρέα Σίλβια βιάζεται και γεννά δίδυμα αγόρια. Αυτά τα αγόρια είναι ο Ρωμύλος και ο Ρέμος.

Ο Ρωμύλος και ο Ρέμος
Προσωποποίηση της Ρώμης

Η Ρέα Σίλβια λέει πως ο πατέρας τους είναι ο Άρης, είτε γιατί έτσι νόμιζε, είτε γιατί θεωρούσε αξιοπρεπέστατο κάποιος θεός να θεωρηθεί υπεύθυνος για το σφάλμα της. Ο σκληρός Αμούλιος την φυλακίζει σιδεροδέσμια και διατάζει να ριχθούν τα παιδιά στο ποτάμι.

Η εντολή δεν εκτελέστηκε σωστά και τα παιδιά εγκαταλείφθηκαν στο αργοκίνητο νερό του ποταμού μέσα σε ένα καλάθι, το οποίο προσάραξε κάτω από τη Ρουμινάλια συκιά. Μια λύκαινα τα βρήκε και τα θήλασε. Μετά ένας βοσκός ο Φαυστύλος, τα πήρε σπίτι του για να τα φροντίσει η γυναίκα του, Λαρεντία. (Επειδή στην λατινική αργκό lupa σημαίνε πόρνη, η ίδια όμως λέξη σημαίνει και λύκαινα, βρέθηκε στην όλη ιστορία να συμμετέχει και μία λύκαινα).

Όταν τα ίδυμα εγγόναι του Νουμίτοα μεγάλωσαν, οργάνωσαν μια συμμορία, έκαναν επιθέσεις σε ληστές, τους λήστευαν και μοιράζονταν τα κέρδη με τους βοσκούς. Οι ληστές αντέδρασαν, συνέλαβαν τον Ρέμο με ενέδρα σε μια γιορτή των Λουπερκαλίων και είπαν στον Αμούλιο πως ο Ρωμύλος και ο Ρέμος ήταν ένοχοι για τις ζωοκλοπές που γίνονταν στα κτήματα του Νουμίτορα. Ο Ρέμος παραδόθηκε στο Νουμίτορα για να τιμωρηθεί.

Η κατάσταση ήταν απελπιστκή. Ο Φαυστύλος αποκάλυψε τις συνθήκες κάτω από τις οποίες είχαν βρεθεί τα δύο αδέλφια. Ο Νουμίτωρ κατάλαβε ποιοι ήταν οι νεαροί. Με τους άλλους βοσκούς επιτέθηκαν στο παλάτι και σκότωσαν τον Αμούλιο, ενώ ο Νουμίτωρ κυρίευσε την πόλη και έγινε ξανά βασιλιάς.

Επειδή η Άλβα Λόγγα υπέφερε από υπερπληθυσμό, ο Ρωμύλος και ο Ρέμος αποφάσισαν να χτίσουν μια νέα πόλη, κοντά στο σημείο όπου τους είχαν εγκαταλείψει. Διαφώνησαν όμως για το ποιος θα ήταν ο επίσημος ιδρυτής και θα δώσει το όνομα του στην πόλη. Ζήτησαν από τους τοπικούς θεούς να τους στείλουν κάποιον οιωνό. Ο Ρωμύλος πήρε θέση στο Παλατίνο Λόφο, ο Ρέμος στο Αβεντίνο. Ο Ρέμος είδε πρώτος σημάδι έξι γύπες. Μετά ο Ρωμύλος είδε δώδεκα γύπες. Οι ακόλουθοι του καθενός ισχυρίζονταν πως ο δικός τους αρχηγός ήταν ο βασιλιάς, κατά τους μεν ο Ρέμος, γιατί τους είχε δει πρώτος και κατά τους δε ο Ρωμύλος, γιατί είχε δει τον διπλάσιο αριθμό. Ξέσπασε διαμάχη και σε αυτήν σκοτώθηκε ο Ρέμος. Οπότε ο Ρωμύλος έμενε μόνος ιδρυτής της νέας πόλης, της Ρώμης.

Ο Ρωμύλος κυβέρνησε για σαράντα περίπου χρόνια. Ήταν πιο δημοφιλής στον απλό λαό και στους στρατιώτες παρά στη Σύγκλητο. Κάποια μέρα ο Ρωμύλος επιθεωρούσε τα στρατεύματά του στο Πεδίο του Άρεως (Campus Martius), κοντά στο σημείο όπου βρίσκεται τώρα το Πάνθεον. Ξέσπασε ξαφνικά καταιγίδα με κεραυνούς, ένα πυκνό σύννεφο τον έκρυψε από τα μάτια όλων και κανείς πια δεν τον ξαναείδε. Κάποιοι συγκλητικοί που στέκονταν κοντά του είπαν ότι τον είχε παρασύρει η θύελλα, αν και μερικοί είπαν μυστικά ότι οι συγκλητικοί τον είχαν κομματιάσει. Οι στρατιώτες τον χαιρέτισαν ως πατέρα της πατρίδας και ως θεό, τον Κυρίνο.

Ένας άνδρας έκανε ό,τι χρειαζόταν για να διασφαλιστεί η πίστη στη θεοποίηση και για να καταλαγιάσει ο πανικός του λαού και η εχθρότητα προς την Σύγκλητο. Ένας αγρότης από την Άλβα, ο Ιούλιος Πρόκουλος μίλησε στον λαό: «Κυρίτες με το πρώτο φως σήμερα ο Ρωμύλος, πατέρας αυτής της πόλης, κατέβηκε ξαφνικά από τον ουρανό και παρουσιάστηκε μπροστά μου. Τρόμαξα και στάθηκα με σεβασμό. Μου είπε «πήγαινε και πες στους Ρωμαίους ότι θέλημα αυτών που είναι στον ουρανό είναι να ηγεμονεύσει η Ρώμη στον κόσμο. Πες τους να τελειοποιήσουν την στρατιωτική τους εκπαίδευση και να διδάξουν στα παιδιά τους πως δεν υπάρχει δύναμη ανθρώπινη που να μπορεί να αντισταθεί στην ισχύ της Ρώμης. Μετά ανελήφθη στους ουρανούς». Και έτσι ο Ρωμύλος ανακηρύχθηκε θεός.

Ο Κυρίνος είχε αρχαίο ιερό στον Κυρινάλιο λόφο και έναν flamen, ιερέα ειδικό, αλλά δεν είχε ναό μέχρι το τέλος του 4ου π.Χ. αιώνα. Οι Ρωμαίοι της κλασικής περιόδου πίστευαν ότι ο Κυρίνος ήταν θεός των Σαβίνων (λαού γειτονικού λαού των Ρωμαίων) και ότι ο Κυρινάλιος λόφος πήρε το όνομά του από ένα παμπάλαιο σαβινικό οικισμό που βρισκόταν εκεί, και ότι το επίθετο Κυρίτες για τον ρωμαϊκό λαό είχε προέλθει από το σαβινικό στοιχείο που ενσωματώθηκε στο σώμα των πολιτών.