Ο Οιδίπους είναι σήμερα γνωστός τόσο για την λύση του αινίγματος της Σφίγγας αλλά και για την ακούσια αιμομικτική του σχέση με τη μητέρα του, Ιοκάστη. Ο Οιδίπους είναι το αρχέτυπο του τραγικού ήρωα, στην ιστορία του οποίου προσωποποιείται η πανανθρώπινη κατηγορία της άγνοιας, ότι δηλαδή ο άνθρωπος δεν γνωρίζει τον εαυτό του και είναι τυφλός απέναντι στο πεπρωμένο. Ο Οιδίπους είναι ο κεντρικός ήωας του θηβαϊκού κύκλου, που ενέπνευσε τραγικούς ποιητές να συνθέσουν τις σωζόμενες τραγωδίες, Βάκχες, Οιδίππους, Τύραννος, Οιδίπους επί Κολωνώ, Επτά επί Θήβας, Αντιγόνη.
Ο Οιδίπους και οι συγγενείς του
Ο Κάδμος
Ο Κάδμος ήταν ένας από τους τρεις γιους του Αγήνορα, βασιλιά της Τύρου, από την ανατολική ακτή της Μεσογείου. Η αδελφή τους, η Ευρώπη, έπαιζε στην ακρογιαλιά όταν την άρπαξε και την πήρε πέρα από τη θάλασσα στην Κρήτη ο Δίας, με τη μορφή ταύρου. Ο Αγήνωρ έστειλε τους γιους του να βρουν την Ευρώπη και να μην γυρίσουν χωρίς την αδελφή τους.
Κατά τη διάρκεια των περιπλανήσεων του ο Κάδμος έφτασε στους Δελφούς, όπου στο μαντείο του είπαν ότι μόλις θα έβγαινε από το ιερό θα συναντούσε μια αγελάδα, να την ακολουθήσει και όπου το ζώο σταματούσε να έχτιζε μια πόλη. Ο Κάδμος ακολούθησε την αγελάδα και στο μέρος που σταμάτησε για να ξεκουραστεί κατάλαβε ότι εκεί θα έπρεπε να χτίσει την πόλη. Ο Κάδμος, έπειτα, θυσίασε την αγελάδα στους θεούς.
Η πόλη του Κάδμου έγινε γρήγορα πλούσια και ισχυρή. Ο Κάδμος παντρεύτηκε την Αρμονία κόρη του Άρη και της Αφροδίτης και απέκτησαν τέσσερις κόρες, την Ινώ, την Αυτονόη, την Αγαύη και την Σεμέλη, και ένα γιο τον Πολύδωρο. Η Σεμέλη αποπλανήθηκε από τον Δία και γέννησε τον θεό του κρασιού Διόνυσο. Η οικογένεια της Σεμέλης αρνήθηκε να δεχτεί ότι για την εγκυμοσύνη της Σεμέλης υπεύθυνος ήταν ο Δίας. Έτσι η λατρεία του Διονύσου, που διδάσκετο σε όλη την Ελλάδα δεν βρήκε αντίσταση παρά μόνο στην Θήβα, όπου ο Πενθέας, γιος της Αγαύης και ξάδελφος του Διονύσου, αρνήθηκε να αποδεχτεί την λατρεία αυτή.
Βάκχες
Το σημαντικότερο χαρακτηριστικό της λατρείας του Διονύσου ήταν ο σχηματισμός γυναικείων ομάδων, γνωστών ως μαινάδων. Οι μαινάδες περιπλανούνταν για μέρες κάθε φορά σε κατάσταση έκστασης και φρενίτιδας, στις βουνοπλαγιές, πίνοντας κρασί, θυσιάζοντας και κάνοντας τρελές πράξεις. Λόγω αυτού του χαρακτήρα της λατρείας και επειδή η λατρεία του Διονύσου ήταν σχεδόν αποκλειστικά γυναικεία υπόθεση, είχε προκαλέσει την καχυποψία των ανδρικών αρχών, που προτιμούσαν να τις κρατούν στο σπίτι υπό τον έλεγχο τους. Η τραγωδία του Ευριπίδη, Βάκχες, απεικονίζει ακριβώς μια τέτοια υπόθεση, δηλαδή ακραίο διονυσιακό γλέντι και ανδρική καχυποψία.
Οιδίπους Τύραννος και Οιδίπους επί Κολωνώ
Ο Οιδίπους γεννήθηκε στη Θήβα, γιος του βασιλιά της Θήβας, Λάιου, και της Ιοκάστης, και τρισέγγονος του Κάδμου. Ένας χρησμός προέβλεπε ότι ο Λάιος θα σκοτωθεί από τον γιο του. Ο βασιλιάς της Θήβας, όταν γεννήθηκε ο γιος του τον έδωσε σε ένα βοσκό με την εντολή να τον εγκαταλείψει στον Κιθαιρώνα με τους αστραγάλους τρυπημένους ώστε να μην μπορεί να συρθεί. Από αυτό το γεγονός προέκυψε και το όνομα Οιδίπους, που σημαίνει «πρησμένο πόδι».
Ο βοσκός όμως λυπήθηκε το βρέφος και το έδωσε σε ένα άλλο βοσκό, ο οποίος με τη σειρά του τον έδωσε στον βασιλιά της Κορίνθου Πόλυβο, που ήταν άτεκνος. Οταν ο Οιδίπους ενηλικιώθηκε άκουσε κάποια χόλια ότι δεν ήταν πραγματικός γιος του Πόλυβου. Ενοχλημένος πήγε στους Δελφούς για να συμβουλευτεί το μαντείο. Εκεί του είπαν ότι θα σκότωνε τον πατέρα του και θα παντρευόταν την μητέρα του. Θεωρώντας ο Οιδίπους γονείς του το βασιλικό ζεύγος της Κορίνθου συνέχισε το ταξίδι του βόρεια.
Σε ένα τρίστρατο, κατά ατυχή συγκυρία ή πεπρωμένο στον δρόμο αυτό ταξίδευε και ο Λάιος με τους ακολούθους του. Σε μια συμπλοκή μεταξύ Οιδίποδα και Λάιου, ο τελευταίος σκοτώνεται από το χέρι του γιου του.
Στη συνέχεια της περιπλάνησης του ο Οιδίπους έφτασε έξω από τη Θήβα. Εκεί υπήρχε ένα φοβερό τέρας, μισό φτερωτό λιοντάρι, μισή γυναίκα, η Σφίγγα, η οποία ρωτούσε: «Τι είναι αυτό που στην αρχή περπατά με τέσσερα πόδια, μετά με δύο και στο τέλος με τρία πόδια;». Κανείς δεν κατάφερε μέχρι τότε να το λύσει και τους ατυχήσανες τους έριχνε σε μια χαράδρα, η οποία είχε γεμίσει με κόκαλα των θυμάτων της. Ο θάνατος του Λάιου οδήγησε τους Θηβαίους να προσφέρουν την εξουσία σε όποιον θα κατάφερνε να λύσει το αίνιγμα και θα απελευθέρωνε την πόλη τους από το φοβερό τέρας. Ο Οιδίπους το έλυσε βρίσκοντας την απάντηση που ήταν «ο άνθρωπος» (περπατά με τέσσερα πόδια όταν είναι μωρό, με δύο όταν μεγαλώνει και με μπαστούνι όταν γερνάει). Η Σφίγγα όταν άκουσε την απάντηση θύμωσε και έπεσε μόνη της στον γκρεμό.
Έτσι ο Οιδίπους γίνεται ο νέος βασιλιάς της Θήβας και παντρεύεται την Ιοκάστη, βασίλισσα της πόλης. Μαζί απέκτησαν δύο γιους, τον Ετεοκλή και τον Πολυνείκη, και δύο κόρες, την Αντιγόνη και την Ισμήνη. Αρκετά χρόνια αργότερα από την ανάληψη της εξουσίας στη Θήβα από τον Οιδίποδα, ενέκυψε επιδημία στην πόλη των Θηβών. Οι καρποί πέθαιναν στα χωράφια, τα ζώα γίνονταν στείρα, τα παιδιά αρρώσταιναν, τα αγέννητα μωρά έσβηναν στις κοιλές των μητέρων τους. Οι θεοί δεν άκουγαν καμία έκκληση.
Ο Κρέων, αδελφός της Ιοκάστης, φτάνει στην Θήβα από το μαντείο των Δελφών με τον χρησμό ότι η επιδημία θα φύγει μόνο όταν ο δολοφόνος του Λάιου φύγει από την πόλη. Ο Οιδίπους προσπαθεί να τον βρει. Διαφωνεί όμως έντονα με τον μάντη Τειρεσία αφού ο τελευταίος τον κατηγορεί ότι σκότωσε τον Λάιο. Ο Οιδίπους, οργισμένος, υποψιάζεται ότι ο μάντης και ο Κρέων προσπαθούν να του πάρουν τον θρόνο.
Η Ιοκάστη προσπαθεί να διασκεδάσει τις εντυπώσεις λέγοντας ότι αποκλείεται ο Οιδίπους να σκότωσε τον Λάιο, γιατί ο Λάιος σκοτώθηκε σε ένα τρίστρατο. Ο Οιδίπους τότε θυμάται την συμπλοκή που είχε σε ένα τρίστρατο πριν έρθει στην Θήβα. Ρωτά λοιπόν την Ιοκάστη κάποιες λεπτομέρειες για τον Λάιο, όπως η εξωτερική του εμφάνιση και τον αριθμό των ακολούθων του. Καταλαβαίνει ότι ο δολοφόνος του Λάιου είναι αυτός ο ίδιος.
Εν τω μεταξύ ένας αγγελιοφόρος φτάνει από την Κόρινθο και πληροφορεί τον Οιδίποδα ότι ο πατέρας του Πόλυβος πέθανε με φυσικό θάνατο. Ο Οιδίπους θεωρώντας ως πραγματικό πατέρα του τον Πόλυβο ανακουφίζεται, γιατί δεν θα πληρωθεί ο χρησμός ότι θα σκοτώσει τον πατέρα του. Τώρα θεωρεί πως πρέπει να προσέχει μην βρεθεί παντρεμένος με τη μητέρα του. Ο αγγελιοφόρος για τον καθησυχάσει του λέει ότι ο Πόλυβος και η γυναίκα του δεν ήταν πραγματικοί του γονείς, αλλά ο ίδιος τον είχε πάρει από έναν βοσκό του Λάιου στον Κιθαιρώνα.
Η Ιοκάστη που έχει καταλάβει την αλήθεια, τον παρακαλεί να μην συνεχίσει την έρευνα. Ο Οιδίπους όμως συνεχίζει και καλεί να του φέρουν τον βοσκό του Λάιου. Τραγικό παιχνίδι της μοίρας ο βοσκός, αν και πολύ ηλικιωμένος, είναι ακόμα στη ζωή και ο μοναδικός επιζών αυτόπτης μάρτυρας. Ο βοσκός του αποκαλύπτει όλη την ιστορία και η αλήθεια πια έχει έρθει στο φως. Η Ιοκάστη έχει ήδη τρέξει μέσα στο παλάτι, την ακολουθεί ο Οιδίπους και ανακαλύπτει ότι έχει ήδη κρεμαστεί. Τραβώντας τις χρυσές καρφίτσες από το φόρεμα της τις μπήγει μέσα στα μάτια του μέχρι να τρέξει αίμα. Πώς θα τολμήσει τώρα να αντικρίσει τον κόσμο που ξέρει την αλήθεια;
Ο Οιδίπους ήθελε να εξοριστεί, αλλά ο Κρέων δεν τον άφηνε να φύγει από την πόλη, μέχρι το μαντείο των Δελφών να επιβεβαίωνε την τιμωρία του Οιδίποδα. Ο Οιδίπους τελικά φεύγει από τη Θήβα γέρος πια και καταδικασμένος να ζητιανεύει φαγητό και τα καταφύγιο, καθοδηγούμενος από τις κόρες του, Αντιγόνη και Ισμήνη, ώσπου καταλήγει στην Αθήνα, αφού του παρέχει καταφύγιο ο Θησέας, άρχοντας της Αθήνας.
Επτά επί Θήβας
Όταν κατέπεσε από τον θρόνο της Θήβας ο Οιδίπους, οι γιοι του αποφάσισαν ότι θα κυβερνούσαν εναλλάξ, ένα χρόνο ο ένας, ένα χρόνο ο άλλος. Όταν πέρασε ένας χρόνος διακυβέρνησης του Εεοκλή, οτελευταίος αρνήθηκε να παραδώσει τον θρόνο στον Πολυνείκη. Ο Πολυνείκης ζήτησε καταφύγιο στο Άργος, από όπου με μια ομάδα με άλλους έξι ήρωες, κινήθηκε εναντίον της Θήβας. Τελικά ο Ετεοκλής και ο Πολυνείκης μονομάχησαν και αλληλοσκοτώθηκαν.
Αντιγόνη
Άρχοντας της Θήβας αναλαμβάνει ο Κρέων, ο οποίος βγάζει διαταγή να μην κηδευτεί ο Πολυνείκης, ως εχθρός της πόλης. Η Αντιγόνη αδελφή των δύο αδικοχαμένων γιων του Οιδίποδα, αντιδρά και κάνει συμβολική ταφή στον Πολυνείκη ρίχνοντας πάνω στο άψυχο σώμα του λίγο χώμα, δείχνοντας με αυτή την πράξη ότι οι νόμοι των θεών είναι ανώτεροι από αυτούς των ανθρώπων.
Ο Κρέων οργισμένος που η ανηψιά του δεν σεβάστηκε την διαταγή του, την καταδικάζει σε θάνατο. Ο Αίμονας, γιος του Κρέοντα και αρρραβωνιαστικός της Αντιγόνης παρόλες τις προσπάθειες του δεν πείθει τον πατέρα του να πάρει πίσω την απόφαση του να εκτελέσει την Αντιγόνη. Η Αντιγόνη τελικά κρεμάστηκε με την ζώνη της και αντικρίζοντας την ο Αίμων αυτοκτονεί με το σπαθί του. Ο Κρέων επιστρέφοντας στο σπίτι βρίσκει την γυναίκα του, Ευριδίκη, να έχει αυτοκτονήσει.